Το τελευταίο βιβλίο του Καθηγητή Γιάγκου Ανδρεάδη «Μνήμη Αντίστασης. Από το Πολυτεχνείο στα Πανεπιστήμια και στο Θέατρο» παρουσιάζουν οι εκδόσεις Ι. Σιδέρης, σήμερα Τρίτη 30 Μαΐου ώρα 7μ.μ. στην κεντρική σκηνή του Θεάτρου Σημείο.
Ερέθισμα για την συγγραφή του υπήρξαν οι πρόσφατες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις που ξεκίνησαν αφ’ ενός από το ζήτημα της φύλαξης των Πανεπιστημιακών χώρων και αφ’ ετέρου από το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022 που συνεπάγονταν τη δραματική υποβάθμιση των πτυχίων των θεατρικών σχολών. Ζητήματα υπαρκτά που απαιτούν τις σωστές λύσεις.
Ο τίτλος Μνήμη Αντίστασης και η αναφορά στον αντιδικτατορικό αγώνα, στο Πολυτεχνείο αλλά και στις μνήμες του ελληνικού θεάτρου προτείνει να δούμε μαζί με τα παρόντα προβλήματα του πανεπιστημιακού και του θεατρικού χώρου όσα τείνουν να λησμονηθούν. Εκείνα που, εφ’ όσον τα λησμονούμε, θα συνεχίσουν να επιστρέφουν ως πολιτικά και πολιτισμικά συμπτώματα. Για ποιο λόγο η μνήμη της αντιδικτατορικής αντίστασης και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου κάποτε παρανοήθηκε ή και πλαστογραφήθηκε; Για ποιο λόγο τα ελληνικά Πανεπιστήμια υποφέρουν από μια δυσανεξία που δεν έχει για κύριο αίτιο την νεανική παραβατικότητα; Για ποιο λόγο η μνήμη του ελληνικού θεάτρου και η κληρονομιά των δημιουργών που το κατέστησαν διεθνές γεγονός κινδυνεύουν από την λησμονιά και την παρανόηση;
Το βιβλίο ολοκληρώνεται με δύο παραρτήματα: Δύο αναδημοσιευόμενα κείμενα του Περικλή Κοροβέση και της Πέπης Ρηγοπούλου μιλούν για την Μνήμη της αντίστασης και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου και τον κίνδυνο παρανόησής τους. Και πέντε κορυφαίοι ξένοι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι από διαφορετικές χώρες παρεμβαίνουν για να εξηγήσουν πώς αντιμετωπίζουν το ζήτημα της φύλαξης τα δικά τους ιδρύματα.
Στην παρουσίαση εκτός από τον συγγραφέα θα μετάσχουν ο ιστορικός Τάσος Σακελλαρόπουλος, η ερμηνεύτρια και συνθέτις Νένα Βενετσάνου, ο δημοσιογράφος Πέτρος Ευθυμίου και η ηθοποιός και σκηνοθέτις Κάτια Γέρου. Στον χώρο θα εκτεθούν είκοσι δύο πρόσφατα ζωγραφικά έργα του συγγραφέα, με θέμα την επώδυνη αλλά αναγκαία Μνήμη Αντίστασης.
Μεταξύ του 2004, που γράψατε το πολιτικό δοκίμιο Η Αντίσταση της Μνήμης (εκδ. Ι. Σιδέρης) και του 2023, που υπογράφετε το βιβλίο Μνήμη Αντίστασης που κυκλοφορεί από τις ίδιες εκδόσεις, έχει διαφοροποιηθεί κάτι στο τοπίο της παιδείας και του πολιτισμού;
Η απάντηση είναι καταφατική και όχι υποχρεωτικά αισιόδοξη. Με την διευκρίνηση ότι παιδεία και πολιτισμός είναι περίπου συνώνυμα, και η εκπαίδευση αποτελεί κλάδο τους, διαπιστώνω ότι ο πολιτισμικός διαμελισμός του πλανήτη, παρά την ομοιότητα από άποψη, τεχνολογίας, προπαγάνδας, εξοπλισμού κλπ. είναι μια διαδικασία σε αδιάκοπη ουσιαστικά επιδείνωση. Μέσα στις παρούσες συνθήκες φανερού πλέον παγκοσμίου ψυχρού πολέμου και τις απειλές θερμού οι μισές από τις χώρες στις οποίες ταξίδεψα και δούλεψα πολιτισμικά, Σερβία, Ρωσία, Ινδία Κίνα θεωρούνται από τις άλλες μισές ως άξονες του «κακού».
