Ο Ρικ Λόου έχει γίνει κατά κάποιον τρόπο κάτοικος Αθήνας, αφού πολύ πριν από την έναρξη της documenta 14 πηγαινοερχόταν από το Χιούστον του Τέξας στην πλατεία Βικτωρίας. Με μία παύση λόγω πανδημίας, ο αμερικανός καλλιτέχνης επιστρέφει εδώ για την προετοιμασία δύο εκθέσεών του έχοντας αλλάξει σελίδα. Ο Ρικ του κοινωνικού γλυπτού Victoria Square Project που εγκατέστησε το 2016 στην πλατεία Βικτωρίας στην Αθήνα, σε συνεργασία με τη Μαρία Παπαδημητρίου, εξελίχτηκε σε ζωγράφο πινάκων μεγάλης κλίμακας. Τα νέα έργα του ανοίγουν διάλογο ανάμεσα στη σύγχρονη τέχνη και τις ιστορικές συλλογές του Μουσείου Μπενάκη. Παράλληλα, με τα έργα του στην γκαλερί Gagosian δείχνει ότι η προσπάθειά του να μάθει από την Αθήνα δίνει ακόμη καρπούς.
Πιστεύετε ότι υπάρχει ένα μεγάλο κύμα διαφορετικότητας στη σύγχρονη τέχνη, που καλύπτει άλλες θεματικές;
Νομίζω ότι υπάρχει μια αλλαγή αυτή τη στιγμή. Είναι μια στροφή και αντισταθμίζει το παρελθόν όπως το ξέραμε. Οπότε αυτό καθιστά πολύ δύσκολη την κατάσταση για τους καλλιτέχνες που δεν προέρχονται από κουλτούρες που έχουν μείνει εκτός.
Είναι πολύ πιο εύκολο για κάποιον που έχει την επιθυμία να φέρει μια διαφορετική πολιτισμική γλώσσα στον χώρο. Αυτό είναι που ενδιαφέρει τους ανθρώπους τώρα, να προσπαθούν να καλύψουν τη διαφορά. Αλλά την ίδια στιγμή αυτό δυσκολεύει τους καλλιτέχνες που δεν προέρχονται από αυτούς τους διαφορετικούς πολιτισμικούς χώρους. Υπάρχει κάτι που χάνουν από την άποψη μιας ευκαιρίας. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα.
Εχω έναν καλό φίλο με τον οποίο ήμασταν συνάδελφοι στο στούντιο τη δεκαετία του ’80. Θα έπρεπε πραγματικά να τα είχε καταφέρει τη δεκαετία του ’80, αλλά έμεινε στο Χιούστον και δεν πήγε στη Νέα Υόρκη. Εννοώ, είναι όμορφος λευκός και ταλαντούχος.
Και τώρα έχει μείνει κάπως πίσω γιατί δεν υπάρχει πια «η στιγμή του λευκού άντρα της δεκαετίας του ’80». Και έτσι αισθάνεται κάπως χαμένος τώρα που άνθρωποι από διαφορετικές κουλτούρες, λένε τις ιστορίες τους και είναι ενδιαφέρουσες. Εχει κι αυτός μια ενδιαφέρουσα ιστορία.
Του λέω πάντα με αστείο τρόπο ότι σπατάλησε το ταλέντο του. Ηταν αλαζόνας. Νόμιζε ότι όλα ήταν εκεί γι’ αυτόν, οπότε έπρεπε να περάσει από μια διαδικασία να το ξεδιαλύνει. Ετσι πέρασε 25 χρόνια στην Απω Ανατολή προσπαθώντας. Τώρα νομίζω ότι είναι πολύ πιο ταπεινός και έχει μια ιστορία να πει. Αλλά νομίζω ότι καλλιτέχνες σαν εκείνον δεν έχουν την ψυχοσύνθεση αυτή ότι έχεις κάτι πολύτιμο να κάνεις. Πριν είχες απλά όλο τον κόσμο. Τώρα πρέπει να κάνεις μια προσπάθεια. Πρέπει να πας σε βάθος.
Ποια είναι η εντύπωσή σας από τη διαμονή σας στην Ελλάδα; Εχετε περάσει αρκετό χρόνο εδώ, οπότε έχετε τη δική σας άποψη.
