Αργά αλλά συστηματικά οι Ευρωπαίοι αποσύρουν τις αποταμιεύσεις τους από τις τράπεζες αναζητώντας καλύτερες αποδόσεις. Και αυτό, γιατί, όπως αποδείχθηκε, οι τραπεζίτες έσπευσαν να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού, ακολουθώντας την πολιτική νομισματικής σύσφιγξης της ΕΚΤ, «αμέλησαν», όμως, να κάνουν το ίδιο με τα επιτόκια καταθέσεων, επιστρέφοντας στις εποχές της «ψαλίδας» μεταξύ των πρώτων και των δεύτερων.

Η τάση αυτή αποτυπώθηκε στα κερδοφόρα οικονομικά αποτελέσματα της αρχής του έτους που ανακοίνωσαν ορισμένες από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες , τα οποία έδωσαν την πρώτη «γεύση» του φαινομένου “bank walk”, μιας αργής αλλά αξιοσημείωτης εκροής καταθέσεων σε μετρητά, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Reuters.

ΗΠΑ: Φόβοι για νέες καταρρεύσεις τραπεζών λίγα 24ωρα μετά την εξαγορά της First Republic από τη JPMorgan

Η αύξηση των επιτοκίων

Η πρακτική των τραπεζών να μην αυξήσουν αντίστοιχα τα επιτόκια καταθέσεων μπορεί να ενίσχυσε τα κέρδη τους, αλλά δυσαρέστησε σε μεγάλη κλίμακα τους καταθέτες πελάτες τους, οι οποίοι έσπευσαν να αναζητήσουν επενδύσεις με καλύτερες αποδόσεις, εγείροντας παράλληλα ερωτήματα σε σχέση με τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του τραπεζικού κλάδου.

«Οι παραδοσιακές τράπεζες πρέπει να αποφασίσουν εάν θα μεγιστοποιήσουν την απόδοσή τους διατηρώντας τα επιτόκια των καταθέσεων όσο το δυνατόν χαμηλότερα ή θα δώσουν προτεραιότητα στη ρευστότητα και στη σταθερότητά τους αυξάνοντας τα επιτόκια και διατηρώντας τα κεφάλαια των πελατών», σχολίασε ο Nicola Marinelli, επίκουρος καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Regent του Λονδίνου.

Κερδίζουν έδαφος τα αμοιβαία κεφάλαια

Τα αμοιβαία κεφάλαια της χρηματαγοράς αποδεικνύονται δημοφιλή μεταξύ των αποταμιευτών που αναζητούν μεγαλύτερες αποδόσεις.

Τα τελευταία χρόνια, οι αποδόσεις αυτών των κεφαλαίων ξεπέρασαν ελάχιστα τα επιτόκια των τραπεζικών καταθέσεων, αλλά ο δείκτης Money Market Fund της Crane σε στερλίνες ανέφερε ετήσια απόδοση 7 ημερών 4,12% στις 25 Απριλίου, σε σύγκριση με ορισμένα τραπεζικά επιτόκια που εξακολουθούν να παραμένουν κάτω από 1%. Το ισοδύναμο σε ευρώ ήταν 2,81%.

Τα στοιχεία της Refinitiv Lipper κατέδειξαν περισσότερα από 34 δισεκατομμύρια ευρώ καθαρών ροών προς κεφάλαια της ευρωπαϊκής χρηματαγοράς τον Μάρτιο, τον τύπο περιουσιακών στοιχείων με τις περισσότερες πωλήσεις εκείνο τον μήνα.

Η αξία των αμοιβαίων κεφαλαίων ήταν ήδη μεγαλύτερη από 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2022, αν και παραμένει πολύ μικρή σε σύγκριση με τα 9,45 τρισεκατομμύρια ευρώ που διατηρούνται σε τρεχούμενους ή όψεως λογαριασμούς σε τράπεζες σε όλη την ευρωζώνη, σύμφωνα με το Reuters.

Η Fidelity International ανέφερε επίσης αύξηση 8% σε επίπεδο έτος στις ροές προς αμοιβαία κεφάλαια χρηματαγοράς στην επενδυτική της πλατφόρμα μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 26ης Απριλίου.

Οι περισσότερες τράπεζες κομπάζουν για επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαίου πάνω από τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, αλλά η κατάρρευση της Silicon Valley Bank των ΗΠΑ και της ελβετικής Credit Suisse είναι προειδοποιητικές ιστορίες για το τι μπορεί να συμβεί όταν οι καταθέτες αποχωρούν μαζικά, προειδοποιούν αναλυτές.

Αναλήψεις

Στη Βρετανία, οι πελάτες της NatWest απέσυραν 11,1 δισεκατομμύρια λίρες το πρώτο τρίμηνο του έτους, οι καταθέσεις της HSBC εξαιρουμένων των εφάπαξ εισροών μειώθηκαν κατά 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι Barclays και Lloyds Banking Group κατέγραψαν πτώση 5 δισεκατομμυρίων και 2,2 δισεκατομμύρια λιρών αντίστοιχα.

Στη Γερμανία, τα στοιχεία της Bundesbank έδειξαν ότι οι καταθέσεις των νοικοκυριών μειώθηκαν σχεδόν 8% σε σχέση με πέρυσι, με την Deutsche Bank, τη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, να αποδίδει εν μέρει τη δική της πτώση κατά 4,7% το πρώτο τρίμηνο στους φόβους ενός φαινομένου ντόμινο από την τραπεζική κρίση στις ΗΠΑ και στην Ελβετία.

Η γαλλική BNP Paribas ανέφερε, επίσης, μια μέτρια πτώση στις καταθέσεις του πρώτου τριμήνου, ενώ η ισπανική Santander ήταν η μόνη ευρωπαϊκή βαρέων βαρών που παρουσίασε άνοδο, 6%, την ίδια περίοδο.

Ο διευθύνων σύμβουλος της HSBC, Noel Quinn, περιέγραψε την απώλεια καταθέσεων της τράπεζάς του ως «τίποτα το σημαντικό», ενώ ο Andy Halford, οικονομικός διευθυντής της Standard Chartered, είπε στο Reuters ότι πιστεύει πως οι αποταμιευτές θα έδιναν προτεραιότητα στην ασφάλεια έναντι των πληρωμών τόκων.