Η υπόθεση της διπλής δολοφονίας – γιαγιάς και εγγονής – με αρσενικό, που είχε συνταράξει την ελληνική κοινωνία το καλοκαίρι του 2013, με ένοχο τον λέκτορα Γεωλογίας του ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη, επανέρχεται στο προσκήνιο.
Ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Θεσσαλονίκης, Λεωνίδας Νικολόπουλος, ζήτησε την Τετάρτη 17 Μαΐου να κηρυχθεί ένοχος ο κατηγορούμενος και σε δεύτερο βαθμό – όπως πρωτόδικα – για ανθρωποκτονία από πρόθεση, κατά συρροή.
«Δυστυχώς η πραγματική ζωή ξεπερνάει κάποιες φορές ακόμη και τον πιο ευφάνταστο και ευρηματικό σεναριογράφο. Με τη συνολική του συμπεριφορά, την σκληρότητα και αναλγησία, επέδειξε πλήρη περιφρόνηση προς το έννομο αγαθό της ανθρώπινης ζωής», είπε χαρακτηριστικά ο εισαγγελέας.
Η απολογία πριν την καταδίκη
Ο 51χρονος σήμερα λέκτορας συνεχίζει να δηλώνει αθώος και αρνείται πως σκότωσε τη σύζυγό του και τη γιαγιά της, ενώ κάνει λόγο για ατύχημα.
Ο λέκτορας του ΑΠΘ είχε επιχειρήσει πρωτόδικα να πείσει το δικαστήριο για την αθωότητά του και σε μία μακρά απολογία, μέρος της οποίας δημοσιεύει το protothema.gr, υποστήριζε ότι δεν έχει καμία σχέση με τους δύο θανάτους, πως υπεραγαπούσε τη σύζυγό του – παρά το γεγονός ότι διατηρούσε ερωτική σχέση με φοιτήτριά του – και απέδιδε τις κατηγορίες σε βάρος του σε σκευωρία, μιλώντας για «φανταστικούς δολοφόνους».
Όπως και σε δευτεροβάθμιο βαθμό, έτσι και στις 28 Φεβρουαρίου του 2018, ο κατηγορούμενος ακολούθησε τη γραμμή της πλήρους άρνησης των κατηγοριών, τις οποίες χαρακτήρισε έωλες, αβάσιμες και αναπόδεικτες.
Μάλιστα, αμφισβήτησε τις εργαστηριακές εξετάσεις, διέψευσε ότι ήταν προβληματική η σχέση του με τη σύζυγό του, αλλά παραδέχθηκε ότι είχε συνάψει σχέση με φοιτήτριά του. Ωστόσο, υποστήριξε ότι ήταν καθαρά σαρκικής φύσεως χωρίς συναισθηματική αξία.
Τους θανάτους των δύο γυναικών τις απέδωσε σε τυχαία έκθεση σε κάδμιο και αρσενικό.
«Θα ήθελα να επαναλάβω ότι είμαι αθώος διότι δεν εισήγαγα ποτέ βαρέα μέταλλα στον οργανισμό της συζύγου μου, της γιαγιάς της, της κόρης μας, αλλά ούτε και στον δικό μου οργανισμό προσπαθώντας να αυτοκτονήσω. Είμαι φυσιολογικός άνθρωπος, δεν είμαι ψυχοπαθής, όπως κάποιοι προσπάθησαν να με παρουσιάσουν. Ακόμα και η γελοιότητα έχει τα δικά της όρια και κάποιοι προσπάθησαν να τα ξεπεράσουν», είχε πει στην απολογία του το 2018.
«Με τη γυναίκα μου αγαπιόμασταν πάρα πολύ. Προσπαθούσαμε να κάνουμε παιδί και το 2010 αποκτήσαμε την κόρη μας. Το 2013 ακολούθησα και μία θεραπεία φαρμακευτικής αγωγής για να μπορέσουμε να κάνουμε και δεύτερο παιδί. Δήθεν εκείνη την περίοδο η γυναίκα μου ήθελε να με χωρίσει και εγώ είχα βάλει μπροστά ένα σατανικό σχέδιο», είχε προσθέσει.
