Με σημείο θέασης το υπέδαφος η Μάνια Μπενίση περιδιαβάζει τα έγκατα της Αττικής και συναντά τα ίχνη όχι μόνο ενός υπόγειου κόσμου, αλλά διαβάζει την αρχέγονη ιστορία της πόλης, εκπληρώνοντας την αρχική της επιθυμία να ασχολείται με το μεταίχμιο φύσης και πόλης.
Ως επιβλέπουσα μηχανικός σε δημόσια έργα συμμετέχει στις εργασίες κατασκευής του μετρό φωτογραφίζοντας αρχαιολογικά ευρήματα, ταξινομώντας διαφορετικά είδη εδάφους.
Η εκ βαθέων περιπλάνησή της στα άδυτα της Ιεράς Οδού, του Ελαιώνα, στο δέλτα του Κηφισού αποτελεί για τη γεωλόγο ερέθισμα μίας καλλιτεχνικής διερεύνησης, αφού στη δραστηριότητα του ανθρωπόκαινου εντοπίζει τα υλικά της δικής της ερμηνείας του παρόντος βίου.
Γύρω μας στο σημείο συνάντησής μας στο Παγκράτι ακούγονται ήχοι κομπρεσέρ μέσα σε ένα σκάμμα λόγω εργασιών δικτύου, λειτουργώντας σαν προοίμιο της καθόδου που θα χαρακτηρίσει τη συζήτησή μας:
«Στην καθημερινότητά μου βρίσκομαι κάτω από τα πόδια σας. Κάτω από τα πεζοδρόμια, τα κτίρια, τις αστικές υποδομές, μέσα στα εδάφη και στους βράχους, μέσα στα ποτάμια που στη δική μας πόλη είναι θαμμένα ή κρυμμένα, μέσα σε ένα καθεστώς ησυχίας και ημίφωτος.
Αυτό κινητοποίησε μέσα μου το καλλιτεχνικό αισθητήριο για να ασχοληθώ με τη φωτογραφία. Στην αρχή με την έννοια του τεκμηρίου και στη συνέχεια με την ποιητική αποτύπωση αυτής της συνθήκης.
Η εικαστική φωτογραφική αποτύπωση που διατρέχεται και από μία νοητική διαδικασία με οδήγησε προς την αρχιτεκτονική σχολή στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, όπου συνέχισα με μεταπτυχιακές σπουδές γύρω από τον σχεδιασμό, τον χώρο, τον πολιτισμό.
Συνειδητοποίησα ότι αυτά τα τεκμήρια του αστικού μετασχηματισμού και της συγκρότησης της πόλης δεν είχαν αξία μόνο από πλευράς τεχνικής κατασκευαστικής, ή αισθητική από πλευράς τέχνης, αλλά είχαν και μια αξία ιστορική, αρχιτεκτονική και πολεοδομική.
Αυτό το τρίπτυχο, τη συνθετική δηλαδή εικόνα που δημιουργούνταν σιγά-σιγά, την αποτυπώνω καλλιτεχνικά αλλά και με θεωρητικά κείμενα. Ενα μέρος της δημοσιεύτηκε στην πρόσφατη περιοδική έκδοση [φρμκ] – Φάρμακο που έχει σχέση με το ανθρωπόκαινο της γειτονιάς μας.
Το τι κάνουμε σε αυτή τη γη σαν νόηση και δράση και πολιτική απόφαση είναι θέματα αρκετά οριακά και ευαίσθητα για συζήτηση, επειδή όταν τα θεωρητικοποιούμε τόσο πιο πολύ τα απομακρύνουμε από μας.
Εγώ πήγαινα προς την αντίθετη κατεύθυνση και ήθελα να μιλήσω, να φωτογραφίσω και να τεκμηριώσω το ανθρωπόκαινο της γειτονιάς μας και το ανθρωπόκαινο της γενιάς μας.
Το ανθρωπόκαινο της γειτονιάς προβάλλει στο υπέδαφος;
Το είδα υπόγεια. Αυτό συνέπεσε με μια δεκαετία της επαγγελματικής μου ζωής που δούλεψα κατά μήκος της Ιεράς Οδού κατά τη διάρκεια της διάνοιξης των υπόγειων έργων του μετρό που οδηγούν από τον σταθμό «Κεραμεικός» μέχρι τον σταθμό «Αιγάλεω – Αγία Μαρίνα».
Η Ιερά Οδός εκτός από την πανάρχαιη ιστορία της συνδεδεμένη με τη διέλευση της πομπής των Ελευσίνιων Μυστηρίων, αλλά και τις αρχαιότητες που βρίσκονται κατά μήκος της, έχει και ένα άλλο κομμάτι. Υπόγειο σε αρκετά μεγάλο βάθος, στο οποίο είναι καταγεγραμμένη η πιο σύγχρονη ιστορία, του τεχνολογικού μας πολιτισμού.
