Βάζοντας τέλος σε ένα πρόγραμμα έξι δεκαετιών που γέννησε ένα από τα ισχυρότερα κινήματα κατά της πυρηνικής ενέργειας στην Ευρώπη, η Γερμανία θέτει εκτός λειτουργίας τους τελευταίους αντιδραστήρες.
Στα τελευταία τρία εργοστάσια –Ίζαρ ΙΙ, Εμζλαντ και Νεκαρβέστχαϊμ ΙΙ- θα έχουν κλείσει έως τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, καθώς το Βερολίνο θέτει σε εφαρμογή το σχέδιο για πράσινη ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ έως το 2035.
Έπειτα από χρόνια αμφιλαταλαντεύσεων, η Γερμανία αποφάσισε να εγκαταλείψει την πυρηνική ενέργεια το 2011, λίγο μετά το πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα που τρόμαξε τον πλανήτη.
Παράταση ζωής λόγω Ουκρανίας
Ωστόσο η τελική πράξη αναβλήθηκε από πέρυσι για φέτος μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οπότε η Γερμανία περιόρισε τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι τιμές των καυσίμων εκτοξεύτηκαν και γεννήθηκαν φόβοι για ελλείψεις σε ενέργεια, πλέον όμως το Βερολίνο θεωρεί ότι έχει εξασφαλίσει επαρκές ποσότητες αερίου και επέκταση των έργων ανανεώσιμης ενέργειας.
Η εποχή της πυρηνικής ενέργειας, αναφέρει το Reuters, άρχισε το 1961 με τους αντιδραστήρες του Καλ.
Επτά ακόμα πυρηνικά εργοστάσια προστέθηκαν τα επόμενα χρόνια, με την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970 να βοηθά στην αποδοχή της πυρηνικής ενέργειας από το κοινό.
Ωστόσο η κυβέρνηση έβαλε φρένο στην επέκταση των υποδομών προκειμένου να αποφύγει πλήγμα στον κλάδο του γαιάνθρακα, είπε στο Reuters ο Νίκολας Βέντλερ, εκπρόσωπος του γερμανικού συνδέσμου πυρηνικής ενέργειας KernD.
Παρόλα αυτά, περισσότερο από το ένα τρίτο των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια καλυπτόταν από 17 αντιδραστήρες τη δεκαετία του 1990.
Τη δεκαετία που ακολούθησε, η κυβέρνηση συνασπισμού στην οποία συμμετείχαν οι Πράσινοι –οι οποίοι γεννήθηκαν από το κίνημα κατά της πυρηνικής ενέργειας τη δεκαετία του 1970- ψήφισε νόμο που θα οδηγούσε στο σταδιακό κλείσιμο όλων των μονάδων το 2021.
Οι επόμενες κυβερνήσεις υπό την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ αμφιταλαντεύτηκαν για αυτό το σχέδιο μέχρι τη Φουκουσίμα.
Η απόφαση για οριστικό κλείσιμο αποσκοπούσε εν μέρει στο να επηρεάσει τις τοπικές εκλογές στη Βάδη-Βυρτεμβέργη, όπου οι Πράσινοι αξιοποιούσαν την καχυποψία απέναντι στα πυρηνικά, δήλωσε ο Άρνολντ Βάατζ, πρώην βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών της Μέρκελ (SPD).
«Είπα και επιμένω ότι ήταν η μεγαλύτερη οικονομική βλακεία του κόμματος από το 1949» είπε ο Βάατζ, ένας από τους μόλις πέντε συντηρητικούς βουλευτές που τάχθηκαν κατά του κλεισίματος.
Πέρυσι, οι πυρηνικοί σταθμοί αντιστοιχούσαν μόνο στο 6% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, συγκριτικά με 44% για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, δείχνουν στοιχεία της γερμανικής στατιστικής υπηρεσίας.
Υπέρ των πυρηνικών η πλειονότητα
Παρόλα αυτά, τα δύο τρίτα των Γερμανών τάσσονται υπέρ της παράτασης λειτουργίας των αντιδραστήρων ή της επαναφοράς μονάδων που είχαν κλείσει, έδειξε έρευνα του ινστιτούτου Forsa αυτή την εβδομάδα.
«Πιστεύω ότι αυτό τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από τον φόβο ότι η κατάσταση με την προσφορά ενέργειας απλά δεν είναι ασφαλής» δήλωσε ο αναλυτής του Forsa Πέτερ Μάτουτσεκ.
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι η Γερμανία θα συνεχίζει να εξάγει ρεύμα, χάρη στα υψηλά αποθέματα αερίου, τους τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου στη βόρεια ακτή και την επέκταση των έργων ΑΠΕ.
Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν πάντως ότι η χώρα θα χρειαστεί να επιστρέψει στην πυρηνική ενέργεια για να πετύχει το στόχο της για μηδενικές καθαρές εκπομπές άνθρακα το 2045.
«Εγκαταλείποντας την πυρηνική ενέργεια, η Γερμανία δεσμεύεται στο κάρβουνο και το φυσικό αέριο, αφού δεν υπάρχει πάντα αρκετός άνεμος και ήλιος» δήλωσε ο Ράινερ Κλούτε, επικεφαλής της του μη κερδοσκοπικού συνδέσμου Nuklearia που προωθεί την πυρηνική ενέργεια.
Με το τέλος της ατομικής εποχής, η Γερμανία θα πρέπει να αναζητήσει μόνιμη λύση για περίπου 1.900 κάνιστρα ραδιενεργών αποβλήτων,
Η κυβέρνηση αναγνωρίζει εξάλλου ότι το θέμα της ασφάλειας δεν έχει λυθεί πλήρως, δεδομένου ότι οι γειτονικές χώρες της Γαλλίας και της Ελβετίας συνεχίζουν να χρησιμοποιούν αντιδραστήρες.
Επτά πυρηνικοί σταθμοί στις γειτονικές χώρες βρίσκονται σε απόσταση κάτω των 100 χιλιομέτρων από τη Γερμανία.