Τα γεγονότα που προηγήθηκαν της συμφωνίας για τη διάσωση της Credit Suisse είναι συγκλονιστικά, αλλά και ενδεικτικά του μεγέθους της κρίσης: το πρώτο τρίμηνο του έτους καταγράφηκαν εκροές κεφαλαίων ύψους 61,2 δισ. ελβετικών φράγκων (περίπου 69 δισ. ευρώ), καθώς οι πελάτες εγκατέλειπαν μαζικά την πληγείσα τράπεζα.
Κι αυτό ακριβώς το νούμερο αποκαλύπτει το μέγεθος του δύσκολου έργου που καλείται να φέρει εις πέρας η UBS μετά την εξαγορά της πάλαι ποτέ ανταγωνίστριάς της.
Όπως ανακοίνωσε η ίδια η Credit Suisse τη Δευτέρα, η φυγή πελατών ήταν πιο έντονη τις ημέρες πριν οι ελβετικές ρυθμιστικές αρχές ενορχηστρώσουν τη διάσωση από την UBS τον περασμένο μήνα, προσθέτοντας ότι ενώ οι εκροές έχουν σταθεροποιηθεί, δεν έχουν αντιστραφεί.
Παράγοντες της αγοράς υπογραμμίζουν ότι το τεράστιο αυτό νούμερο και η τάση αυτή (η οποία συνεχίζεται αν και με βραδύτερο ρυθμό) εξηγεί εν μέρει γιατί οι ελβετικές ρυθμιστικές αρχές αποφάσισαν να παρέμβουν άμεσα.
Για να γίνει αντιληπτή η τάξη μεγέθους των απωλειών, αξίζει να σημειωθεί ότι μέσα στους πρώτους τρεις μήνες του έτους η Credit Suisse έχασε το 9% των περιουσιακών στοιχείων, σε μια «αιμορραγία» που είναι πιθανόν να συνεχιστεί και στο δεύτερο τρίμηνο. Τους τελευταίους τρεις μήνες του 2022, οι πελάτες απέσυραν περίπου 120 δισεκατομμύρια ευρώ από τραπεζικά περιουσιακά στοιχεία.
Ο γάμος με την UBS
Η συμφωνία για εξαγορά από την UBS ύψους 3,25 δισ. δολ. χαρακτηρίστηκε ως ένας γάμος «με το πιστόλι στον κρόταφο» και δημιουργεί νέα δεδομένα στην παγκόσμια αγορά: πρόκειται για την πρώτη φορά που δύο παγκόσμια -συστημικά σημαντικά- χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «παντρεύονται» και είναι η πιο σημαντική τραπεζική συμφωνία από την οικονομική κρίση πριν από 15 χρόνια.
Η συμφωνία UBS-Credit Suisse, με την εσπευσμένη μεσολάβηση της Βέρνης, θα αλλάξει το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό τοπίο. Ακόμη και πριν το συγκεκριμένο σοκ, η Σιγκαπούρη –η γεμάτη υγρασία «Ελβετία» της Ασίας– πλησίαζε τους διαχειριστές ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων της Ζυρίχης και της Γενεύης. Οι εξελίξεις θα επιταχύνουν περαιτέρω την άνοδο των διεθνών ανταγωνιστών της Ελβετίας.
Οι κίνδυνοι και τα ομόλογα ΑΤ1
Ωστόσο, η συμφωνία εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους σε ό,τι αφορά την ολοκλήρωσής της, για την ίδια την UBS. Οι αναλυτές έχουν προβλέψει ότι και οι δύο τράπεζες θα μπορούσαν να χάσουν πελάτες, ειδικά πλούσιους που έχουν λογαριασμούς και στους δύο δανειστές και τώρα θέλουν να διαφοροποιήσουν τον κίνδυνο.
«Το μέγεθος των απωλειών και των εκροών είναι ανησυχητικό», δήλωσε ο Thomas Hallett, αναλυτής της Keefe, Bruyette & Woods, τη Δευτέρα. «Έρχονται περισσότερα. Με απλά λόγια, ακόμη και αν η UBS καταφέρει να αποπληρώσει 8 δισ. SFr έως το 2027, η τροχιά των εσόδων είναι τόσο κατεστραμμένη που η συμφωνία θα μπορούσε κάλλιστα να αποδειχθεί βαρίδι για τα αποτελέσματα της UBS, εκτός εάν ανακοινωθεί ένα βαθύτερο σχέδιο αναδιάρθρωσης».
Η συμφωνία παραμένει εγκλωβισμένη σε μια σειρά νομικών και υλικοτεχνικών προκλήσεων, ιδιαίτερα γύρω από την εξάλειψη των 17 δισεκατομμυρίων δολαρίων των ομολόγων της Credit Suisse AT1 . Η ελβετική ρυθμιστική αρχή FINMA έχει δεχθεί ήδη μήνυση από τους κατόχους ομολόγων σχετικά με την απόφαση να μηδενιστούν τα AT1 – ευρέως θεωρούμενα ως σχετικά επικίνδυνες επενδύσεις – ενώ οι επενδυτές μετοχών θα λάβουν πληρωμές ως μέρος της εξαγοράς .
Και αυτή είναι μόνο η αρχή καθώς αναμένονται κι άλλες αγωγές τα επόμενα χρόνια.
