Σε κάτι λιγότερο από ένα χρόνο, στις 17 Μαρτίου 2024, οι Ρώσοι θα προσέλθουν στις κάλπες για τις προεδρικές εκλογές. Δεδομένων των σημερινών κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών της χώρας, πάντως, λίγοι αμφιβάλλουν ότι ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν θα κερδίσει εύκολα μια έκτη θητεία.
Σύμφωνα με ορισμένα ρωσικά μέσα ενημέρωσης, η ομάδα του Πούτιν σχεδιάζει να διασφαλίσει ότι ο πρόεδρος θα λάβει περισσότερο από το 77% των ψήφων που αποτελεί ρεκόρ και το οποίο κέρδισε το 2018, σημειώνει σε ανάλυσή του το Foreign Affairs.
Θεωρητικά, ο στόχος αυτός θα πρέπει να είναι εύκολο να επιτευχθεί. Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τυγχάνει ευρείας υποστήριξης στο εσωτερικό της χώρας και οι δημοσκοπήσεις του ανεξάρτητου Κέντρου Levada δείχνουν ότι η δημοτικότητα του Πούτιν βρίσκεται σε ποσοστά ρεκόρ.
Το Κρεμλίνο κυριαρχεί στα μέσα ενημέρωσης της Ρωσίας και μπορεί εύκολα να συλλάβει ή να φιμώσει με άλλο τρόπο τυχόν επικριτές. Οι ελεγχόμενες ομάδες της ρωσικής αντιπολίτευσης – τα πειθήνια πολιτικά κόμματα που έχουν εξουσιοδοτηθεί από το Κρεμλίνο να κατεβάζουν υποψηφίους εναντίον του Πούτιν – δεν έχουν υποστηρίξει ποτέ περισσότερο τον πρόεδρο.
Όπως έχουν τα πράγματα, είναι απίθανο να προτείνουν έναν προεδρικό υποψήφιο που θα μπορούσε να λάβει έστω και μέτρια ποσοστά ψήφων. Θα μπορούσαν μάλιστα να ευθυγραμμιστούν με το Κρεμλίνο, για να διασφαλίσουν ότι ο Πούτιν θα πετύχει τα επιθυμητά εκλογικά περιθώρια.
Τι μπορεί να κάνει τον Πούτιν να ακυρώσει τις εκλογές;
Αλλά σήμερα στη Μόσχα, λίγα πράγματα είναι σίγουρα για το μέλλον. Ο πόλεμος έχει σπρώξει την Ρωσία σε μια περίοδο διάχυτης απρόβλεπτης κατάστασης, στην οποία κανείς δεν αισθάνεται ασφαλής και είναι αδύνατο για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να προβούν ακόμη και σε βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό.
Πρόσφατα, διέρρευσε η ηχογράφηση μιας συνομιλίας μεταξύ του διάσημου Ρώσου μουσικού παραγωγού Iosif Prigozhin και του πρώην γερουσιαστή Farhad Akhmedov, η οποία έδειξε ότι και οι δύο ήταν εξοργισμένοι με την ηγεσία της Ρωσίας και πίστευαν ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της χώρας δεν είχαν την ικανότητα να λαμβάνουν κρίσιμες αποφάσεις.
Ισχυρίστηκαν επίσης ότι αρκετοί από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους της Ρωσίας, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη της Εθνικής Φρουράς, συνωμοτούσαν εναντίον του υπουργού Άμυνας της χώρας.
Οι δηλώσεις τους είναι αντιπροσωπευτικές των όσων λένε μεταξύ τους οι ρωσικές ελίτ, όταν νομίζουν ότι κανείς δεν τους ακούει, και υποδηλώνουν υψηλά επίπεδα δυσαρέσκειας.
Μια σημαντική στρατιωτική κλιμάκωση θα μπορούσε να επιδεινώσει αυτά τα αισθήματα και να περιπλέξει δραματικά την ικανότητα του Πούτιν να διατηρήσει τον εσωτερικό έλεγχο. Εάν η Μόσχα προβεί σε περαιτέρω κινητοποιήσεις, κάτι που η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει, θα προκαλέσει μεγαλύτερη κοινωνική ανησυχία με απρόβλεπτες συνέπειες. Εάν η Ρωσία αντιμετωπίσει πρόσθετες αποτυχίες, ο Πούτιν θα πρέπει να αντιμετωπίσει κλιμακούμενη κριτική.
Και οι δύο καταστάσεις θα μπορούσαν να τον ωθήσουν να ακυρώσει τις εκλογές, να εφαρμόσει στοιχεία στρατιωτικής δικτατορίας και να εκκαθαρίσει τις ελίτ, σε μια προσπάθεια να θωρακίσει την ασφάλειά του.
