Στη χώρα μας συστήθηκε ως Μαρία Τσάλλα. Μία ήσυχη, ευγενική και χαμογελαστή κοπέλα γύρω στα 30, που αγαπούσε τη φωτογραφία και το πλέξιμο. Ζούσε στο Παγκράτι, μιλούσε σπαστά ελληνικά, αλλά προσπαθούσε να τα μάθει καλύτερα. Οποιος έριχνε μία ματιά στο μαγαζάκι που διατηρούσε δίπλα στο σπίτι της, τη θυμάται να μη σηκώνει το βλέμμα της από τη βελόνα και το μαλλί που έπλεκε στα πόδια της. Στην πραγματικότητα, όμως, η χαμηλών τόνων κοπέλα ήταν η Ιρίνα Αλεξάντροβνα Σμίρεβα, ρωσίδα κατάσκοπος, παντρεμένη με τον επίσης ρώσο κατάσκοπο «Ντάνιελ Κάμπος», που δραστηριοποιούνταν στη Βραζιλία.
Πήρε την ελληνική υπηκοότητα το 2018 χρησιμοποιώντας τα στοιχεία βρέφους που πέθανε στη γέννα, έμεινε στη χώρα μας για πέντε χρόνια κι ένα πρωινό εξαφανίστηκε τόσο ξαφνικά όσο είχε εμφανιστεί – έφυγε για διακοπές και δεν ξαναγύρισε ποτέ.
Το κουβάρι είχε αρχίσει ήδη να ξετυλίγεται από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Η αντίστροφη μέτρηση για την αποκάλυψη της πραγματικής ταυτότητας της Ιρίνα Αλεξάντροβνα ξεκίνησε με τον εντοπισμό απόπειρας πρόσβασης τρίτης χώρας σε στοιχεία Ελλήνων που έχουν αποβιώσει. Πρόκειται για μια διεθνώς διαπιστωμένη πρακτική των ρωσικών υπηρεσιών για τη συγκρότηση της ειδικής κατηγορίας κατασκόπων με το προσωνύμιο «illegals».
Η Μαρία Τσάλλα είχε πείσει τους πάντες. Κανένας δεν υποψιαζόταν ότι μία κατάσκοπος δραστηριοποιείται στο Παγκράτι – ούτε ο σπιτονοικοκύρης της, ούτε οι γείτονές της, ούτε καν η υπάλληλός της.
«Ολοι θέλουν µια διά ζώσης συνέντευξη»
«Οι πράκτορες δεν κινούν υποψίες. Κινούνται κάτω από τα ραντάρ και περνούν απαρατήρητοι. Είναι τα πιο απίθανα πρόσωπα. Πρόσωπα που δεν μπορεί να βάλει ο νους», λένε στα «ΝΕΑ» πηγές της ΕΥΠ. Οι μυστικοί πράκτορες, εξάλλου, ασκούσαν ανέκαθεν μία γοητεία στο κοινό, γι’ αυτό και όποτε η ΕΥΠ ζητά συνεργάτες, πολλοί είναι εκείνοι που σφραγίζουν το βιογραφικό τους στον φάκελο και αποστέλλουν το συστημένο – όπως προβλέπει η διαδικασία – γράμμα στη διεύθυνση των μυστικών υπηρεσιών. «Διοικητικοί υπάλληλοι, τεχνικό προσωπικό και ένστολοι ευελπιστούν σε μία διά ζώσης συνέντευξη προκειμένου να πείσουν ότι είναι ικανοί και εχέμυθοι», συνεχίζουν οι ίδιες πηγές, τονίζοντας πως αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό – η εχεμύθεια – αποτελεί αυστηρή προϋπόθεση για τυχόν «στρατολόγηση».
Τις τελευταίες ημέρες η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών ανάρτησε ένα παράξενο κάλεσμα συνεργασίας προς τους πολίτες προκειμένου να συμβάλουν «στη διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων». Συγκεκριμένα, στην πρόσκληση αναφέρονταν τα εξής: «Η υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων και η ασφάλεια της χώρας είναι ευθύνη όλων µας. Αν επιθυμείτε να συμβάλετε στη συλλογική προσπάθεια για τη διασφάλιση των εθνικών µας συμφερόντων, µη διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί µας».
