Η παρουσία του Βολοντιμίρ Ζελένσκι στην Χιροσίμα για τη σύνοδο των μελών του G7 θα μπορούσε να θεωρηθεί διπλωματικός θρίαμβος. Για τις επτά μεγαλύτερες δυτικές καπιταλιστικές οικονομίες, ο Ουκρανός Πρόεδρος παραμένει μια προσωπικότητα που απολαμβάνει πλήρους υποστήριξης, δεν υφίσταται καμία κριτική και λαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερη στρατιωτική υποστήριξη.
Μόνο που την ίδια στιγμή, μια πιο προσεκτική ματιά θα δει ταλαντεύσεις και μια ορισμένη αμηχανία στη δυτική στάση απέναντι στη ρωσοουκρανική σύγκρουση.
Η νίκη που δεν φαίνεται να έρχεται
Τυπικά στη ρητορική της Δύσης δεν έχει αλλάξει κάτι. Ο στόχος παραμένει η ήττα της Ρωσίας, δηλαδή να μπορέσουν οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις με τη δυτική υποστήριξη σε εξοπλισμό, εκπαίδευση και πιθανότητα πληροφορίες, να υποχρεώσουν τη Ρωσία να εγκαταλείψει περιοχές που κατέλαβε στη διάρκεια της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης». Εδώ μπορεί να υπάρχει μια ασάφεια στο εάν αυτό περιλαμβάνει και τις περιοχές που βρέθηκαν υπό ρωσικό έλεγχο ήδη από το 2014, καθώς ειδικά για την Κριμαία θεωρείται περίπου δεδομένο ότι δεν πρόκειται να ανακτηθεί από την Ουκρανία, όμως είναι σαφές ότι οι δυτικές χώρες δεν επιδιώκουν κάποιον συμβιβασμό που θα κατοχύρωνε εδαφικά κέρδη της Ρωσίας, αλλά μόνο οτιδήποτε θα παρέπεμπε σε αποτυχία, ήττα, και τελικά κρίση νομιμοποίησης του Ρώσου Προέδρου.
Η δέσμευση σε αυτή την πολιτική έχει να κάνει και με το πώς πριν τον πόλεμο θεωρούσαν τη Ρωσία μια δύναμη που αποτελούσε δυνητική απειλή, αλλά και με τον τρόπο που επιδιώκουν να υπάρξει ένα μήνυμα και προς την Κίνα ότι δεν μπορεί να αμφισβητήσει τη δυτική πρωτοκαθεδρία.
Μόνο που αυτή η στρατηγική δεν δείχνει να μπορεί να συνδυαστεί με τις δυναμικές στο ίδιο το πεδίο των μαχών. Η ουκρανική αντεπίθεση δεν έχει εκδηλωθεί ακόμη και δεν είναι δεδομένο ότι θα μπορέσει να διασπάσει το σύνολο των ενισχυμένων ρωσικών αμυντικών γραμμών. Η διαφαινόμενη πτώση της Μπαχμούτ δύσκολα μπορεί να αντισταθμιστεί από τις επιχειρήσεις δολιοφθοράς σε ρωσικό έδαφος, ούτε καν από τις δυνατότητες πληγμάτων σε ρωσικό έδαφος που δίνουν οι πρόσφατες ενισχύσεις σε δυτικούς πυραύλους.
Όσο για το «πράσινο φως» που έδωσαν οι ΗΠΑ στη Βρετανία να δώσει F-16 και να εκπαιδεύσει Ουκρανούς πιλότους να τα χειρίζονται, ούτε αυτό είναι δεδομένο ότι θα μπορέσει να αλλάξει ριζικά το συσχετισμό δύναμης, παρότι σίγουρα θα αποτελέσει ενίσχυση της Ουκρανικής πλευράς. Άλλωστε, είναι πιθανό οι ΗΠΑ να επιμείνουν αυτά να μην χρησιμοποιηθούν για επιχειρήσεις σε ρωσικό έδαφος, μια που αυτό θα αντιμετωπιζόταν από τη ρωσική πλευρά ως περαιτέρω κλιμάκωση της δυτικής εμπλοκής.