Κατά την άποψή μου είναι πολύ περίπλοκη, ιδιαίτερα για τους Αμερικανούς. Επειδή, μεγαλώσαμε και κατά κάποιον τρόπο διασκεδάζουμε με θέματα φιλοσοφίας και ανατρέχουμε στους έλληνες φιλόσοφους, αντιμετωπίζουμε με ένα δέος αυτή τη μεγάλη ιστορία. Είμαι περίεργος γι’ αυτό. Οταν γινόταν η documenta 14, ερχόμουν για πρώτη φορά στην Ελλάδα και ήθελα να έχω την εμπειρία τού να βρίσκεσαι σε έναν πολιτισμό που θεωρείται παγκοσμίως ως λίκνο της δημοκρατίας και τι σημαίνει αυτό για τους ανθρώπους εδώ τώρα. Δεν είχα ποτέ μια αίσθηση του τι συμβαίνει, πνευματικά, ψυχολογικά στους Ελληνες σε σχέση με το παρελθόν τους. Εμεινα με την αίσθηση μιας περιφρόνησης, που το έκανε πραγματικά ενδιαφέρον για μένα, τόσο συναρπαστικό για έναν αφελή Αμερικανό.
Αλλά νομίζω ότι το θέμα είναι ότι για τους καλλιτέχνες που δεν ακολουθούν τον τρόπο της διαφορετικότητας, θα πρέπει απλά να εμβαθύνουν περισσότερο στον δικό τους και να βρουν ποια είναι η ιστορία που λείπει. Γιατί όλα έχουν να κάνουν με τις ιστορίες της ζωής και το πώς τη ζούμε και τι αντιμετωπίζουμε. Αν οι ιστορίες που αφηγούνται οι άνθρωποι από διαφορετικές κοινότητες δεν είναι ιστορίες που αφορούν τη ζωή, που όλοι ζουν, τότε είναι «εξωτικοποιημένες» με έναν τρόπο που έχει λιγότερο νόημα.
Θα ήθελα να ακούσω το δικό σας μέρος αυτής της παγκόσμιας σύνθεσης ιστοριών, που δίνουν τη μεγάλη ιστορία της ανθρωπότητας.
Για κάποιον λόγο θεωρούσα την ιστορία μου ως την ίδια ιστορία με την ιστορία των άλλων. Εννοώ ότι έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Ημουν φτωχός. Μεγάλωσα στην Αλαμπάμα, και αυτή η Αλαμπάμα, ο Νότος των ΗΠΑ, έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Οι συνθήκες και η εμπειρία δεν διέφεραν από κάποιον που βρίσκεται ακόμη στις ΗΠΑ, ένα λευκό παιδί ανθρακωρύχου στα Απαλάχια ή κάποιον αγρότη στο Μεξικό. Αυτά τα πράγματα είναι παρόμοια συνδεδεμένα. Και νομίζω ότι στο τέλος, όλοι μας θα έπρεπε να λέμε κατά κάποιον τρόπο μια ιστορία, η οποία είναι συνυφασμένη με αυτό το είδος της παγκόσμιας εμπειρίας που έχουμε. Αλλά έχουμε και τη δική μας προσωπική πλευρά. Ετσι, είτε είσαι μαύρος, Ασιάτης, Ελληνας, Καναδός, δεν παύει να είναι η ιστορία σου.
Ποια ήταν η αφορμή που σας έφερε στην τέχνη;
Σχεδόν όπως όλα στη ζωή μου, τυχαία. Οταν μεγάλωνα στην Αλαμπάμα υπήρχαν περιορισμένες επιλογές στον κόσμο που μπορούσες να δεις με τη σειρά των προτιμήσεων που θα έκαναν οι άνθρωποι. Οταν πήγαινα στο λύκειο, το πρώτο πράγμα που οι περισσότεροι άνθρωποι έλεγαν ότι ήθελαν να κάνουν είναι να γίνουν αθλητές. Το δεύτερο ο στρατός. Το τρίτο, ίσως μια δουλειά σε εργοστάσιο και το τέταρτο να πουλάνε ναρκωτικά. Το πέμπτο είναι να μην κάνεις τίποτα και απλά να προσπαθείς να μείνεις με τους γονείς σου και όλοι να είναι εξαθλιωμένοι και να μην υπάρχει τίποτα. Ετσι επέλεξα τον αθλητισμό. Ημουν ψηλός. Ετσι μπήκα στο κολέγιο. Επαιζα μπάσκετ.
Τα δημόσια σχολεία στην Αλαμπάμα είναι τα χειρότερα. Και είναι ακόμα χειρότερα για τους ανθρώπους που μεγάλωσαν στις φάρμες. Ο τρόπος που πρέπει να διαχειριστείς τη φάρμα είναι να μην πηγαίνεις κάθε μέρα στο σχολείο. Πηγαίνεις στο σχολείο κάθε δεύτερη μέρα. Τη μια μέρα δουλεύεις όταν είσαι στη φάρμα, την επόμενη μέρα πας σχολείο και την μεθεπόμενη δουλεύεις. Ετσι χάνεις πολλά. Ετσι είχα μια τόσο απαίσια εκπαίδευση και στο διάβασμα και τη γραφή.