Καθώς η Αθήνα μετάβαινε από τη φυσική συνθήκη προς την τεχνολογική και βιομηχανική, άφηνε σταδιακά το αποτύπωμά της σε στρώματα, αρχαιότερα στο βάθος προς τα νεότερα στην επιφάνεια, που μέσα τους περιέχουν όλα εκείνα τα ίχνη και τα τεκμήρια για να διηγηθούν αυτή την ιστορία συγκρότησης της πόλης.
Η ιστορία αυτή είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη με τον άξονα του Κηφισού ποταμού.
Ο Κηφισός που τέμνει κάθετα την Ιερά Οδό στην περιοχή της οδού Μαρκόνι ήταν ένα προνομιούχο πεδίο, πάντοτε γόνιμο, που αποτέλεσε πόλο έλξης και για αγροτική αρχικά χρήση και καλλιέργεια και στη συνέχεια για κατοίκηση με τεχνικό αντικείμενο.
Στην αρχή γίνονταν αργιλοληψίες για να φτιάξουν με πηλό τα πρώτα βιοτεχνικά είδη, όπως κεραμίδια από πηλό ή αντικείμενα πορσελάνης.
Οι πρώτοι εσωτερικοί μετανάστες που ήρθαν από τα νησιά, στη συνέχεια πρόσφυγες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, όλοι τους κατοίκησαν τη γη αυτή και σιγά-σιγά δημιούργησαν κάποιες αγροικίες, κάποια υποστατικά.
Στη συνέχεια πέρασαν στο κομμάτι της τεχνικής εξέλιξης. Ομως, καθώς οι δεκαετίες περνούσαν, η Αθήνα αναπτυσσόταν όλο και πιο ραγδαία. Τα παλαιότερα κτίρια κατακρημνίζονταν για να ανεγερθούν πολυκατοικίες, μπάζα και ανθρωπογενή υλικά κατέληγαν στους λάκκους που ήδη υπήρχαν από τις αργιλοληψίες στην «πίσω αυλή της Αθήνας», όπως ονομάζεται ο περίφημος Ελαιώνας.
Αυτά τα υλικά απόρριψης δεν ήταν ιδιαίτερα βεβαρημένα γιατί είναι αδρανή υλικά, δηλαδή ουσιαστικά περιέχουν κυρίως σκυροδέματα. Ομως ο τεχνικός πολιτισμός προχωρούσε και περνούσε σε βιομηχανική πλέον παραγωγική διαδικασία και εκεί προέκυπταν νέα είδη ρύπανσης, ανόργανης και οργανικής και τα μπαζώματα γίνονταν πιο βεβαρημένα.
Η συγκάλυψη των υλικών απόρριψης έπρεπε να είναι και πιο δραστική, γιατί υπήρχαν οσμές.
Ο Ελαιώνας, όντας εγκαταλειμμένος χωρίς να έχει μπει στο σχέδιο πόλεως, χωρίς να έχει τα κατάλληλα δίκτυα και τις κατάλληλες δομές, χωρίς να έχει νομοθετηθεί η συγκρότησή του και η χρήση του για άλλου είδους διαδικασίες και σκοπούς, έγινε για δεκαετίες πεδίο απορρόφησης τέτοιων απορρίψεων.
Και το υπέδαφός του αποτελείται σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό από τέτοια ιζήματα. Τα ιζήματα του ανθρωπόκαινου. Δηλαδή αν ήθελε κανείς να χαρτογραφήσει το αθηναϊκό ανθρωπόκαινο, ένας άξονας στον οποίο θα έβρισκε οπωσδήποτε μια μεγάλη σε έκταση και εμβαδό πηγή ανθρωπόκαινου θα ήταν αυτό.
Οπως και στην Ελευσίνα που έχει ακόμα μεγαλύτερη βιομηχανική εξέλιξη.
Εχεις «διαβάσει» πολλές ιστορίες στα αθηναϊκά έγκατα;
Είναι καταγεγραμμένες μέσα στο υπέδαφος και έχουν πολλά να μας πουν για τη μνήμη και για τη λήθη. Για το ήθος και για τον χώρο. Για τις πρακτικές που ακολουθούμε θελημένα ή άθελά μας για τη λεγόμενη σφραγίδα που αφήνουμε πίσω μας.
Ερχόμαστε αντιμέτωποι με τα σκουπίδια που πέταξαν οι γονείς μας, οι παππούδες μας, η δική μας η γενιά. Το ίζημα είναι πολύ σύγχρονο, γι’ αυτό και προτιμώ να μιλήσω για το παρόν. Για αυτά που μπορούμε να κάνουμε όσο είμαστε εμείς εδώ οι ίδιοι και τα αντικρίζουμε μπροστά μας.
