Το 2007 σε μια έρευνα της Κάπα Research για το Βήμα και με αφορμή τα σαράντα χρόνια από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, σχεδόν οι μισοί από όσους έλαβαν μέρος στην έρευνα (50,9%) δήλωναν ότι η χούντα προσέφερε και οφέλη στη χώρα. Αντίθετα μόνο το 35,1% των ερωτηθέντων θεωρούσε την απριλιανή δικτατορία επιζήμια για τη χώρα. Οι ερωτηθέντες σε ποσοστό 88,8% τόνιζαν ότι είναι ενημερωμένοι για αυτήν την περίοδο, ενώ το 71,1% πίστευε ότι το καθεστώς της 21ης Απριλίου ήταν αποτέλεσμα της προβληματικής λειτουργίας της δημοκρατίας.
Σε έρευνα του ΕΚΚΕ το 1985, δηλαδή μια δεκαετία περίπου από την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, μόλις το 5,7% είχε καλή γνώμη για τη χούντα.
Το 1997, δηλαδή 12 χρόνια μετά, σε γκάλοπ του ΚΠΕΕ, ποσοστό 15,4% θεωρούσε πως η δικτατορία «έκανε βασικά καλό στην Ελλάδα», ένα 39,3% τής αναγνώριζε κάποιες καλές πλευρές κι 6,7% απέφυγε ν’ αποφανθεί σχετικά.
Πριν από λίγες ημέρες, σε έρευνα της aboutpeople για λογαριασμό του ινστιτούτου Eteron, το 13% των συμμετεχόντων στην έρευνα συμφωνεί με την άποψη ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, η δικτατορία είναι ίσως προτιμότερη από την δημοκρατία…
Επίσης, περί το 10% του ελληνικού λαού, με βάση τις απαντήσεις στην έρευνα, έχει ακροδεξιές τάσεις.
Κάπως έτσι πορεύεται η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία η οποία ξεκίνησε μετά την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών.
Κάπως έτσι θυμόμαστε κάθε 21η Απριλίου αυτή τη αποφράδα ημέρα του 1967 η οποία για πολλούς «ήταν καλή».
Ναι, υπάρχουν χιλιάδες ανάμεσά μας οι οποίοι πολλές φορές σκέφτονται «πόσο καλή ήταν η Χούντα», «πόσο έντιμοι ήταν οι πραξικοπηματίες», «πόσο καλό θα ήταν να είχαμε και σήμερα μια Χούντα» ή «τότε μοίραζαν λεφτά, τώρα πεινάμε και οι 300 της Βουλής περνάνε καλά».
Δεν τα έχετε ακούσει ποτέ όλα αυτά; Αμφιβάλλω.
56 χρόνια μετά από εκείνο το ξημέρωμα όπου «δεν χτύπησε ο γαλατάς τις πόρτες», από εκείνη την ημέρα που τα τανκ πολιόρκησαν την Αθήνα και έπιασαν με τις… πιτζάμες το πολιτικό σύστημα, υπάρχουν χιλιάδες συμπολίτες μας που εξυμνούν τους χουντικούς.
Και δεν είναι μόνο κάποια ξεμωραμένα γεροντάκια που ευνοήθηκαν από το καθεστώς των Συνταγματαρχών. Δεν είναι μόνο κάποιοι απόγονοι των προδοτών της Δημοκρατίας.
Είναι και άνθρωποι που υποτιμώντας την κοινοβουλευτική Δημοκρατία, που απαξιώνοντας τα επιτεύγματά της, που εστιάζοντας σε λάθη ή παραλείψεις της, λένε «μακάρι να είχαμε μια Χούντα σήμερα».
Και το πρόβλημα είναι σοβαρό, όχι γιατί κινδυνεύουμε από τα γεροντοφρικιά που νοσταλγούν την 7ετία. Αλλά γιατί κινδυνεύουμε από μια νέα γενιά «δικαστών» της Δημοκρατίας που ονειρεύονται απολυταρχικά καθεστώτα, στο όνομα της «τιμιότητας», της «πατρίδας», της «σωτηρίας από τους επίορκους πολιτικούς» και άλλα πολλά.
Εχουμε τέτοιους και μέσα στη Βουλή, συγκαλυμμένους φασίστες, λαοπλάνους, «τηλεπωλητές» ακραίων ιδεολογιών, πάντα στο όνομα της Ελλάδας.
