Μια ανάσα πριν τις κάλπες της 21ης Μαΐου και πολλοί μιλούν για «βουβές εκλογές». Τα ευρήματα διαδοχικών ερευνών της εταιρείας μας (PRORATA) φαίνεται να επιβεβαιώνουν ότι το αποτέλεσμα θα καθοριστεί από την τοποθέτηση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σε ζητήματα που σχετίζονται με την οικονομία και το κράτος δικαίου. Ειδικότερα, οι ψηφοφόροι των κομμάτων τοποθετούν την ακρίβεια στην κορυφή των σημαντικότερων ζητημάτων που αντιμετωπίζει η χώρα και στη δεύτερη θέση τη διαφθορά και τα θέματα διαφάνειας. Ακολουθούν με διαβαθμισμένη ένταση θέματα, όπως η εξωτερική πολιτική – εθνικά θέματα, η ανεργία – συνθήκες εργασίας, το ΕΣΥ – περίθαλψη.
Στα ευρήματα του «Σφυγμού» της PRORATA αναφορικά με την εμπιστοσύνη των πολιτών ως προς τα κόμματα σε συγκεκριμένα πεδία πολιτικής, παρατηρούμε διαχρονικά ότι η πλειοψηφία των ερωτηθέντων εμπιστεύεται τη Νέα Δημοκρατία για τη διαχείριση ζητημάτων οικονομίας, εξωτερικής πολιτικής, φυσικών καταστροφών και ασφάλειας και τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ για τη διαχείριση ζητημάτων διαφθοράς-διαφάνειας, εργασίας και δημοκρατίας.
Επιχειρώντας μια αντιστοίχιση της σειράς κατάταξης των ζητημάτων που θεωρούν ως κυρίαρχα με τα επίπεδα εμπιστοσύνης ως προς αυτά, φαίνεται λογικό το προβάδισμα του κυβερνώντος κόμματος στο σύνολο των δημοσκοπήσεων.
Ψηφίζουμε όμως μόνο με τα παραπάνω κριτήρια; Προφανώς όχι. Πηγαίνοντας στην κάλπη θέλουμε να στείλουμε και ένα μήνυμα (επιβράβευσης ή αποδοκιμασίας), να συμβάλουμε να μην γίνει κυβέρνηση το ένα ή το άλλο κόμμα ή να ψηφίσουμε το κόμμα το οποίο λίγο ή πολύ μας εκφράζει.
Πώς ψηφίζουν
Σε πρόσφατη έρευνά μας, καταγράφεται ότι η πλειοψηφία των πολιτών (39%) θέλει με την ψήφο της να στηρίξει το κόμμα στο οποίο αισθάνεται πιο κοντά, το 25% θέλει με την ψήφο του να συμβάλει ώστε να μην ξαναβγεί κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία, το 24% να μην δημιουργηθεί κυβέρνηση με κορμό των ΣΥΡΙΖΑ και το 11% να στείλει μήνυμα αποδοκιμασίας προς στα δύο μεγαλύτερα κόμματα (Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ).
Αυτά είναι τα εκλογικά κοινά που σχηματίζονται και στα οποία τα κόμματα στοχεύουν να προσεγγίσουν μέσα από τις προεκλογικές εκστρατείες τους, προτάσσοντας τα στοιχεία που θεωρούν ότι υπερέχουν έναντι των αντιπάλων τους, αλλά και δημιουργώντας το αφήγημα που θα τους κάνει συνομιλητές με το κοινό στόχο.
Για να ερμηνεύσουμε, ωστόσο, την εκλογική συμπεριφορά, χρειάζεται να λάβουμε υπόψη και την «επικοινωνιακή πολιτική» των κομμάτων και τα διλήμματα που θέτουν προς τους πολίτες.
Αν εστιάσουμε στα δύο μεγαλύτερα κόμματα και τους αρχηγούς τους παρατηρούμε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέτει το δίλημμα αν «θα πάμε μπροστά ή θα γυρίσουμε πίσω» επιχειρώντας να μιλήσει στο παραπάνω 24% που δεν θέλει να δει μια κυβέρνηση με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ενώ το κεντρικό μήνυμα του κόμματός του, το «ΣΤΑΘΕΡΑ, ΤΟΛΜΗΡΑ, ΜΠΡΟΣΤΑ» απευθύνεται στο σύνολο των πολιτών αναδεικνύοντας τις προτεραιότητες της Νέας Δημοκρατίας.
Από την άλλη πλευρά, το δίλημμα για τον Αλέξη Τσίπρα είναι «Πολιτική Αλλαγή ή Μητσοτάκης ξανά» επιχειρώντας να διεκδικήσει την ψήφο του 25% που δεν θέλει στην κυβέρνηση τη Νέα Δημοκρατία.
Το κεντρικό μήνυμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΠΑΝΤΟΥ» απευθύνεται προς όλους όσοι θεωρούν κυρίαρχα ζητήματα για τη χώρα, αυτά που σχετίζονται με τη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
Τα κριτήρια υπάρχουν, τα εκλογικά κοινά έχουν «αποκωδικοποιηθεί», τα διλήμματα έχουν τεθεί, μένει να δούμε το μήνυμα που θα στείλουν οι πολίτες στις κάλπες της Κυριακής. Αυτή η τετραετία υπήρξε αναμφισβήτητα πυκνή σε γεγονότα. Σημαδεύτηκε από τη δίκη της Χρυσής Αυγής, την πανδημία, την ένταση στα ελληνοτουρκικά, την ενεργειακή κρίση, το δυστύχημα στα Τέμπη, την ακρίβεια, τις παρακολουθήσεις και την αλλαγή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής.
Στην τετραετία αυτή το κυβερνών κόμμα φαίνεται ότι αξιοποίησε τις έρευνες κοινής γνώμης ως εργαλείο λήψης αποφάσεων και με την πολιτική επικοινωνία επιχείρησε να ενισχύσει την αξιοπιστία της κυβέρνησης και να συσκοτίσει όψεις που της προκαλούσαν φθορά. Μένει να δούμε, λοιπόν, αν τα επιτελεία των κομμάτων έχουν «διαβάσει» και ερμηνεύσει σωστά τα ευρήματα του συνόλου των ποσοτικών και ποιοτικών ερευνών και αν οι υπαρκτές δυναμικές της προεκλογικής περιόδου θα προκαλέσουν κάποια διαφοροποίηση.