Συναφώς, και τα δύο σενάρια θα μπορούσαν να ωθήσουν τις ελίτ της Ρωσίας να αμφισβητήσουν το καθεστώς. Το Κρεμλίνο μπορεί να είναι σίγουρο ότι ο Πούτιν θα κερδίσει την επανεκλογή του με επιβλητική διαφορά και, αυτή τη στιγμή, αυτό είναι το πιο πιθανό αποτέλεσμα.
Αλλά ο πόλεμος σημαίνει ότι ο Πούτιν γίνεται πιο ευάλωτος από ό,τι πιστεύουν οι περισσότεροι.
Επικίνδυνη επιχείρηση
Είναι εύκολο να καταλάβει κανείς πώς η Ρωσία θα μπορούσε να καταλήξει σε κλιμάκωση των επιχειρήσεών της στην Ουκρανία.
Το Κίεβο προετοιμάζει μια πλήρους κλίμακας αντεπίθεση, η οποία αναμένεται να λάβει χώρα την άνοιξη, που θα αμφισβητήσει τις ρωσικές θέσεις σε μεγάλες εκτάσεις γης. Η Ουκρανία πραγματοποιεί επίσης σαμποτάζ και επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη σε ρωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις και θα μπορούσε να αποφασίσει να αρχίσει να βομβαρδίζει τις συνοριακές περιοχές της Ρωσίας.
Ένας από τους πιο δημοφιλείς φιλοπόλεμους στρατιωτικούς μπλόγκερ της Ρωσίας σκοτώθηκε στις 2 Απριλίου σε έκρηξη στην Αγία Πετρούπολη, δείχνοντας ότι η σύγκρουση σημαίνει ότι κανείς δεν είναι ασφαλής. Οποιαδήποτε από αυτές τις επιθέσεις θα μπορούσε να ωθήσει τη Μόσχα να αυξήσει την επένδυσή της στον πόλεμο, για να μην χάσει κι άλλα εδάφη και βρεθεί σε μεγαλύτερη αμηχανία.
Θεωρητικά, η Ρωσία θα μπορούσε να κλιμακώσει τη σύγκρουση, χωρίς να θίξει τις ζωές των πολιτών της. Η Μόσχα θα μπορούσε, για παράδειγμα, να εντείνει τα χτυπήματά της σε ουκρανικές υποδομές ζωτικής σημασίας ή να επιχειρήσει να δολοφονήσει μέλη της ουκρανικής ηγεσίας.
Αλλά αν οι απώλειές της είναι αρκετά σοβαρές, η Ρωσία πιθανότατα θα αισθανθεί αναγκασμένη να κάνει αυτό που έκανε μετά την εκδίωξη των ρωσικών στρατευμάτων από την Ουκρανία έξω από το Χάρκοβο: να ανακοινώσει νέα κινητοποίηση και να επιστρατεύσει εκατοντάδες χιλιάδες άνδρες για να πολεμήσουν.
Ετοιμάζεται για κλιμάκωση στην Ουκρανία
Πράγματι, η Ρωσία φαίνεται ήδη να προετοιμάζεται για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Σε περισσότερες από 40 περιοχές, οι αξιωματούχοι της επιστράτευσης στέλνουν κλήσεις «για να ελέγξουν τα στοιχεία» των ανδρών που μπορούν να επιστρατευθούν.
Η τελευταία επιστράτευση, που διεξήχθη τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο, προκάλεσε έντονη ανησυχία στον ρωσικό πληθυσμό και ώθησε πάνω από 300.000 νέους να εγκαταλείψουν τη χώρα. Μια άλλη επιστράτευση θα είχε πιθανότατα παρόμοιο αποτέλεσμα.
Αυτή η κοινωνική αναταραχή μπορεί να αναδιαμορφώσει την εσωτερική πολιτική, εν πολλοίς ενισχύοντας περαιτέρω το χέρι των siloviki (σ.σ. τα «γεράκια» του πολέμου, Ρώσοι αξιωματούχοι που ωθούν τον Πούτιν σε σύγκρουση με την Δύση) της Ρωσίας, ή των υπηρεσιών ασφαλείας.
Τα μέλη αυτής της ομάδας πιέζουν εδώ και καιρό τη Μόσχα να εξαλείψει τις εναπομείνασες ελευθερίες της Ρωσίας, τις οποίες θεωρούν επικίνδυνες δημοκρατικές παραχωρήσεις. Τάχθηκαν υπέρ της ακύρωσης των περιφερειακών εκλογών του περασμένου έτους και επέμειναν ότι το Κρεμλίνο πρέπει να θέσει σε ισχύ στρατιωτικό νόμο και να κλείσει τα σύνορα της Ρωσίας.