Τους είχαμε και παλιότερα. Ο Γεωργαλάς που συνέγραφε βιβλία με τον Καμμένο, ο Κώστας Πλεύρης που υψώνει το χέρι και χαιρετά φασιστικά μέσα στο δικαστήριο, οι «Κασιδιάρηδες» που υπόσχονται «κάθαρση», μιλάνε για «προδότες» και δεσμεύονται πως όταν θα ξαναγυρίσουν «θα τρέμει η γη».
Το πρόβλημα είναι ξεκάθαρα πολιτικό και εκπαιδευτικό. Εδώ και χρόνια οι γενιές των Ελλήνων δεν μαθαίνουν την πραγματική ιστορία του τόπου.
Ποιος 17χρονος που αύριο θα πάει να ψηφίσει, γνωρίζει π.χ. ποιος είναι ο Σπύρος Μουστακλής και τι πρόσφερε στην πατρίδα;
Ποιος ξέρει τον αγώνα του Αλέκου Παναγούλη κατά της Χούντας; Ποιος γνωρίζει ότι ο Παπαδόπουλος, ο Παττακός, ο Ιωαννίδης και οι άλλοι χουντικοί ήταν μια δράκα καθαρμάτων, ηλιθίων, βασανιστών οι οποίοι βουτήχτηκαν στο αίμα αθώων που βασανίστηκαν στο κολαστήριο του ΕΑΤ – ΕΣΑ;
Ποιος ξέρει ότι το περίφημο «οικονομικό θαύμα της Χούντας» είναι μια τεράστια απάτη για να συγκαλυφθεί η τεράστια διαφθορά από τα λαμόγια της Επταετίας και τους συνοδοιπόρους τους;
Γνωρίζουν οι Ελληνες ένα μόνο απλό; Ότι το δημόσιο χρέος από 32 δισ. δραχμές το 1966 έφτασε στα 87,5 δις. δραχμές τον Ιανουάριο του 1973 ενώ το 1974 πήγε στα 114 δισ. δραχμές;
Το μόνο που γνωρίζουν κάποιοι είναι ότι «η Χούντα έκανε έργα, οι Ελληνες περνούσαν καλά».
Και βεβαίως, πόσοι από τους χιλιάδες νέους οι οποίοι σήμερα ψηφίζουν ή θα ψηφίσουν τους φανερούς και τους κρυφούς φασίστες και φιλοχουντικούς, γνωρίζουν για το έγκλημα της Κύπρου;
Δυστυχώς, 56 χρόνια μετά μιλάμε για τα αυτονόητα. Και δεν μιλάμε για το γεγονός ότι ουδέποτε έγινε μια σοβαρή προσπάθεια αποχουντοποίησης της δημόσιας διοίκησης και των Σωμάτων Ασφαλείας, με ευθύνη και των πρώτων κυβερνήσεων της Μεταπολίτευσης.
Αλλά πρέπει να μιλάμε και για τις ευθύνες των σημερινών κομμάτων ή μεμονωμένων πολιτικών που προσβάλλουν τη Δημοκρατία, δίνοντας χώρο σε ακροδεξιούς να σπέρνουν το σπόρο της αμφιβολίας και του διχασμού.
«Ε ρε μια Χούντα που μας χρειάζεται…», ακούμε συχνά. Κι αυτό είναι ίσως το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί σε μια χώρα που λησμονεί το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν της ή που άγεται και φέρεται από «πληρωμένους» ιστορικούς και δημοσιολογούντες οι οποίοι έχουν ως μοναδικό στόχο την παραχάραξη της Ιστορίας.
Δεν πρέπει να τους αφήσουμε.
Υ.Γ. : Το παιχνίδι της ζωής, και της μοίρας, έφερε αυτή τη θλιβερή επέτειο για την Ελλάδα, να χαθεί ένας φωτεινός άνθρωπος, η Μυρσίνη Ζορμπά. Μια ταπεινή αγωνίστρια κατά της Χούντας μέσα από τις τάξεις του ΠΑΜ και της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων.
Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι αγωνίστηκαν απέναντι σ’ αυτό το «τέρας» αλλά ο κόσμος δεν το γνωρίζει;