Με την ετυμηγορία του S&P για την Ελλάδα κλείνει ο κύκλος των αξιολογήσεων της 4ετίας. Αργά το βράδυ θα λυθεί ο γρίφος και θα φανεί αν τελικά η ελληνική οικονομία θα αποκτήσει την επενδυτική βαθμίδα. Αρκετοί αναλυτές χαρακτηρίζουν απίθανη μια αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα μέχρι να υπάρξει καθαρή εικόνα για την επόμενη κυβέρνηση.
Μετά από δώδεκα αναβαθμίσεις της Ελλάδας από το 2019, ο S&P βαθμολογεί τη χώρα ένα σκαλοπάτι πριν από την επενδυτική βαθμίδα. Ακόμα και αν η Ελλάδα δεν λάβει την προσεχή Παρασκευή την επενδυτική βαθμίδα, εφόσον δεν υπάρξουν δυσάρεστες εκπλήξεις η χώρα εκτιμάται ότι θα επιστρέψει στην επενδυτική βαθμίδα εντός του 2023.
Ισχυρό σήμα για τις αγορές
Η επενδυτική βαθμίδα, σύμφωνα με τους οικονομολόγους, αναμένεται να αποδειχθεί ένα ισχυρό σήμα για τις αγορές, βελτιώνοντας τις προσδοκίες και οδηγώντας στην διεύρυνση της επενδυτικής βάσης και κατ’ επέκταση στην αποκλιμάκωση του κόστους χρηματοδότησης, τόσο του ελληνικού κράτους όσο και των εγχώριων επιχειρήσεων.
Οι παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη οι οίκοι αξιολόγησης είναι διαρθρωτικοί, μακροοικονομικοί, δημοσιονομικοί και το εξωτερικό ισοζύγιο. Όσο υπάρχουν αβεβαιότητες για το μέλλον της οικονομίας τόσο θα καθυστερεί η απόκτηση της επενδυτικής βαθμίδας.
Σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ, εάν οι προσεχείς εκλογές δε διαταράξουν την πορεία της οικονομίας, η συνεχιζόμενη βελτίωση είναι πολύ πιθανό να οδηγήσει στην επιθυμητή αναβάθμιση προς το τέλος του 2023, επιταχύνοντας τη βελτίωση της οικονομίας από τότε και μετά. Εκτός από τους άλλους σημαντικούς παράγοντες βελτίωσης της οικονομίας, η ευστάθεια του δημοσιονομικού ισοζυγίου είναι κρίσιμη συνθήκη. Η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων το συντομότερο δυνατό, και ιδίως με διατηρήσιμο τρόπο, αποτελεί προϋπόθεση για την συστηματική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.
Πηγή: OT