Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα μοιάζει να είναι για τους Κούρδους της Τουρκίας ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών και τα δύο σενάρια που αφορούν την έκβασή του.
Η αιτία είναι απλή: Με τον εθνικισμό να σαρώνει και τους Ταγίπ Ερντογάν και Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου να διαγκωνίζονται ποιος θα διατυπώσει τις περισσότερες «κορόνες» ώστε να προσελκύσει το πολυπληθές τμήμα των υπερπατριωτών-ακροδεξιών στο εκλογικό σώμα και το πολιτικό σκηνικό, έχουν κάθε λόγο να φοβούνται ότι όποιος και αν εκλεγεί, οι διώξεις εις βάρος τους θα ενταθούν.
Για την ώρα, βεβαίως, το βασικό τους κόμμα, το HDP – που κατάφερε να εκλέξει στη νέα Βουλή 61 μέλη ή το 10% του συνόλου, υπό την «ομπρέλα» του Πράσινου Αριστερού Κόμματος -, συνεχίζει να στηρίζει τον Κιλιτσντάρογλου, όπως έκανε και στον πρώτο γύρο της 14ης Μαΐου.
Αρκετά δε από τα στελέχη του εκτιμούν πως εάν (όπως όλα δείχνουν) ο Ερντογάν επανεκλεγεί, τότε δεν αποκλείεται να «εκδικηθεί» τους Κούρδους για τη στήριξη που παρείχαν στον αντίπαλό του, εξαπολύοντας νέο πογκρόμ εκκαθαρίσεων εις βάρος τους και, ταυτόχρονα, πυκνώνοντας τις επιχειρήσεις εναντίον των ομοεθνών τους σε Συρία και Ιράκ.
«Μια νίκη του Ερντογάν θα παγιώσει τη διακυβέρνηση του ενός ανδρός και θα ανοίξει τον δρόμο για φρικιαστικές πρακτικές, που θα σημάνουν μαύρες ημέρες για όλη την κοινωνία» δήλωσε μιλώντας στο Reuters ο Ταγίπ Τεμέλ, μέλος της ηγεσίας του HDP. Ο ίδιος, όμως, σημειώνει πως η στροφή του Κιλιτσντάρογλου σε μια «πιο εθνικιστική ρητορική» θα έχει κόστος για αυτόν όσον αφορά τη στήριξη από τις τάξεις των Κούρδων. Με την παραπάνω εκτίμηση δείχνει να συμφωνεί και ο Ρεχά Ρουχαβίογλου, διευθυντής του Κέντρου Κουρδικών Σπουδών, με έδρα το Ντιγιάρμπακιρ, ο οποίος διαβλέπει έλλειψη κινήτρου ανάμεσα στους Κούρδους για να προσέλθουν στις κάλπες αυτή την Κυριακή, ακριβώς λόγω της στροφής που πραγματοποίησε ο Κιλιτσντάρογλου.
Αξίζει να σημειωθεί, ταυτόχρονα, ότι αν και επισήμως τίποτα δεν φαίνεται να έχει αλλάξει από την πλευρά του Ερντογάν, στελέχη και προπαγανδιστές του κυβερνητικού στρατοπέδου «υπενθυμίζουν» στους Κούρδους τα καλά χρόνια που πέρασαν κατά την πρώτη δεκαετία της διακυβέρνησης των ισλαμιστών, σε αντίθεση με τα δεινά που είχαν υποστεί από τους κεμαλιστές.
Αφήνοντας, έτσι, να εννοηθεί ότι αυτά μπορεί και να επιστρέψουν, υπό την προϋπόθεση ότι θα κλείσει το κεφάλαιο της «τρομοκρατίας» του ΡΚΚ και των YPG/PYD στη Συρία.