Οι προσπάθειες αυτές έχουν ως επί το πλείστον αποτύχει: οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν, η επιβολή στρατιωτικού νόμου από τον Πούτιν ήταν μόνο μερική και τα σύνορα παραμένουν ανοιχτά. Αλλά αν η Ρωσία αντιμετωπίσει στρατιωτικές αποτυχίες και, κατά συνέπεια, κοινωνική αναταραχή, οι siloviki μπορεί να αποκτήσουν το πάνω χέρι.
Ο Πούτιν μπορεί να διαπιστώσει ότι έχει λιγότερο έλεγχο στη χάραξη πολιτικής, καθώς οι αξιωματούχοι ασφαλείας μιλούν ή αρνούνται να ακολουθήσουν τις εντολές του.
Πιθανές στρατιωτικές ήττες θα κοστίσουν ακριβά στον Πούτιν
Οι στρατιωτικές αποτυχίες θα τροφοδοτήσουν επίσης την οργή μεταξύ των «θυμωμένων πατριωτών» της Ρωσίας: ένας όρος που χρησιμοποιείται από τους πολιτικούς συμβούλους του Κρεμλίνου, για να περιγράψει τους εξέχοντες, φιλοπόλεμους μπλόγκερ που έχουν κατακεραυνώσει δημοσίως τις επιδόσεις του ρωσικού στρατού. Ορισμένοι έχουν επικρίνει ακόμη και τον ίδιο τον Πούτιν και έχουν απειλήσει ότι δεν θα τον υποστηρίξουν το 2024.
Θα μπορούσαν να γεμίσουν το πληροφοριακό περιβάλλον της Ρωσίας με ύβρεις κατά του στρατού, ακριβώς την ώρα που χιλιάδες απλοί Ρώσοι προσπαθούν να δραπετεύσουν από τη χώρα.
Μια τέτοια δεινή κατάσταση θα μπορούσε να αναγκάσει το Κρεμλίνο να εφαρμόσει την τακτική μιας στρατιωτικής δικτατορίας – με περισσότερη μαζική καταστολή, καθώς το κράτος προσανατολίζεται πλήρως γύρω από τον πόλεμο – επιδεινώνοντας περαιτέρω τις διαιρέσεις μεταξύ των Ρώσων που θέλουν να κλιμακώσουν τη σύγκρουση και εκείνων που δεν θέλουν.
Σε ένα χειρότερο σενάριο για τον Βλαντίμιρ Πούτιν, οι ελίτ θα μπορούσαν να αρχίσουν να πανικοβάλλονται για την εξουσία του και οι πιο ισχυρές προσωπικότητες της χώρας θα μπορούσαν να αρχίσουν να προωθούν εξωτερικά πολιτικές ατζέντες που διαφέρουν από τις δικές του.
Πράγματι, ο μισθοφόρος ηγέτης Γεβγένι Πριγκόζιν παίρνει αποστάσεις από τον πρόεδρο, εκτοξεύοντας κατηγορίες ότι οι διορισμένοι και το προσωπικό τού Πούτιν κάνουν οδυνηρά λάθη.
Θα του κοστίσουν νίκη στις εκλογές;
Αυτή η εσωτερική κριτική δεν θα κόστιζε στον Πούτιν τις εκλογές – το Κρεμλίνο δεν δυσκολεύεται να καταστείλει ή να εξαλείψει την αντιπολίτευση από το εξωτερικό. Όμως η αστάθεια θα μπορούσε να εκθέσει τον Πούτιν σε προκλήσεις του «παλατιού» από άλλα μέλη του καθεστώτος του.
Η ανανεωμένη κλιμάκωση, λοιπόν, θα μπορούσε να πυροδοτήσει δύο αντικρουόμενες τάσεις. Από τη μία πλευρά, θα μπορούσε να προκαλέσει πανικό στις ρωσικές ελίτ, οδηγώντας τις να πολεμήσουν μεταξύ τους και ακόμη και εναντίον του Κρεμλίνου.
Από την άλλη πλευρά, θα μπορούσε να κάνει τους siloviki να πιέσουν και να πετύχουν την περαιτέρω καταστολή της χώρας στη σιωπή.
Όπως και να έχει, η Ρωσία θα μπορούσε να δει περισσότερες συλλήψεις, κατασχέσεις περιουσιών και εκκαθαρίσεις. Ο Πούτιν θα μπορούσε ακόμη και να χάσει μέρος της εξουσίας του.
Μέσα στην άβυσσο
Τόσο οι δυτικοί παρατηρητές, όσο και οι ρωσικές ελίτ αρέσκονται να κάνουν εικασίες σχετικά με το ποιος θα μπορούσε να ηγηθεί της Ρωσίας μόλις φύγει ο Πούτιν, και οι αναλυτές και στα δύο στρατόπεδα έχουν καταρτίσει λίστες πιθανών υποψηφίων.
