Δεν χωρά καμία αμφιβολία ότι το κενό που αφήνει με τον θάνατό του – την Τετάρτη που μας πέρασε, από την επάρατη νόσο – ο Μισέλ (Μιχάλης) Δημόπουλος είναι μεγάλο. Ο Δημόπουλος υπήρξε ο άνθρωπος-κλειδί που στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ανέλαβε την «επικίνδυνη αποστολή» (ανάθεση τότε του Απόστολου Δοξιάδη) να κάνει λίφτινγκ στο πρόσωπο του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, να του ανοίξει τα φτερά προς το εξωτερικό και να χτίσει πάνω του τη διεθνή μορφή που όπως όλοι γνωρίζουμε ο θεσμός έχει αποκτήσει εδώ και 30 χρόνια.
Για όλους αυτούς τους λόγους θα τον θυμόμαστε πάντα, όπως επίσης θα θυμόμαστε ότι ο Δημόπουλος δεν ήταν καθόλου τυχαίος και ό,τι κέρδισε το κέρδισε με το σπαθί του. Ηταν ένας βαθιά καλλιεργημένος άνθρωπος, ένας διανοούμενος με όλη τη σημασία της λέξης και κυρίως ένας βαθύς γνώστης του κινηματογράφου τον οποίο σπούδασε στη δεύτερη πατρίδα του, τη Γαλλία. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, εργάστηκε ως κριτικός κινηματογράφου (στην εφημερίδα «Η Αυγή») και για κάποια χρόνια είχε την ευθύνη της έκδοσης του θρυλικού κινηματογραφικού περιοδικού «Σύγχρονος Κινηματογράφος» στην δεύτερη περίοδό του. «Συνεργάτες και φίλοι του, οι οποίοι προσέδωσαν ιδιαίτερο περιεχόμενο και χροιά στην κινηματογραφική κριτική και στην κινηματογραφοφιλία εκείνα τα χρόνια ήταν ο Χρήστος Βακαλόπουλος και ο Γιώργος Μπράμος. Απόντες και οι τρεις τώρα» όπως επισημαίνει το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στη σύντομη αλλά ουσιαστική ανακοίνωσή του.
Τέλος στην εσωστρέφεια
Υστερα από πρόταση του Απόστολου Δοξιάδη, ο Δημόπουλος ανέλαβε τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1992, στην οποία θα καθόταν ως το 2004 (η φυγή του δεν έγινε κάτω από καλές συνθήκες, αλλά αυτό δεν είναι της παρούσης). Το επίτευγμά του ήταν μεγάλο: σε μια εποχή όπως τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, η απαλλαγή ενός κρατικού πολιτιστικού θεσμού από την ασφυκτική εσωστρέφεια που τον διέκρινε δεν ήταν εύκολη αποστολή. Ο Δημόπουλος όμως τα κατάφερε, όχι χωρίς συγκρούσεις και όχι χωρίς βοήθεια στο πλευρό του.
Με σύμμαχο τον Δημήτρη Εϊπίδη, που ειρωνικά θα βρισκόταν ο ίδιος στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΦΚΘ πολλά χρόνια μετά την αποχώρηση του Δημόπουλου, ο τελευταίος ανανέωσε ριζικά την εικόνα του φεστιβάλ, ξανακερδίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη ενός κοινού που το είχε εγκαταλείψει. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ορισμένες από τις εξέχουσες προσωπικότητες του διεθνούς κινηματογραφικού στερεώματος που ο Δημόπουλος μαζί με τον Εϊπίδη έφεραν σε επαφή με το κοινό του φεστιβάλ και θα αντιληφθεί τι σήμαναν για τον θεσμό αυτοί οι δύο άνθρωποι: Μάρκο Μπελόκιο και Νάνι Μορέτι (Ιταλία), Ανιές Βαρντά (Βέλγιο), Οτάρ Ιοσελιάνι (Γεωργία), Αμπάς Κιαροστάμι και Τζαφάρ Παναχί (Ιράν), Γέρζι Σκολιμόφσκι (Πολωνία), Μίκλος Γιάντσο (Ουγγαρία).
«Ο Τριφό είχε πει κάποτε – και είχε δίκιο – ότι θα φτάσουμε στο σημείο να κινδυνεύουμε να μας κρίνουν άνθρωποι που δεν θα έχουν δει ούτε μια ταινία του Μουρνάου» είχε πει πριν από χρόνια ο Δημόπουλος σε συνέντευξή του στο «Βήμα». Και δεν είναι καθόλου τυχαίο που ως διευθυντής του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης (και όχι μόνο) αυτός ο άνθρωπος έδινε πάντα σημασία στον νευραλγικό ρόλο που ένας θεσμός όπως το ΦΚΘ οφείλει να έχει σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση του κοινού.