Πού γνωρίστηκαν
Σύμφωνα με τον ίδιο με τη σύζυγό του γνωρίστηκαν στο ΑΠΘ το 2004 όταν εκείνη ήταν διοικητική υπάλληλος στο εκπαιδευτικό ίδρυμα.
Πολύ σύντομα συνδεθήκαμε συναισθηματικά και ταιριάξαμε σαν χαρακτήρες σε πολλά. Το 2007 παντρευτήκαμε. Υπήρχαν κάποια θέματα, κοινωνικού τύπου, στο γιατί αργήσαμε να παντρευτούμε. Αρχικά μέναμε στο διαμέρισμά που είχα μεγαλώσει εγώ. Ένα μήνα μετά το γάμο μας, πήγαμε στο πατρικό της για να μεταφέρουμε κάποια ρούχα και εκεί άκουσα την πεθερά μου να λέει «είχες δεν είχες μας τον κουβάλησες». Η Σοφία προσπαθούσε να με υπερασπιστεί», είπε.
Για τα συμπτώματα δηλητηρίασης της γυναίκας του, ο 51χρονος είχε υποστηρίξει ότι: «Ξεκίνησαν το Δεκέμβριο του 2012 αλλά δεν δώσαμε σημασία. Τον Ιανουάριο του 2013 άρχισαν οι εμετοί, οι διάρροιες, οι πονοκέφαλοι. Πρότεινα να εισαχθεί σε ένα δημόσιο νοσοκομείο να κάνει εξετάσεις. Αρχικά συμφώνησε αλλά μετά από τη συζήτηση με τη μητέρα της αντέδρασε. Η μητέρα της έλεγε ‘σιγά μη βάλω την κόρη μου με ρωσοπόντιους και γύφτους’, και πηγαίναμε σε οικογενειακό τους γιατρό. Ο ίδιος μας παρέπεμψε σε κάποιους γιατρούς, σε γαστρεντερολόγο, σε ΩΡΛ, αλλά εκ των πραγμάτων τα αποτελέσματα ήταν λανθασμένα. Η κατάστασή της χειροτέρευε. Στις 17 Μαΐου του 2013 έκανε εισαγωγή στο νοσοκομείο, αλλά εγώ πώς τη δηλητηρίασα που ήμουν στο γραφείο μου;».
Μετακόμισαν στη Χαλκιδική
Στη συνέχεια ο λέκτορας περιέγραψε ότι μετακόμισαν στη Χαλκιδική και καθημερινά πήγαιναν στη δουλειά τους στη Θεσσαλονίκη, με το δικό του αυτοκίνητο.
«Την έβγαζα έξω από το αμάξι στα χέρια γιατί είχε αρχίσει να έχει προβλήματα βάδισης. Η κατάστασή της επιδεινώθηκε. Κάποια στιγμή αναγκαστήκαμε να βρούμε και έναν γείτονα γιατρό για να της κάνει μια ένεση και για να βρω φαρμακείο διέσχισα σχεδόν όλη τη Χαλκιδική. Στις 25 Ιουλίου η κατάστασή της έφτασε στο απροχώρητο. Δεν μπορούσε καν να σηκωθεί από το κρεβάτι και επέβαλα στη μητέρα της να μεταφερθεί στο νοσοκομείο και συγκεκριμένα στον ‘Παπανικολάου’. Αρχικά ήταν σε ένα τρίκλινο δωμάτιο και αφού πήγε στην παθολογική κατέληξε στη ΜΕΘ. Η μητέρα της ήταν συνεχώς δίπλα της», είχε περιγράψει.