Και αυτό δεν είναι προσωπικό πρόβλημα του καθενός μας . Είναι οικουμενικό, κοινωνικό, οικονομικό και φυσικά έχει επιπτώσεις στην εκπαίδευση και σε μια σειρά από άλλα φαινόμενα σε όλες τις κοινωνίες: Εξάπλωση του κυνισμού ,και της βίας, κατάρρευση των προσπαθειών ουσιαστικού διαλόγου και διωγμό της μνήμης σε όλα τα επίπεδα από το προσωπικό μέχρι και το κοινωνικό/ ιστορικό. Τα τελευταία αυτά πράγματα αποτελούν τον πυρήνα του βιβλίου μου Μνήμη Αντίστασης. Από το Πολυτεχνείο στα Πανεπιστήμια και στο Θέατρο των εκδόσεων Ι. Σιδέρης που θα παρουσιαστεί το Θέατρο Σημείο.
Ερευνάτε, μεταφράζετε και σκηνοθετείτε έργα του αρχαίου ελληνικού δράματος και ασχολείστε ερευνητικά και δημιουργικά με το θέατρο, τη λογοτεχνία και τη ζωγραφική, έχοντας παρουσιάσει τρεις εκθέσεις. Διδάξατε Αρχαία Γράμματα, Δημιουργική Γραφή, Θέατρο και Πολιτισμό στο Πάντειο, του οποίου είστε Ομότιμος Καθηγητής και σε άλλα πανεπιστήμια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, Ιστορία και Δραματολογία στην Ανωτέρα Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου διαδεχθήκατε τον Τάσο Λιγνάδη, Ελληνική Γλώσσα και Πολιτισμό στο JawaharlalNehrouUniversity στο Δελχί, όπου εγκαινιάσατε την πρώτη ελληνική έδρα στην Ασία, και επίσης αρχαία τραγωδία στην Κεντρική Ακαδημία Δράματος στο Πεκίνο, όπου σκηνοθετήσατε με Κινέζους ηθοποιούς την παράσταση Ο Κύκλος του Οιδίποδα. Τι είναι εκείνο που σας δίνει δύναμη να συνεχίζετε και ποιος ο ρόλος της μνήμης στη δική σας πορεία;
Το ερώτημά σας φέρνει στο νου μου μια συζήτηση που είχα με ένα σημαντικό διανοούμενο ένα βράδυ πριν πέντε χρόνια στο Πεκίνο, όπου με συνεργάτες τον Γιάννη Τράντα και την Πέπη Ρηγοπούλου σκηνοθέτησα στην περίφημη Κρατική Ακαδημία Δράματος το σπονδυλωτό έργο Ο Κύκλος του Οιδίποδα που λίγο μετά επαναλάβαμε με ένα εκλεκτό μικτό ελληνοκινεζικό θίασο στην Αθήνα και στους Δελφούς. «Εθνικισμός ή όποιος άλλος -ισμός χωρίς πολιτισμό καταντά» μου είπε ο συνομιλητής μου «έστω και άθελά του, φασισμός». Συμφωνώντας μαζί του πιστεύω πως επιμένουμε στον πολιτισμό, στην δημιουργία για να μην ξεπέσουμε στην βαρβαρότητα. Αλλά ο πολιτισμός είναι συνώνυμος όχι μόνον με την παιδεία αλλά και με την μνήμη, απαραίτητη προϋπόθεση για το όραμα. Έγραψα το βιβλίο που παρουσιάζεται στο Σημείο, με ευγενή πρόσκληση του Νίκου Διαμαντή και της Ιωάννας Μακρή, θέλοντας να υπερασπίσω την ιστορική μνήμη όλων των αγώνων στην εποχή της δικτατορίας που αποκορυφώθηκαν με την πατριωτική, δημοκρατική και ανιιμπεριαλιστική εξέγερση του Πολυτεχνείου. Με την έκκληση μάλιστα οι επιζώντες σύντροφοι και φίλοι να κατανικήσουν την σεμνότητά τους ώστε να συνεργαστούμε σε ένα έργο πολιτικής μνήμης από τα μέσα του 20ου μέχρι σήμερα θέτοντας ένα φραγμό στην πλαστογραφία και την λεηλασία της. Χωρίς να επεκταθώ, μπορώ να πω ότι έχω ελπίδα πως κάτι τέτοιο θα προχωρήσει σύντομα.
