Δημοσιονομικά περιθώρια για λήψη πρόσθετων μέτρων στήριξης από τη νέα κυβέρνηση «βλέπει» η Κομισιόν, όπως προκύπτει από το κείμενο των εαρινών της προβλέψεων που δημοσιοποιήθηκε χθες. Μάλιστα, σε ό,τι αφορά το ύψος του πρωτογενούς πλεονάσματος, αυτές είναι θετικότερες σε σχέση με τις αντίστοιχες της Ελλάδας.
Το παραπάνω συνεπάγεται ότι η ελληνική κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να λάβει επιπλέον μέτρα στήριξης των πολιτών μέσα στο 2023. Κάτι που επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για την εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το πρώτο τετράμηνο του 2023, τα οποία δείχνουν μεγάλη υπέρβαση στα φορολογικά έσοδα (1,635 δισ. ευρώ) αλλά και πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 2,434 δισ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 869 εκατ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, προκύπτει πως η επόμενη κυβέρνηση θα έχει περιθώριο λήψης μέτρων, εφόσον επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ειδικότερα, η Κομισιόν εκτιμά ότι το φετινό πρωτογενές πλεόνασμα θα αγγίξει το 1,9% του ΑΕΠ, όταν ο στόχος του Προγράμματος Σταθερότητας παραμένει στο 0,7% και η εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών, με βάση την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2023 κάνει λόγο για 1,1%. Κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν τη δημιουργία ενός δημοσιονομικού χώρου λίγο πάνω από 2,5 δισ. ευρώ. Αυτό θα συμβεί, εφόσον υπάρξει υπέρβαση του στόχου, κάτι το οποίο αναμένεται να υποβοηθηθεί και από τη διαφαινόμενη καλύτερη πορεία του τουρισμού από το 2022 και πολύ πιθανόν και από το 2021.
Η μεταβλητή των τιμών φυσικού αερίου
Ένα άλλο κρίσιμο ζήτημα θα είναι η πορεία των τιμών του φυσικού αερίου. Οι υπολογισμοί της Κομισιόν γίνονται με την παραδοχή ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα είναι φέτος 2,4%. Ωστόσο, οι «διαρροές» του υπουργείου Οικονομικών με βάση τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού με την εκτόξευση των εσόδων, αλλά και τη ραγδαία αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου στα 32 ευρώ ανά μεγαβατώρα, κάνουν λόγο για συνθήκες οι οποίες θα επιτρέψουν στο ελληνικό ΑΕΠ να αυξηθεί κατά 3% φέτος.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο προϋπολογισμός συντάχθηκε με την παραδοχή μέσης τιμής φυσικού αερίου στα 120 ευρώ/ Mwh. Η τιμή του όμως έχει υποχωρήσει κάτω από τα 35 ευρώ/ Mwh. Όπως τονίζεται στην έκθεση της Κομισιόν, αν και η απειλή ενεργειακής κατάρρευσης του μπλοκ με απόλυτη έλλειψη φυσικού αερίου έχει μειωθεί σημαντικά, η εξέλιξη των τιμών παραμένει εξαιρετικά αβέβαιη.
Σήμερα, τα υψηλά επίπεδα αποθήκευσης και η διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού έχουν μειώσει τον κίνδυνο νέου κύματος πίεσης στις ευρωπαϊκές αγορές αερίου, στα πρότυπα του Αυγούστου του 2022. Η αγορά εκτιμά ότι μέχρι το τέλος του χειμώνα του 2022-2023 οι τιμές θα παραμένουν σταθεροποιημένες λίγο πάνω από τα 50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, περιοριζόμενες στο ένα έκτο της μέγιστης τιμής του 2022 – αν και κινούμενες πάνω από δύο φορές ψηλότερα από τα προ κρίσης επίπεδα.
Σε ένα υποθετικό σενάριο όπου η μέση τιμή του φυσικού αερίου διαμορφωνόταν φέτος στα 35 ευρώ ανά μεγαβατώρα, ο ρυθμός ανάπτυξης θα κέρδιζε σχεδόν δύο επιπλέον 2 ποσοστιαίες μονάδες, σύμφωνα με αρμόδιους παράγοντες του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Με 120 ευρώ ανά μεγαβατώρα, το ετήσιο κόστος για τα 55 εκατ. MWh φυσικού αερίου που καταναλώνει η Ελλάδα φτάνει τα 6 δισ. ευρώ, με 35 ευρώ, το κόστος υποχωρεί σε 1,750 δισ. ευρώ. Η διαφορά των 4,250 δισ. ευρώ προστίθεται απευθείας στο ΑΕΠ, σύμφωνα με κορυφαία πηγή του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
Πηγή: ΟΤ