Λίγα μόλις μέτρα μακριά από την πλατεία Συντάγματος, κάτω από τα πόδια των ανυποψίαστων περαστικών, κρύβεται το υπόγειο μυστικό του Καθεδρικού Ναού της Αθήνας: το Κειμηλιοφυλάκιο της Ιεράς Μητρόπολης Αθηνών.
Σε μια υπόγεια κρύπτη του καθεδρικού ναού φυλάσσονται θησαυροί που χρονολογούνται από τον 12ο αιώνα, άγνωστοι στους περισσότερους κατοίκους της πόλης.
Μουσικά χειρόγραφα που γράφτηκαν πριν από εκατοντάδες χρόνια, ολόχρυσα ιερά δισκοπότηρα, βασιλικά δώρα προς τον ναό που χτίστηκε όταν η πόλη μετρούσε μόλις 30.000 κατοίκους, Ευαγγέλια γραμμένα στα καραμανλίδικα, ακόμη και οι θρόνοι στους οποίους εκκλησιάζονταν οι βασιλείς, όλα βρίσκονται φυλαγμένα εκεί.
Ο χώρος έχει μετατραπεί σε ένα σύγχρονο, ατμοσφαιρικό μουσείο, προσβάσιμο στο κοινό που εκπλήσσεται από τα περίτεχνα εκθέματα και τον πλούτο των αντικειμένων: ασήμι, χρυσό, σμάλτο, ζιργκόν, διαμάντια. Τα περισσότερα είναι δωρεές ενώ κάποια αποκτήθηκαν μέσω αγοράς.
Πολλά προέρχονται από πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, από τον Πόντο και την Κωνσταντινούπολη, όπως τα αριστουργήματα της φημισμένης κεντήστρας της Πόλης, Δεσποινέτας, που χρονολογούνται από τον 17ο αιώνα και αποτελούν αντικείμενα μεγάλης ιστορικής αξίας, ή τα χρυσά κεντήματα της Πολίτισσας Κοκώνας του 19ου αιώνα. Αλλα έφτασαν εκεί από Ελληνες της Ρωσίας, της Δυτικής Ευρώπης, ακόμα και της Καλκούτας.
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ.
Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους καταλαμβάνει ένας εξαιρετικός Επιτάφιος, από χρυσόνημα και μεταξωτές κλωστές, που κεντήθηκε στη Βιέννη το 1847 και δωρήθηκε στη Μητρόπολη Αθηνών από τον ευκατάστατο ομογενή Αλέξιο Πλακίδη ως ο πρώτος Επιτάφιος του Καθεδρικού Ναού.
Ο αρχιεπισκοπικός θρόνος του 1883 αλλά και τα πρώτα συνοδικά έδρανα, όταν η Σύνοδος απαρτιζόταν από μόλις τέσσερα μέλη, ασημένια στέφανα-κορόνες του 1899, περίτεχνες λειψανοθήκες, ιερατικά άμφια και αρχιεπισκοπικοί ράβδοι του 18ου αιώνα, το χρυσό εγκόλπιο που πρόσφερε ο βασιλιάς Παύλος στον Μητροπολίτη Βηρυτού, είδη εκκλησιαστικής μικροτεχνίας, ένας από τους έξι ασημένιους δίσκους που χάρισε η Αμαλία στον ναό και το εντυπωσιακό δισκοπότηρο της βασίλισσας Ολγας περιλαμβάνονται στα εκθέματα.
Ανεκτίμητης αξίας είναι, αναμφισβήτητα, ένα αριστούργημα που φτιάχτηκε στη Μόσχα το 1832, η περίφημη «Εικών των Σμάλτων», η οποία έφτασε στη Μητρόπολη από τη Μεσημβρία του Πόντου ως δωρεά του ομογενή Κυριακού Δημητρίου Κουμπάρη.
Την τιμητική της στον χώρο έχει η Αγία Φιλοθέη, καθώς εκεί εκτίθενται η παλαιότερη απεικόνισή της και η ολόχρυση λάρνακα όπου φυλάσσονταν αρχικά τα οστά της. Στο Κειμηλιοφυλάκιο βρίσκεται, επίσης, μια εικόνα της Αγίας Σκέπης που φιλοτέχνησε ο Φώτης Κόντογλου κατά τη διάρκεια της Κατοχής το 1941.
Ανάμεσα στα εκθέματα δεσπόζουσα θέση έχουν τα προσωπικά αντικείμενα Αρχιεπισκόπων, όπως του Σερεαφείμ, του Ιερώνυμου Α’, του Χριστόδουλου, το μαντίλι του Δωρόθεου Κοτταρά, μια χρυσή κούπα και το στυλό του Χρυσάνθου Β’, υπέρλαμπρες μίτρες, σταυροί, ράβδοι και εγκόλπια. Ελάχιστοι γνωρίζουν την ύπαρξή τους, καθώς το Μουσείο που διαφυλάττει αυτά τα ιστορικά τεκμήρια συστάθηκε εν μέσω πανδημίας και αποτελεί έκπληξη για όσους το ανακαλύπτουν.
Ο ΠΛΟΥΤΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗΣ.
«Η Μητρόπολη της Αθήνας, παρότι είναι ένας μικρός καθεδρικός ναός σε σύγκριση με τους καθεδρικούς που υπάρχουν σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είναι ένας ναός εμπλουτισμένος με τα καλύτερα υλικά της εποχής, τα καλύτερα σκεύη, τις ωραιότερες εικόνες, έχει τόνους μάρμαρο με γλυπτά αληθινά έργα τέχνης που εκτελέστηκαν από τον Γεώργιο Βιτάλη, τον καλύτερο γλύπτη της εποχής, και σχεδιάστηκαν από τον Μπουλανζέ, ενώ έχει επίσης νωπογραφίες από τον Βαυαρό Αλέξανδρο Μαξιμιλιανό Ζέιτς» λέει στα «ΝΕΑ» ο προϊστάμενος του ιερού Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών, πατέρας Θωμάς Συνοδινός, ο οποίος είχε την ιδέα για τη δημιουργία του Κειμηλιοφυλακίου και εργάστηκε επί σειρά ετών για την υλοποίησή του.
«Σκοπός μας ήταν να δείξουμε αφενός τον πλούτο του μητροπολιτικού ναού αλλά κυρίως να δείχνουμε στους ξένους ότι η Εκκλησία και η Ορθοδοξία παράγουν Πολιτισμό.
Δεν υπάρχει έκφανση της Τέχνης που να μη θεραπεύεται μέσα στην Εκκλησία.
Με τον χώρο αυτόν δείχνουμε ότι ο άνθρωπος, όταν λατρεύει τον Θεό θέλει να του προσφέρει ό,τι πολυτιμότερο υπάρχει. Ενα είδος επικοινωνίας των ανθρώπων με τον Θεό είναι η προσφορά σε αντικείμενα λατρείας όπως αυτά που εκτίθενται στο Μουσείο.
Πόσες παρακλήσεις έχουν γίνει άραγε μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια για ασθενείς, για ξενιτεμένους, για γυναίκες που δεν τεκνοποιούν και για άλλες ανάγκες των ανθρώπων;» λέει ο πατέρας Θωμάς σχολιάζοντας μια προθήκη με πολύτιμα αφιερώματα, ενώ μέσα σε αυτήν ένα μικρό ασημένιο «ευχαριστώ» συγκινεί με την ταπεινότητά του και αντανακλά με τον πιο εύγλωττο τρόπο το περιεχόμενο του Μουσείου…