Για να το κάνουν αυτό, παρακολουθούν στενά τις δημόσιες δηλώσεις του Πούτιν, ιδίως όταν επαινεί ή επικρίνει κάποιον. Έχουν λάβει υπόψη τους, για παράδειγμα, τον πρόσφατο έπαινό του για τον υπουργό Γεωργίας, Ντμίτρι Πατρούσεφ, και την κριτική του στον αναπληρωτή πρωθυπουργό, Ντένις Μαντούροφ.
Δίνουν επίσης προσοχή στον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρονται οι διάφοροι υποψήφιοι. Η εμπρηστική ρητορική τού αναπληρωτή προέδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, για παράδειγμα, θεωρείται από πολλούς Ρώσους εμπειρογνώμονες ως ένδειξη ότι ο Μεντβέντεφ πιστεύει πως ο Πούτιν τον έχει επιλέξει για να γίνει ο επόμενος πρόεδρος της Ρωσίας. Το ίδιο ισχύει και για τον Νικολάι Πατρούσεφ, τον γραμματέα του Συμβουλίου Ασφαλείας (και πατέρα του Ντμίτρι Πατρούσεφ).
Αλλά η εικασία αυτή δεν έχει νόημα. Μέχρι σήμερα, το θέμα των σχεδίων του Πούτιν παραμένει ταμπού ακόμη και εντός του στενού του κύκλου, πόσο μάλλον μεταξύ άλλων ανώτερων αξιωματούχων, και κανείς δεν γνωρίζει πραγματικά αν ο Πούτιν θα θέσει υποψηφιότητα για επανεκλογή.
Πώς «μπλοκάρουν» οι χειρισμοί Πούτιν τις ρωσικές ελίτ
Αυτό έχει δημιουργήσει ένα ακόμη πρόβλημα για τις ελίτ. Ο γηράσκων πρόεδρός τους, όχι μόνο οδηγεί την Ρωσία προς μια πιθανή στρατιωτική ήττα – τους δυσκολεύει επίσης να σχεδιάσουν το εσωτερικό μέλλον της Ρωσίας.
Τα δύο προβλήματα συνδέονται μεταξύ τους. Αν η στρατιωτική κατάσταση επιδεινωθεί, η πιθανότητα να παραιτηθεί ο Πούτιν στο ορατό μέλλον μειώνεται, επιδεινώνοντας τις εσωτερικές εντάσεις της χώρας.
Οι Ρώσοι γνωρίζουν ότι ο Πούτιν θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πράγματι, όταν τα μέλη της ελίτ περιγράφουν κάποιον ως πιθανό διάδοχο του Πούτιν, συχνά προσπαθούν όχι να κάνουν προβλέψεις, αλλά αντίθετα να βάλουν το πρόσωπο αυτό σε μπελάδες (ο Πούτιν δεν βλέπει με καλό μάτι τους ανθρώπους που θέλουν δουλειές, τις οποίες δεν θέλει να τους δώσει).
Ωστόσο, αν η σύγκρουση παραταθεί και η Μόσχα συνεχίσει να παραπαίει, είναι δυνατόν να φανταστεί κανείς ότι οι ελίτ της χώρας θα μπορούσαν να αρχίσουν να εξετάζουν σοβαρά το ενδεχόμενο να επιλέξουν οι ίδιες έναν διάδοχο.
Μπορεί να χάσει ο Πούτιν τις εκλογές;
Όσο περισσότερο μένει ο Πούτιν στην εξουσία, τόσο πιο δύσκολο μπορεί να γίνει γι’ αυτόν να ελέγξει τη διαδικασία διαδοχής του.
Και αν ο Πούτιν αποσπάται περισσότερο από τον πόλεμο, οι πλουσιότεροι και ισχυρότεροι Ρώσοι θα έχουν αυξημένο κίνητρο και ικανότητα να οργανωθούν μόνοι τους. Θα είναι ιδιαίτερα πιθανό να δουλέψουν γύρω από τον Πούτιν, αν αυτός γίνει αναποφάσιστος, διστακτικός ή παραπληροφορημένος.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ελίτ της Ρωσίας θα επιχειρήσουν οποιοδήποτε πραξικόπημα στο άμεσο μέλλον – προς το παρόν, ο ηγέτης της Ρωσίας βασιλεύει.
Αλλά ο πόλεμος αναδιαμορφώνει την Ρωσία και η προθυμία του Πούτιν να δεσμεύσει όλο και μεγαλύτερους πόρους για να αποφύγει την ήττα, τον έχει θέσει σε μια επικίνδυνη πορεία, συνδέοντας το μέλλον του με αυτό μιας απρόβλεπτης σύγκρουσης.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να μην είναι πιθανό να χάσει την εξουσία, αλλά μια ιστορικά μεγάλη νίκη στις εκλογές δεν είναι καθόλου εγγυημένη.