«Πίεση» στην Ελλάδα για μείωση των δαπανών ασκεί η Κομισιόν στη δεύτερη έκθεσή της για τη μεταπρογραμματικής Εποπτεία στην Ελλάδα. Ούτε λίγο ούτε πολύ ζητά να μπει όριο στην αύξηση των καθαρών πρωτογενών δαπανών το 2024 στο 2,6%, ενώ παράλληλα εκτιμά ότι θα υπάρξουν μεγαλύτερα πρωτογενή πλεονάσματα.
Από εκεί και πέρα ζητά τερματισμό των μέτρων ενεργειακής στήριξης που ισχύουν έως το τέλος του 2023, χρησιμοποιώντας τις σχετικές εξοικονομήσεις για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Σε περίπτωση που τυχόν νέες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας απαιτούν μέτρα στήριξης, καλεί την ελληνική κυβέρνηση να κινηθεί προς το ότι αυτά θα στοχεύουν στην προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, είναι οικονομικά προσιτά και διατηρούν κίνητρα για εξοικονόμηση ενέργειας.
Ακόμη, ζητά τη διασφάλιση συνετούς δημοσιονομικής πολιτικής, ιδίως με τον περιορισμό της ονομαστικής αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών που χρηματοδοτούνται σε εθνικό επίπεδο το 2024 σε όχι περισσότερο από 2,6%.
Επίσης, η ΕΕ συστήνει τη διατήρηση των δημόσιων επενδύσεων που χρηματοδοτούνται σε εθνικό επίπεδο και διασφάλιση της αποτελεσματικής απορρόφησης των επιχορηγήσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και άλλων κονδυλίων της ΕΕ, ιδίως για την προώθηση της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης.
Για την περίοδο μετά το 2024, καλεί την Ελλάδα να ακολουθήσει μια μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική στρατηγική σταδιακής και βιώσιμης σύσφγιξης , σε συνδυασμό με επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που συμβάλλουν σε υψηλότερη βιώσιμη ανάπτυξη, για την επίτευξη μιας συνετής μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής θέσης.
Η φορολογία
Όσον αφορά στο μέτωπο της φορολογίας, με βάση τις μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν ως μέρος του σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, η Κομισιόν καλεί σε βελτίωση της φιλικότητας προς τις επενδύσεις του φορολογικού συστήματος με την εισαγωγή ενός συστήματος προκαταβολής φόρου καθώς και σε διεύρυνση της φορολογικής βάσης, συμπεριλαμβανομένης της αναθεώρησης της τρέχουσας φορολογικής δομής για τους αυτοαπασχολούμενους.
Συστήνει επίσης τη φορολογική συμμόρφωση με την επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών πληρωμών.
Διατήρηση και αύξηση της αυτονομίας της φορολογικής αρχής, επεκτείνοντας την εντολή της για την ανάπτυξη και διαχείριση των πληροφοριακών συστημάτων και του ανθρώπινου δυναμικού της.
Καλεί την Ελλάδα να διασφαλίσει την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι μπορεί να προσελκύσει τις κατάλληλες δεξιότητες και διατηρώντας τη συνέπεια στο ενιαίο μισθολόγιο.
Προτρέπει παράλληλα στη συνεχιζόμενη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και περαιτέρω βελτίωση της λειτουργίας της δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Δημοσιονομική πολιτική
Η Κομισιόν σημειώνει τη συνέχιση της ανάπτυξης της οικονομίας με ρυθμό 5,9% το 2022, πολύ υψηλότερα από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Προβλέπει, όμως, βασιζόμενη και στις εαρινές εκτιμήσεις, ότι η ανάπτυξη θα επιβραδύνει στο 2,5% το 2023 και στο 1,9% το 2024 λόγω της αυστηρής νομισματικής πολιτικής της επαναφοράς των δημοσιονομικών κανόνων που θα θέσει περιορισμούς κυρίως στις δαπάνες των κρατών μελών αλλά και της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης.
Στα δημοσιονομικά η Επιτροπή παραδέχεται ότι παρά τη σχετικά υψηλή δαπάνη για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων απέναντι στην ενεργειακή κρίση η Ελλάδα κατάφερε να εμφανίσει το 2022 οριακό πρωτογενές πλεόνασμα 0,1% του ΑΕΠ. Όπως τονίζεται τα πρωτογενή πλεονάσματα αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω καθώς αυξάνονται τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την πανδημία καταργούνται σταδιακά και το δημοσιονομικό κόστος των ενεργειακών μέτρων είναι πιθανό να είναι χαμηλότερο από το αναμενόμενο.
Στον τομέα των μεταρρυθμίσεων η έκθεση καταγράφει την πρόοδο στη συνέχιση της μείωσης του αποθέματος των «κόκκινων δανείων», γεγονός το οποίο όπως τονίζεται, βοηθά στην επιστροφή των τραπεζών στην κερδοφορία και την προετοιμασία του τραπεζικού τομέα για μελλοντικές προκλήσεις εν μέσω επιβράδυνσης της οικονομίας.
Πηγή: ΟΤ