Οι γιατροί τους είχαν ενημερώσει στην αρχή ότι ερευνούσαν αν η 34χρονη είχε κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, ενώ σε διαφορετικό χρόνο τους είχαν πει ότι μπορεί και να μην κατάφερνε να κρατηθεί στη ζωή. Ωστόσο, όπως είχε πει, η κατάστασή της βελτιώθηκε μόλις βγήκε από την εντατική.
«Μας είχαν πει ότι μπορούσε να τρέφεται και ελεύθερα στο σπίτι. Στις 18 Αυγούστου άρχισε ξαφνικά να τρέμει και να ‘σπαρταράει’. Σήμανε ‘συναγερμός’, αμέσως έγινε καρδιογράφημα και μεταφέρθηκε στην εντατική της καρδιολογικής. Στο ασθενοφόρο ζήτησε από μένα να τη συνοδεύσω. Της έδινα κουράγιο, της χάιδευα τα μαλλιά, της έσφιγγα το χέρι και της έλεγα να μην ανησυχεί, θα τα καταφέρει. Τα τελευταία της λόγια ήταν ‘αν δεν ζήσω, τη Μαρία και τα μάτια σου’. Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια που άκουσα από τα χείλη της», είχε υποστηρίξει ο λέκτορας.
Η σύγκρουση με την οικογένεια της συζύγου του
«Στις 23 Αυγούστου δέχομαι ένα τηλεφώνημα από τον αδελφό της ότι η Σοφία πέθανε. Πήγα πήρα τον πατέρα της και πήγαμε στο νοσοκομείο να παραλάβουμε τη Σοφία. Μας είπαν ότι πρέπει να γίνει νεκροψία και νεκροτομή και όλοι μας αποφασίσαμε να μη γίνει για να μην ταλαιπωρήσουμε άλλο το σώμα της, ως ένδειξη σεβασμού. Μετά φέραμε το πτώμα στην οικία της και άρχισαν να έρχονται συγγενείς. Ο πεθερός μου και ο κουνιάδος μου έδιωξαν τα αδέρφια μου από το σπίτι όταν ήρθαν για να την κλάψουν», είχε περιγράψει ο ίδιος.
«Ο κουνιάδος μου είπε να φύγουν και να μην έρθουν ούτε στην κηδεία. Παρ’ όλα αυτά ζήτησα από τα αδέλφια μου να σεβαστούν αυτήν την επιθυμία. Ας πουν εδώ μπροστά μου ότι λέω ψέματα. Τις επόμενες μέρες ο πεθερός μου είπε: «τώρα μάζευε τα πράγματά σου και φύγε» το οποίο έκανα στα τέλη Σεπτεμβρίου. Παρ’ όλα αυτά συνέχισα να πηγαίνω εκεί το παιδί μου κάθε Σάββατο. Η πεθερά μου είπε ‘βιάστηκες να μαζέψεις τα πράγματά σου’ αλλά αυτό έγινε κατόπιν εορτής», είχε υποστηρίξει.
«Μου ζήτησαν να βλέπουν πιο πολύ το παιδί αλλά τους είπα ότι δεν θα σας αφήσω να το βλέπετε χωρίς εμένα. Κάποια στιγμή, ο πεθερός μου, μπροστά στο παιδί, είπε: ‘την ξεφορτώθηκες τώρα και ησύχασες;’. Κάποια στιγμή, η πεθερά μου ήθελε να πάει την κόρη μου στην παιδική χαρά. Η μικρή γύρισε να με ρωτήσει και η πεθερά μου είπε ‘άστον αυτόν, αυτός μισεί όλο τον κόσμο’. Κάποια στιγμή, μου έκαναν αγωγή ότι δεν βλέπουν το παιδί. Λίγες μέρες μετά έγινε και η κλήση μου, η παραλίγο σύλληψή μου και έγιναν περίεργα πράγματα», είχε πει.