Για ό,τι κατεβάζει μια πλημμύρα σε μια μέρα ισχυρής βροχής στον Κηφισό. Είχα κάνει αυτό το πείραμα στο δέλτα Φαλήρου, εκεί όπου ξεβράζεται ο Κηφισός, μετά από μια πάρα πολύ μεγάλη καταιγίδα και τράβηξα μερικές φωτογραφίες για το πώς καλύφθηκε ο κόλπος του Φαλήρου σχεδόν μέχρι την Καστέλα και τον Πειραιά.
Τι κατεβάζει η βροχή από την πόλη στη θάλασσα;
Τα σκουπίδια της ασκούπιστης πόλης μας. Είναι ένα φυσικό βιωματικό πείραμα, που έχει την αξία του. Δεν χρειάζεται να φτάσουμε να θαφτούν αυτά και να γίνουν στρώματα για να ψάξει κάποιος ειδικός να τα φέρει στην επιφάνεια ή κάποιος μουρλός καλλιτέχνης να τα φωτογραφίσει ούτως ώστε να τα βάλουμε στο σύστημά μας.
Ασχολούμαι και καλλιτεχνικά με την έννοια του ανθρωπόκαινου.
Εχω συγκροτήσει ένα σώμα δουλειάς που έχει σχέση με αυτό. Με ενδιαφέρουν τα techno fossils, τα λεγόμενα απολιθώματα της τεχνολογικής εποχής. Αυτά αν τα δει κανείς σε μία άλλη κλίμακα συνειδητοποιεί ότι έχουν μια αισθητική ομορφιά.
Η πολυπλοκότητα των χρωμάτων τους, που δεν είναι καθόλου γαιώδη και φυσικά, αλλά είναι μια πανσπερμία βιομηχανικών δημιουργημένων χρωμάτων όλου του φάσματος, σε συνδυασμό με την έλλειψη φθοράς τους έχουν ενδιαφέρον.
Χωράει η γη άλλα στοιχεία του ανθρωπόκαινου;
Κατά τη διάρκεια αυτής της γεωλογικής εποχής του ανθρωπόκαινου αισθανόμαστε ότι η γη δεν μπορεί να χωνέψει αυτά που εμείς διαθέτουμε. Λέγαμε κάποτε ότι θα βγουν στη θάλασσα και κάπως θα απορροφηθούν. Ή ότι θα τα σκεπάζαμε με άργιλο που είναι μονωτική ουσία και η γη με έναν τρόπο θα τα χωνέψει… Ε λοιπόν δεν μπορεί. Μην ξεχνάμε ότι έχουμε ήδη αρχίσει και παράγουμε και διαστημικά σκουπίδια. Οπότε η κλίμακα αρχίζει και ξεφεύγει από τα όρια.
Νιώθεις όταν βρίσκεσαι στα έγκατα ότι έχεις να συναντηθείς με ένα πλάσμα, με μία οντότητα, σαν κάτι να σε παρακολουθεί;
Πολλές φορές αισθάνομαι την παρουσία των προηγούμενων γενεών.
Ειδικά όταν ξέρω ότι βρίσκομαι σε μια πόλη που έχει τρισχιλιετή ιστορία και όταν έχω υπόψη μου ποιες είναι οι αρχικές γειτονιές, πού βρίσκονταν τα νεκροταφεία, αν είμαι εντός ή εκτός των τειχών, αν είμαι κάτω από δρόμους που προφανώς έχουν διατηρηθεί και αποτελούν κομβικές οδούς της πόλης – όπως είναι η Ιερά Οδός που ήταν σε χρήση από την αρχαιότητα και συνεχίζει να είναι σε χρήση μέχρι και σήμερα -, όταν έχουμε βρει τόσους πολλούς τάφους και τόσα πολλά ίχνη και τεκμήρια μιας κατοίκησης της πόλης, ποτέ δεν αισθάνομαι μόνη μου.
Και το βλέπω με πολύ μεγάλη συγκίνηση αυτό. Θα έλεγα ότι είναι ένα κομμάτι του άδηλου που επίσης έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον. Γιατί δεν είναι μόνο τα ίχνη και τα τεκμήρια που μπορείς να τα καταγράψεις. Είναι και όλα αυτά που τα πήρε ο χρόνος και χάθηκαν και ποτέ κανείς δεν τα ξαναείδε, δεν ξαναμίλησε για αυτά και έχουν ακόμα πιο μυστηριακό και ποιητικό κάλυμμα.