Οι προτάσεις για «πάγωμα» της σύγκρουσης
Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί επανέρχονται στο προσκήνιο οι προτάσεις για ένα «πάγωμα» της σύγκρουσης. Δηλαδή, ένα είδος «εκεχειρίας» που όμως δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά ενός «συμβιβασμού», ούτε θα περιλαμβάνει κάποια ειρηνευτική διαδικασία. Απλώς οι πολεμικές επιχειρήσεις θα σταματήσουν σε ένα είδος «γραμμής επαφής», με χαρακτηριστικά ανάλογα της «αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης» που χωρίζει τη Βόρεια και τη Νότια Κορέα, με τις δύο πλευρές παραταγμένες εκατέρωθεν και πιθανώς με περιστασιακές αψιμαχίες.
Ένα τέτοιο «πάγωμα», δεν θα συνοδεύεται από αποδοχή της κατάστασης ως έχει από καμία πλευρά, αλλά δεν θα σταματά ιδίως τις μεγάλες απώλειες των δύο πλευρών. Και προφανώς θα συνοδεύεται από τη διατήρηση και κλιμάκωση των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας. Ένα τέτοιο «πάγωμα» θα μπορούσε να επιτρέψει την ανασυγκρότηση της ουκρανικής πλευράς, αλλά και τυχόν μελλοντικές διαπραγματεύσεις.
Τα πολλαπλά προβλήματα με τις προτάσεις για «πάγωμα»
Ωστόσο, οι προτάσεις για πάγωμα δεν είναι εύκολο να περάσουν. Αφενός, εξακολουθούν να συγκρούονται με την κυρίαρχη γραμμή της «Συλλογικής Δύσης» που είναι η ήττα της Ρωσίας, ιδίως στην εκδοχή που αυτή η γραμμή προβάλλεται από τις χώρες με πιο επιθετική γραμμή όπως η Μεγάλη Βρετανία ή η Πολωνία και βέβαια δεν συντονίζεται με τη ρητορική της ίδιας της ουκρανικής κυβέρνηση, που επιμένει ότι αυτό που χρειάζεται είναι ακόμη μεγαλύτερη βοήθεια στρατιωτική από τη Δύση, ώστε να μπορέσει να ανατρέψει τον συσχετισμό δύναμης και να οδηγήσει τη Ρωσία σε ήττα.
Την ίδια στιγμή ούτε η Ρωσία είναι δεδομένο ότι θα μπορούσε να δεχτεί μια τέτοια κατεύθυνση. Σίγουρα, υπάρχουν φωνές μέσα στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων και των οικονομικών ελίτ που θα ήθελαν μια όσο το δυνατόν πιο γρήγορη αποκλιμάκωση, ώστε να ενσωματωθούν εκ νέου και στις δυτικές διεθνείς οικονομικές πρακτικές. Όμως, την ίδια στιγμή η ρωσική ηγεσία σε αυτή τη φάση δείχνει πολύ περισσότερο να θέλει να ολοκληρώσει του στόχους τους οποίους έχει θέσει και που η ίδια υποστηρίζει ότι επιτυγχάνει στο πεδίο των μαχών, παρά να προχωρήσει σε έναν πιο πρόωρο συμβιβασμό.
Αυτό άλλωστε φάνηκε και στις δηλώσεις Λαβρόφ σχετικά με όσα έγιναν στη σύνοδο του G7: «Μπορείτε να δείτε τις αποφάσεις που συζητήθηκαν και υιοθετήθηκαν στη σύνοδο των G7 στη Χιροσίμα και που αποσκοπούν στη διπλή ανάσχεση της Ρωσίας και της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας; Ο σκοπός ανακοινώθηκε με σαφήνεια, που είναι να ηττηθεί η Ρωσία στο πεδίο της μάχης και να μη σταματήσουν σε αυτό αλλά αργότερα να την εξουδετερώσουν ως γεωπολιτικό αντίπαλο, μαζί με κάθε άλλη χώρα που διεκδικεί μια ανεξάρτητη θέση στον κόσμο».