Μία από τις πτυχές της τέχνης των κινηματογραφιστών είναι η ικανότητά τους να δημιουργούν τα πορτρέτα της πόλης. Ειδικά για την Αθήνα, ο ελληνικός κινηματογράφος εξακολουθεί να αντλεί από τα κύτταρα της μνήμης, αλλά και από το βλέμμα των ανθρώπων που ζουν εντός – ή και εκτός – της ιστορίες μίας πραγματικότητας που δεν κρύβονται κάτω από εξωραϊσμένες λαμπερές αφηγήσεις.
Αυτή η λοξή ματιά, το βλέμμα της παρατήρησης, η εικόνα της ειδικής συνθήκης χαρακτηρίζουν τις προβολές έντεκα ταινιών μικρού μήκους στο διήμερο φεστιβάλ «Αθήνα: Πόλεις κάτω από την πόλη» που οργανώνουν οι φοιτητές του Παντείου Πανεπιστημίου στο πλαίσιο του μαθήματος Εργαστήριο Πολιτισμός IV: Κινηματογράφος.
Το αφιέρωμα έχει ως χρονική αφετηρία την Αθήνα του 1998 στους δρόμους της οποίας περιπλανιέται η πρωταγωνίστρια τραβεστί της ταινίας «Tender» του Χρήστου Δήμα.
Οι υπόλοιπες ταινίες μπαίνουν στην Αθήνα του 2000, διατρέχουν την εποχή της κρίσης και της πανδημίας της COVID-19 για να αφηγηθούν την καθημερινότητα ατόμων ΛΟΑΤΚΙ+, ατόμων με αναπηρία, να θίξουν πτυχές ψυχικής υγείας, ένταξης, ταυτότητας, με τεχνικές ντοκιμαντέρ, προφορικών συνεντεύξεων ή οπτικών δοκιμίων.
Η Ακρόπολη και το σώμα
Το θρυλικό «Ακρόπολις» (2001/2004) της Εύας Στεφανή ανοίγει το φεστιβάλ. Τα ετερόκλητα υλικά από πλάνα αρχείου από κάμερες σούπερ 8, επίκαιρα και παλιές πορνογραφικές ταινίες που χρησιμοποιεί η Στεφανή συνθέτουν ένα πείραμα παραλληλισμού του «ιερού βράχου» της Ακρόπολης με το γυναικείο σώμα. Ενα σχόλιο για τη χρόνια εκμετάλλευση του μνημείου για ιδεολογικούς λόγους, ενώ θέτει ερωτήματα για τη σχέση μεταξύ Ιστορίας και πορνογραφίας, προκαλώντας τις ηγεµονικές ιδεολογίες και αντιλήψεις που συνδέονται µε τα εθνικά σύµβολα.
Το «Rosa Kairo» του γεννημένου το 1999 στη Θεσσαλονίκη Ζακ Σιμχά αποτελεί μια queer ιστορία διαρκούς ενηλικίωσης, ανάμεσα στους επισκέπτες και τους ενοίκους ενός κοινόβιου στην καρδιά της Αθήνας. Οι βραβευμένοι στο Sole Luna International Mediterranean Doc Festival, στο Παλέρμο της Ιταλίας «Ηλιόσποροι», του Αντώνη Τολάκη προβάλλουν τη ζωή ανήλικων προσφύγων από το Αφγανιστάν που ζουν στον δρόμο πουλώντας ηλιόσπορους στα πάρκα και τις πλατείες της Αθήνας προκειμένου να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Εξαίρεση στη χρονική διάρκεια, αλλά σημαντική προσθήκη στην ιστορία της πόλης, η προβολή της 58λεπτης ταινίας «Καλιαρντά» της Πάολας Ρεβενιώτη. Μέσα από την καταγραφή της μυστικής διαλέκτου των ομοφυλοφίλων στην Ελλάδα, που χρησιμοποιήθηκε εκτενώς από τη δεκαετία του ’40 μέχρι και τη μεταπολίτευση, στις αρχές του ’70, το υλικό της ταινίας αναδεικνύει την ιστορία της γκέι κοινότητας στην Ελλάδα.