Συνεργάτες και όχι κατασκόπους
Δεκάδες έσπευσαν να τελειοποιήσουν τα βιογραφικά τους, θεωρώντας πως η ΕΥΠ αναζητά πράκτορες και κατασκόπους. Στην πραγματικότητα, όμως, όπως γίνεται σαφές με μία δεύτερη ανάγνωση της πρόσκλησης και εξηγούν στελέχη της, ζητά «συνεργάτες για τη διασφάλιση των εθνικών συμφερόντων».
«Δεν αφορά προσλήψεις. Καλεί τους πολίτες, αν μάθουν κάτι που κρίνουν ότι αφορά την ασφάλεια της χώρας, να το αναφέρουν. Αυτό είναι όλο», ξεκαθαρίζουν. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις ίδιες πηγές, «μετά την αποκάλυψη της “Μαρίας Τσάλλα” αλλά και την αποτροπή τρομοκρατικής επίθεσης από ομάδα Πακιστανών, πολλοί είναι οι πολίτες που επικοινωνούν για να καταγγείλουν ύποπτα πρόσωπα και περιστατικά, θεωρώντας ότι βοηθούν στο έργο της ΕΥΠ».
Πληροφορίες παντός τύπου από πολίτες
Οι καταγγελίες μπορεί να αφορούν από δράσεις ομάδων μεταναστών ή ακροδεξιών μέχρι και εμπορία ναρκωτικών ή προσεγγίσεις ανηλίκων. Από εκεί και πέρα, οι πληροφορίες αξιολογούνται και τα θέματα δημόσιας ασφάλειας αναλαμβάνει η ΕΛ.ΑΣ., ενώ τις υποθέσεις που αφορούν την προάσπιση του πολιτεύματος ή την εθνική ασφάλεια εξετάζουν στελέχη της ΕΥΠ.
Συνταξιούχοι και συνδικαλιστές της ΕΥΠ σχολιάζουν πως ένα τέτοιο κάλεσμα προς τους πολίτες γίνεται για πρώτη φορά και πολλοί χαρακτηρίζουν το «άνοιγμα» ως μία προσπάθεια να αποκατασταθεί το κύρος της Υπηρεσίας μετά το πλήγμα των υποκλοπών. Αλλωστε, όπως καταλήγουν, η «συνεργασία» πολιτών – μυστικών υπηρεσιών είναι άλλη μια δοκιμασμένη στο εξωτερικό μέθοδος που «κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση αφού κάθε πληροφορία είναι αξιοποιήσιμη».
MI6 και CIA οι πρώτες διδάξασες
Η βρετανική Secret Intelligence Service, το αρχέτυπο της μυστικής υπηρεσίας, η MI6, επισήμως δεν… παραδεχόταν την ύπαρξή της μέχρι το 1994, αν και όλοι τη γνώριζαν. Εκτοτε, όχι μόνο έχει αναβαθμίσει τη δημόσια παρουσία της, αλλά κάνει και διαφημιστικές εκστρατείες για τη στρατολόγηση προσωπικού. Μάλιστα, το 2018, έκανε το πρώτο τηλεοπτικό σποτ για την προσέλκυση πρακτόρων και λοιπού προσωπικού, τονίζοντας ότι όσοι εργάζονται σε αυτήν δεν ακολουθούν το στερεότυπο του Τζέιμς Μποντ.
Από τη μεριά της, η αμερικανική CIA διαρκώς αναζητά ανθρώπους να εργαστούν για αυτή, διαφημίζοντας με κάθε ευκαιρία ότι προσφέρει ίσες ευκαιρίες και δεν στρατολογεί αποκλειστικά λευκούς στρέιτ άντρες, αλλά και γυναίκες από τις μειονότητες ή ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, κάτι που αποτυπώθηκε και στη σειρά βίντεο «Humans of CIA» του 2021. Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο ότι στην ιστοσελίδα της για την προσέλκυση νέων στελεχών το βασικό σύνθημα αναφέρει ότι «είναι κάτι παραπάνω από μια δουλειά, είναι μια καριέρα και ένας τρόπος ζωής».
Χαρακτηριστικό, πάντως, και των δύο υπηρεσιών είναι ότι δεν προσπαθούν να στρατολογήσουν μόνο θαρραλέους κατασκόπους αλλά και αναλυτές, ειδικούς στις νέες τεχνολογίες και ανθρώπους με καλή γνώση ξένων γλωσσών.