Όσοι έσπευσαν να παρερμηνεύσουν την ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την πώληση ενός συστήματος επικοινωνίας και ασφάλειας για τα τουρκικά F-16, γρήγορα προσγειώθηκαν στην πραγματικότητα.
Η πώληση αφορά ραντάρ και αναβαθμίσεις λογισμικού των ηλεκτρονικών συστημάτων του Επιχειρησιακού Προγράμματος Πτήσεων (OFP) με την ικανότητα Automatic Ground Collision Avoidance System (AGCAS). Το συγκεκριμένο πρόγραμμα δεν έχει καμία σχέση με την αναβάθμιση και πώληση νέων F-16 στην Τουρκία. Αλλωστε το πρώτο έχει ύψος μόλις 260 εκατ. δολάρια, ενώ το δεύτερο 20 δισ. δολάρια. Η διαπραγμάτευση του δεύτερου και πολύ σημαντικότερου θα συνεχιστεί μετά τις τουρκικές εκλογές.
Προς το παρόν ισχύουν στο ακέραιο το μπλόκο και οι όροι που έχει θέσει το Κογκρέσο για την πώληση F-16 block70 και την αναβάθμιση τουρκικών F-16 σε Vipers. Οι Αμερικανοί εμφανίζονται αποφασισμένοι να εφαρμόσουν μια πολιτική «διαπαιδαγώγησης» της Τουρκίας: Θα την επιβραβεύουν με ένα «τυράκι», όταν συμπεριφέρεται σωστά και θα της «τραβούν το λουρί» όταν παραφέρεται. Τώρα της δίνουν κάτι μικρό, που το ήθελε διακαώς και το ίδιο το ΝΑΤΟ, προκειμένου οι τούρκοι πιλότοι να μπορούν να επικοινωνούν με τους πιλότους των άλλων ΝΑΤΟϊκών χωρών στις στρατιωτικές ασκήσεις, αλλά και σε περίπτωση ανάγκης, κάτι που είναι χρήσιμο και για την Ελλάδα.
Οι Αμερικανοί διά του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μάλιστα αναφέρουν ρητώς ότι τα συστήματα που προτίθεται να πωλήσουν θα βελτιώσει την ικανότητα της Τουρκίας να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες και μελλοντικές απειλές και να βοηθήσει στην υπεράσπιση της πατρίδας της και του προσωπικού των ΗΠΑ που βρίσκεται εκεί. Και το σημαντικότερο; Δεν πρόκειται, κατά τους Αμερικανούς, να αλλάξει τη βασική στρατιωτική ισορροπία στην περιοχή.
Οι δεύτερες σκέψεις
Αναλυτές θεωρούν ότι η ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, παραμονή των τουρκικών εκλογών, αποκαλύπτει τις δεύτερες σκέψεις κάποιων Αμερικανών για τον επικεφαλής της τουρκικής αντιπολίτευσης, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.
Η επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, προ διμήνου, μάλλον απέτυχε, ενώ ο Ιμπραχίμ Καλίν, ο εξ απορρήτων σύμβουλος του Ερντογάν, φαίνεται να έπεισε κάποιους ότι μόνον ο Ερντογάν μπορεί να κρατήσει την Τουρκία σταθερή και άρα, εν μέρει έστω, αξιόπιστη σύμμαχο της Δύσης. Υπάρχουν, βέβαια, και οι πάντα βιαστικοί, εντός του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί να χαθεί η Τουρκία και σπεύδουν να ανακοινώσουν άρον-άρον κάτι, έστω και μικρό, που μπορεί ο Ερντογάν να αξιοποιήσει προεκλογικά, πιστεύοντας ότι έτσι μπορούν να τον αλλάξουν.
Στο μεταξύ, η ελληνοαμερικανική στρατηγική συνεργασία αναβαθμίζεται συνεχώς. Αξιόπιστες πηγές στην Αθήνα και την Ουάσιγκτον αναφέρουν ότι οι Αμερικανοί έχουν επιλέξει με την Ελλάδα το «μοντέλο Ισραήλ». Τι σημαίνει αυτό; Οσα όπλα κι αν οι Αμερικανοί πωλήσουν στους Αραβες, το Ισραήλ έχει πάντα την προτεραιότητα, τόσο σε ποιότητα όσο και σε όρους χρηματοδότησης των αμερικανικών εξοπλισμών.
Το ίδιο συμβαίνει σήμερα και με την Ελλάδα. Οσα κι αν εξασφαλίσει η Τουρκία, η Ελλάδα θα έχει εφεξής το ποιοτικό προβάδισμα και μια γενναιόδωρη χρηματοδότηση που θα διευκολύνει την προμήθεια των πανάκριβων αμερικανικών οπλικών συστημάτων. Οι ίδιες πληροφορίες επιμένουν ότι τις επόμενες μέρες αναμένονται ανακοινώσεις και για την αεροπορία και για τον στρατό ξηράς. Ομως, το «game changer», αυτό που θα αλλάξει το παιχνίδι και θα εξασφαλίσει την ελληνική υπεροπλία θα έρθει αμέσως μετά τις τουρκικές εκλογές. Σημειωτέον ότι αυτές θα διεξαχθούν στις 14 Μαΐου, ενώ οι ελληνικές στις 21 Μαΐου.
Ας μην ξεχνάμε άλλωστε και την άρση του εμπάργκο αμερικανικών όπλων προς την Κύπρο και τις συχνές κοινές στρατιωτικές ασκήσεις Κύπρου – ΗΠΑ. Ακόμα και υποβρύχιο έφεραν οι Αμερικανοί στη Λεμεσό, δείχνοντας πόσο τους ενδιαφέρει η στρατιωτική συνεργασία.