Οι Αρχές εξακρίβωσαν τις εξωσυζυγικές του σχέσεις
Ο λέκτορας παραδέχθηκε ότι οι Αρχές εξακρίβωσαν τις εξωσυζυγικές του σχέσεις, όμως υποστήριξε ότι η ΕΛ.ΑΣ. δεν κατάφερε να βρει κανένα πραγματικό ενοχοποιητικό στοιχείο εις βάρος του.
«Βρέθηκαν στην κατοχή μου βαρέα μέταλλα; Όχι βέβαια, τίποτα. Ούτε εντοπίστηκε κάποια παραγγελία μου, είτε μέσω τηλεφώνου, είτε μέσω διαδικτύου. Η αστυνομία κατάφερε να εντοπίσει όλες τις εξωσυζυγικές μου σχέσεις, αλλά δεν κατάφερε να εντοπίσει τίποτα άλλο. Το εργαστήριο του πανεπιστημίου δεν παράγγελνε τέτοια πράγματα. Το 2011 είχα πάει στη Βουλγαρία για ένα συνέδριο, αλλά τι είπα; Δεν παίρνεις και λίγο αρσενικό; Μπορεί να σου χρειαστεί σε κάνα δυο χρόνια; Πώς είναι εγκληματική ενέργεια;», είχε πει.
Στη συνέχεια είχε προσθέσει πως τόσο ο ίδιος, όσο και η κόρη τους, εντοπίστηκαν να είναι δηλητηριασμένοι σε ποσότητες άνω του ορίου.
«Δεν βρέθηκε τίποτα δικής μου ιδιοκτησίας μολυσμένο με αρσενικό. Πως βρέθηκα εγώ κατηγορούμενος; Επειδή είχα γκόμενα; Μπράβο, πολύ σοβαρό. Αν πούμε ότι υπάρχει εγκληματική ενέργεια τότε ο φανταστικός δολοφόνος γιατί δεν ρίχνει την υπόλοιπη δόση σε λίγες ημέρες και αφήνει να περάσουν 6-7 μήνες; Άρα είμαι χαζός δολοφόνος; Στο νοσοκομείο έγιναν τρομερές ελλείψεις», είχε υποστηρίξει.
«Στις 12 Αυγούστου υποτίθεται ότι δηλητηρίασα τη γιαγιά. Ότι άνοιξα το ψυγείο, πήρα μια φιάλη νερού της γιαγιάς, ότι αντικατέστησα ή επιμόλυνα την φιάλη της. Όμως, δεν ήμουν εκεί. Είχαν πει ότι κίνητρο ήταν οι ερωτικές σχέσεις με την (σ.σ. επώνυμο φοιτήτριας) ή ότι θα έχανα την επιμέλεια του παιδιού αν χώριζα. Πράγματι είχα εξωσυζυγική σχέση, μόνο με κάποιες ερωτικές συνευρέσεις όμως, χωρίς αισθηματική εξάρτηση. Και λοιπόν; Αυτό με κάνει δολοφόνο; Εκεί έξω τόσος κόσμος έχει, αυτό τους κάνει δολοφόνους; Εγώ έμαθα ότι έμεινε έγκυος στον τέταρτο ή πέμπτο μήνα της κύησης και έμεινα μαζί της μετά τη γέννα. Δεν είχα κάποια διάθεση. Εγώ μια γυναίκα αγάπησα. Με την (σ.σ. επώνυμο φοιτήτριας) έμεινα για χάρη του παιδιού και αυτό γιατί η εγκυμοσύνη προέκυψε μετά τον θάνατο. Με τη γυναίκα μου δεν θέλουμε να χωρίσουμε, θέλαμε να κάνουμε και δεύτερο παιδί», είχε υποστηρίξει.
Για τη δολοφονία της γιαγιάς
«Λένε ότι έκανα και το δεύτερο φόνο για να καλύψω τον πρώτο. Πολύ CSI βλέπουν όλοι. Ήταν μια συμπαθητική γιαγιούλα. Με συμπαθούσε πολύ», είχε πει χαρακτηριστικά.