Δεν ήμουν καθόλου έτοιμος για το κολέγιο. Επαιζα μπάσκετ. Ετσι έφτασα εκεί. Και κάποιος μου είπε «πάρε ένα μάθημα τέχνης γιατί θα είναι εύκολο». Οταν ήμουν πολύ νέος, μπορούσα να ζωγραφίζω λίγο, αλλά δεν καταλάβαινα από τέχνη. Δεν ήταν κάτι για το οποίο μιλούσε κανείς. Και όταν πήρα το μάθημα ζωγραφικής στο κολέγιο το βρήκα ενδιαφέρον. Δεν είχα ιδέα τι σήμαινε αυτό, αλλά γράφτηκα στο μάθημα της Προϊστορικής Τέχνης.
Την πρώτη μέρα του μαθήματος πήγα και σκεφτόμουν ότι θα είχα το βιβλίο ζωγραφικής μου και διάφορα άλλα, αλλά η καθηγήτρια απλώς μιλούσε και έδειχνε διαφάνειες και όλα αυτά τα πράγματα για τα οποία δεν είχα ιδέα. Ηταν μια τρομακτική εμπειρία για μένα. Δεν μπορούσα να παρακολουθήσω καθόλου. Ξέρετε, μιλούσε για την αρχαία τέχνη και όλα αυτά. Δεν είχα ιδέα. Και έτσι απέτυχα στο μάθημα. Ηξερα όμως πώς να προχωρήσω.
Ηξερα μόνο πώς να ζωγραφίζω πράγματα. Αλλά αυτό το μάθημα με βοήθησε να καταλάβω. Μετά άρχισα να προσπαθώ να διαβάζω και συνέχισα.
Ο τίτλος της έκθεσής σας στο Μουσείο Μπενάκη «Hic sunt dracones» (Εδώ υπάρχουν δράκοντες) βγάζει νόημα με την ιστορία σας. Είστε εξερευνητής όλη σας τη ζωή;
Δεν ήρθα στον κόσμο προετοιμασμένος με εφόδια. Απλά πρέπει να τα βρω και αυτό είναι μια στάση που νομίζω ότι διατηρώ. Ακόμα ψάχνω. Ακόμα δουλεύω πάνω σε αυτό. Δεν είμαι προετοιμασμένος γι’ αυτό που κάνω τώρα.
Προσπαθώ συνεχώς να το καταλάβω και γίνεται αγχωτικό γιατί οι άνθρωποι έχουν προσδοκίες. Και παγιδεύεσαι στην ιδέα να προσπαθείς να ανταποκριθείς στις προσδοκίες αντί να προσπαθείς πραγματικά να μάθεις και να εξερευνήσεις. Εννοώ ότι προσπαθώ να αποφεύγω τις εξωτερικές προσδοκίες. Αλλά τις εσωτερικές προσδοκίες να μάθω και να μπορέσω να κάνω το καλύτερο που μπορώ τις ενστερνίζομαι απόλυτα. Το συνδυάζω με ένα είδος εργασιακής ηθικής.
Είναι η στάση που κράτησα ακόμα και όταν έπαιζα μπάσκετ: μπορεί να μην είμαι ο πιο ικανός παίκτης μπορεί να μην είμαι ο πιο έξυπνος παίκτης, αλλά κανείς δεν θα με ξεπεράσει. Θα αφιερώσω τον εαυτό μου στη δουλειά. Αυτή είναι η στάση μου. Δεν ξέρω τι κάνω, αλλά προσπαθώ σκληρά, αυτό είναι το θέμα μου. Πραγματικά δίνω ό,τι έχω και δεν έχω.
Προσπαθείτε πολύ και επιστρέφετε στους άλλους;
Δεν ξέρω αν έχει να κάνει τόσο πολύ με την επιστροφή. Οπως είπα νωρίτερα, η ιστορία μου συνδέεται με την ιστορία όλων μας. Ετσι, όταν κάνω πρότζεκτ και έργα, νιώθω ότι το κάνω και για τον εαυτό μου. Αυτές είναι οι προσπάθειές μου να κατανοήσω τον κόσμο.
Είστε εγωκεντρικός, αλλά όχι εγωιστής.
Το θέμα είναι να είμαι εγωκεντρικός και να προσπαθώ να κάνω ό,τι μπορώ για μένα, αλλά όχι μόνο για μένα. Αν είναι μόνο για μένα, τότε είναι σαν αυτό που έλεγα προηγουμένως για τους καλλιτέχνες που μπορεί να ταιριάζουν στη λειτουργία της διαφορετικότητας. Αν λένε μια ιστορία που αφορά μόνο αυτούς, τότε γίνεται «εξωτική». Δεν είναι πολύτιμη.