Για τα καλιαρντά μιλούν οι: Ντίνος Χριστιανόπουλος, Νανά, Θανάσης Σκρουμπέλος, George Le Nonce, Κώστας Κανάκης, Παναγιώτης Ευαγγελίδης, Τέτα, Ηρακλής Δούκας, Γιώργος Τσιτιρίδης, Θωμάς Κοροβίνης, Γιάννης Παλαμιώτης, Φώτης Παπαδόπουλος. «…Αυτά τα πράγματα εξαφανιστήκανε μετά την ορατότητα. Και ανακάλυψα ότι η Αριστερά ήταν ας πούμε πιο συντηρητική διότι σου λέει, όταν είσαι μετά τον εμφύλιο δεν μπορούσανε να μιλήσουνε γι’ αυτά τα πράγματα, έπρεπε να δείξουν ότι είναι καλοί άνθρωποι, ότι είναι οικογενειάρχες. Ενώ οι δεξιοί ήταν πιο έκφυλοι, πιο διεστραμμένοι, αφού δεν είχαν ηττηθεί» εξομολογείται η Πάολα στη «Lifo», σε συνέντευξή της στον Αρη Δημοκίδη (27/12/2014).
Πατησίων και Εξάρχεια
To ντοκιμαντέρ του Κώστα Δημολίτσα «Ο Χριστός γεννήθηκε στο Ροζικλαίρ» είναι ένας φόρος τιμής στον λαϊκό και σκανδαλιστικό κινηματογράφο της Πατησίων και σε έναν τρόπο θέασης του κινηματογράφου που έχει πια εκλείψει: «Στον κινηματογράφο ως διαδραστικό βίωμα, όπου ο θεατής συνομιλεί ανοιχτά με την ταινία σαν να αποτελεί και ο ίδιος μέρος της» σημειώνει ο σκηνοθέτης.
Το βιωματικό ντοκιμαντέρ της Αφροδίτης Καϊράκη «Στην αυλή» αναφέρεται σε μία κατάληψη στέγης προσφύγων στα Εξάρχεια. Η ταινία «Βούτα» του Δημήτρη Ζάχου παραλληλίζει την πτήση της βούτας – είδος περιστεριού που πετά ψηλά και πέφτει με ταχύτητα ενώ επιβραδύνει λίγα μέτρα προτού ακουμπήσει στο έδαφος – με τη ζωή ενός εφήβου που ζει σε μια υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας και ο οποίος θα πρέπει να βρει τρόπο να αποφύγει τη σύγκρουση, όταν ο πατέρας του επιστρέφει από τη φυλακή.
Η ταινία του Τζώρτζη Γρηγοράκη «Κι εγώ για μένα» αγγίζει τον κοινωνικό ρατσισμό που αντιμετωπίζει ένα άτομο με αναπηρία στο επαγγελματικό και στο στενό οικογενειακό του περιβάλλον. Μια ιστορία που αποτυπώνει τη δύσκολη καθημερινότητα είναι η ταινία της σκηνοθέτριας, σεναριογράφου και ανθρωπολόγου Θέλγιας Πετράκη «Η Χέλγκα Είναι στο Λουντ».
Ο επίλογος της κινηματογραφικής περιπλάνησης στην πόλη κλείνει με το βίντεο-κολάζ του Νίκου Πάστρα «Αθήνα, σ’ αγαπάω να της λες» συνοδεύοντας το ομώνυμο κομμάτι του The Boy. Το οπτικό δοκίμιο του Πάστρα δημιουργήθηκε με υλικό από τις ταινίες «Πρόσωπο με πρόσωπο» του Ροβήρου Μανθούλη, «Το άλλο γράμμα» του Λάμπρου Λιαρόπουλου και «Ιωάννης ο Βίαιος» της Τώνιας Μαρκετάκη.