Όποιος πίστευε ότι αρκούσαν μερικές ηχηρές καταγγελίες και μερικές εξαγγελίες θεσμικών παρεμβάσεων για αλλάξουν τα πράγματα σε σχέση με το σεξισμό, την κακοποίηση και τις πατριαρχικές λογικές ήταν βαθιά γελασμένος.
Γιατί μιλάμε για πράγματα πολύ πιο βαθιά ριζωμένα από όσο θέλουμε να αναγνωρίσουμε.
Γιατί βολευόμαστε να πιστεύουμε ότι έχουμε κάνει πρόοδο, επειδή έχουμε φέρει μερικές αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο ή επειδή αρχίζουμε στη δημόσια σφαίρα να μιλάμε για γυναικοκτονίες, αλλά απέχουμε σημαντικά από αυτό που θα λέγαμε πραγματική αλλαγή.
Το «όχι σημαίνει όχι», ακούγεται ωραίο σαν σύνθημα, αλλά καθημερινά, στη διπλανή πόρτα κυριολεκτικά, η κακοποίηση συνεχίζεται αδιάλειπτα.
Οι πολιτικοί χώροι κάνουν διακηρύξεις για την ισότητα και τα δικαιώματα αλλά καμιά ανοσία δεν έχουν απέναντι στον ενδημικό σεξισμό και την «κουλτούρα βιασμού». Ούτε η Αριστερά, δυστυχώς.
Δικαιοσύνη και αστυνομία δηλώνουν διαρκώς ότι προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες, αλλά συχνά μια καταγγελία και εκδίκαση μιας υπόθεσης βιασμού ισοδυναμεί με δεύτερο βιασμό.
Τα ΜΜΕ κάνουν καμπάνια κατά της κακοποίησης αλλά δεν έχουν κανένα πρόβλημα να κρεμάσουν στα μανταλάκια την ιδιωτική ζωή των θυμάτων, κάνοντάς τα δυο φορές θύματα.
Οι φορείς της παιδείας δηλώνουν ότι θα συμβάλλουν, αλλά κανείς δεν ασχολείται με το γιατί στα σχολεία αναπαράγονται σεξιστικές λογικές και κακοποιητικές συμπεριφορές.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι έχουμε πολύ δρόμο ακόμη να διανύσουμε.
Γιατί δεν έχουμε να κάνουμε απλώς με κάτι που το αντιμετωπίζει μια αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα, παρότι καλά έκανε και άλλαξε ως προς τον βιασμό.
Έχουμε να κάνουμε με κάτι που απαιτεί να αλλάξουμε όντως ως κοινωνία.
Να σκεφτόμαστε, να ορίζουμε τον εαυτό μας, να συμπεριφερόμαστε με τρόπο διαφορετικό.
Μια πραγματική επανάσταση που να οδηγήσει σε γενιές απαλλαγμένες από τοξικά και κακοποιητικά στερεότυπα.
Όμως, αυτή η επανάσταση ξεκινάει τώρα και κρινόμαστε όλοι.
Κρίνονται το κράτος, τα κόμματα, τα ΜΜΕ από τα αντανακλαστικά τους και από το εάν πραγματικά θέλουν τομή.
Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το #Metoo ξεκίνησε από το θάρρος γυναικών που μίλησαν για τη βία και την κακοποίηση που υπέστησαν, με το κόστος που είχε αυτή η κίνηση.
Τους χρωστάμε αυτό που έκαναν να μην πάει χαμένο.