Στην ετήσια γενική συνέλευση τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Axel Lehmann και ο διευθύνων σύμβουλος Ulrich Koerner ζήτησαν συγγνώμη από τους μετόχους και το προσωπικό. Και οι δύο ανέλαβαν τις θέσεις τους τα τελευταία δύο χρόνια και κληρονόμησαν μια τράπεζα που ταλαιπωρήθηκε από μια σειρά από σκάνδαλα υψηλού προφίλ, αποτυχίες διαχείρισης κινδύνου και μεγάλες ζημίες.
Η Credit Suisse σημείωσε ετήσια καθαρή ζημία 7,3 δισεκατομμυρίων ελβετικών φράγκων το 2022 , συμπεριλαμβανομένης ζημίας 1,4 δισεκατομμυρίων μόνο το τέταρτο τρίμηνο.
Το χρονοδιάγραμμα
Η εξαγορά αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το τέλος του τρέχοντος έτους, αλλά η πλήρης απορρόφηση των δραστηριοτήτων της Credit Suisse στον Όμιλο UBS αναμένεται να διαρκέσει περίπου τρία έως τέσσερα χρόνια.
Οι τράπεζες είναι το Νο. 1 και το Νο. 2 σε στοιχεία ενεργητικού στην εγχώρια αγορά τους και αμφότερες διαθέτουν επενδυτικές τράπεζες της Wall Street και βραχίονες διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων.
Η UBS έδωσε μόνο μια πρόχειρη περιγραφή των σχεδίων της για την Credit Suisse και τις επιχειρήσεις που σκοπεύει να διατηρήσει. Έχει πει ότι θα κρατήσει ζωντανό το brand Credit Suisse στην Ελβετία για το άμεσο μέλλον.
Η δραματική διάσωση
Η δραματική διάσωση της Credit Suisse Group AG είναι ένα μάθημα ότι ακόμη και οι καλά κεφαλαιοποιημένες τράπεζες μπορούν να χάσουν την εμπιστοσύνη της αγοράς, σύμφωνα με ανώτερο ιαπωνικό ρυθμιστικό στέλεχος.
«Η Credit Suisse είχε έναν τόσο υψηλό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας και, ωστόσο, η αγορά το εγκατέλειψε κρίνοντας ότι είχε ένα αδύναμο επιχειρηματικό μοντέλο», δήλωσε σε συνέντευξή του η Τομόκο Αμάγια, υφυπουργός διεθνών υποθέσεων της Υπηρεσίας Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών. Είναι «ένα σημαντικό μάθημα» ότι η ύπαρξη πολλών κεφαλαίων δεν αρκεί για να καθησυχάσει την αγορά, τόνισε χαρακτηριστικά.
Μάλιστα, η Αμάγια μιλώντας στο Bloomberg, είπε ότι η FSA, η χρηματοοικονομική ρυθμιστική αρχή της Ιαπωνίας, παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο οι χρηματιστηριακές εταιρείες πούλησαν επικίνδυνο χρέος αξίας 140 δισεκατομμυρίων γιεν (1 δισεκατομμύριο δολάρια) που εκδόθηκαν από την Credit Suisse, γνωστά ως επιπρόσθετα ομόλογα Tier 1.
«Έχουμε ήδη εντοπίσει τις πωλήσεις από ιαπωνικές χρηματιστηριακές εταιρείες σε Ιάπωνες επενδυτές, συμπεριλαμβανομένων ιδιωτών επενδυτών», τόνισε.
Οι λόγοι
Τους λόγους για τους οποίους η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Ελβετίας παραβίασε τις «βασικές της τις αρχές» επιχείρησε να εξηγήσει στις αρχές του μήνα η υπουργός Οικονομικών της χώρας Κάριν Κέλερ-Σούτερ στην ημερήσια εφημερίδα της Γενεύης «Le Temps».
Δίχως περιστροφές η Κέλερ-Σούτερ, στέλεχος του ελβετικού Φιλελεύθερου Κόμματος και η ίδια, παραδέχθηκε ότι αν η Credit Suisse αφηνόταν να καταρρεύσει, θα συμπαρέσυρε πιθανώς και την οικονομία της Ελβετίας. «Η κυβέρνηση έδρασε για να προστατεύσει με τον καλύτερο τρόπο το συμφέρον της χώρας οργανώνοντας τάχιστα την ανάληψη της δεύτερης μεγαλύτερης χώρας της Ελβετίας από τη UBS, τη βασική της εγχώρια ανταγωνίστρια», τόνισε.
«Λάθος κουλτούρα»
«Για να γλιτώσει την πτώχευση η Credit Suisse περίπου 109 δισ. ελβετικά φράγκα (110 δισ. ευρώ) έπεσαν στο τραπέζι στα μέσα του μήνα που πέρασε, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών εγγυήσεων και της ρευστότητας που διέθεσε η Κεντρική Τράπεζα της Ελβετίας», υπενθυμίζει η «Le Temps».
«Δεδομένων των συνθηκών ενεργήσαμε όσο καλύτερα μπορούσαμε για να ελαχιστοποιήσουμε το βάρος για το κράτος και τους φορολογούμενους», τόνισε η Κάριν Κέλερ-Σούτερ. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι χωρίς την αποφασιστική παρέμβαση των αρχών, η εναλλακτική λύση θα ήταν μια χρεοκοπία της Credit Suisse το πρωί της Δευτέρας 20 Μαρτίου, συνοδευόμενη πιθανώς από μια κατάρρευση της ελβετικής οικονομίας», υποστήριξε η ελβετίδα υπουργός.
Πηγή: ΟΤ