Τι θα έλεγε άραγε ο συνεργάτης σας Μίνως Βολανάκης αν άκουγε για το Προεδρικό Διάταγμα 85/2022, που συνεπάγεται την δραματική υποβάθμιση των πτυχίων των Δραματικών Σχολών; Πώς θα το αντιμετώπιζε; Ποια η δική σας πρόταση;
Ο Μίνως Βαλανάκης, πολυαγαπημένος δάσκαλος και φίλος, υπήρξε συνεργάτης μου σε πολύ μικρότερο βαθμό από όσο θα θέλαμε και εγώ και ίσως και κείνος. Πρόλαβε να αφήσει σε μένα και στους δικούς μου μια σειρά από χρηστικά αντικείμενα ( μέχρι και αυτόματο τηλεφωνητή) γιατί είχε καταλάβει ότι είμαστε οικογενειακώς μάλλον ακατάλληλοι για επιβίωση. Άφησε ακόμη συναρπαστικές οικογενειακές αναμνήσεις του που κατέγραψε στα δέκα (!) της χρόνια η κόρη μου Ιόλη που πήρε τον δρόμο που εκείνος είχε από τότε προφητέψει. Δεν μπορώ να μιλήσω εγώ στην θέση ενός ανθρώπου που μέχρι την ώρα που τον χάσαμε με ξάφνιαζε και με ενθουσίαζε με την πρωτοτυπία, την δύναμη και την φρεσκάδα της σκέψης του. Αυτό που πάντοτε επιζητούσε και ενεργά βοηθούσε ήταν η άνοδος του ερευνητικού και δημιουργικού επίπεδου τόσο των κρατικών όσο και των ιδιωτικών θεατρικών σπουδών και όχι ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ τους σχολών και η μυωπική και άστοργη πολιτική του κράτους που απειλεί να μετατρέψει τους νέους και όχι μόνον ανθρώπους του θεάτρου μας σε ισοπεδωμένο, υποταγμένο και άνευρο πολτό.
Τι συνδέει την αναφορά στο βιβλίο σας Μνήμη Αντίστασης στον αντιδικτατορικό αγώνα, του οποίου υπήρξατε ενεργό μέρος ως μέλος της οργάνωσης Κίνημα 20 Οκτώβρη, με την φύλαξη των Πανεπιστημιακών χώρων και το ελληνικό θέατρο;
Η ίδρυση του Κινήματος 20 Οκτώβρη από πολύ νέους ανθρώπους στην Ελλάδ και στο εξωτερικό είχα ήταν μια χειρονομία νέων ανθρώπων που θέλαν να αγωνιστούν, εμπνεόμενοι από ιδεώδη πατριωτικά, σοσιαλιστικά και ισοκρατικά – καθώς δεν υπήρχαν αρχηγοί και κυριαρχούσε η συναπόφαση- κατά των δικτατόρων, των ξένων επικυριάρχων, και των απανταχού συνεργατών τους. Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι αυτό που μας ενέπνεε ήταν ένα όραμα ευθύνης, ελευθερίας και σεβασμού στον άνθρωπο. Η αναγνώριση κάποιων αναπόφευκτων λαθών, δεν αναιρεί όσα μόλις είπα. Αντίθετα , δυνάμει, αποτελεί και αυτή ένα πλούτο, φτάνει να μην καταλήξει σε αυτομαστίγωση για ότι καλ΄’υτερο έχουμε κάνει. Ότι σας λέω ως εδώ ισχύει και για το αντιστασιακό κίνημα της περιόδου 1967-1974 στο σύνολό του, περιλαμβανομένης βεβαίως και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου. Αυτή η πείρα με οδηγεί να πιστεύω ότι το να γνωρίζουμε και να αξιοποιούμε ερευνητικά , δημιουργικά και πολιτικά την Μνήμη είναι και η καλύτερη ασπίδα απέναντι στην βία και την παραβατικότητα στα Πανεπιστήμια, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα γενικότερα ή οπουδήποτε αλλού. Αυτό που διευκολύνει την βία στα ιδρύματα και στους δρόμους δεν είναι η μνήμη αλλά η λησμονιά που πολύ εύστοχα ο Πλάτων την ταύτιζε με την βαναυσότητα. Δεν είναι το ότι θυμόμαστε τον αγώνα κατά της δικτατορίας αλλά, αντιθέτως το να ρίχνουμε τις μνήμες του στα μπάζα και στα παλιοσίδερα όπου κινδυνεύει από καιρό ήδη να καταλήξει και το αντιτορπιλικό «Βέλος», σύμβολό της ηρωικής αντιδικτατορικής Ανταρσίας του Ναυτικού. Μια όχι ίδια αλλά ανάλογη βαναυσότητα ευδοκιμεί επίσης και όταν, στην Ελλάδα και σε πολλά άλλα μέρη του κόσμου οι παραδοσιακοί πολιτισμικοί κώδικες, θεατρικοί και άλλοι, ρίχνονται στα σκουπίδια. Κάτι τέτοια δυστυχώς συχνά συμβαίνει και στο θέατρό μας. Όπου τα καταπληκτικά επιτεύγματα του Πολίτη και του Μινωτή , του Ροντήρη, του Κουν και του Βολανάκη, αντί να αξιοποιούνται ως υψηλά μαθήματα και ερεθίσματα δημιουργίας και πειραματισμού, λησμονούνται είτε λοιδορούνται.
Έχετε διανύσει δεκαετίες ολόκληρες της ζωής σας προσφοράς στους νέους. Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο που τώρα πρωτοέρχεται σε επαφή με τον χώρο του Πανεπιστημίου, ή με εκείνον του θεάτρου;
Να μην δέχεται συμβουλές από ανθρώπους που παριστάνουν τον συμβουλάτορα. Όποιος νομίζει ότι μπορεί να χαράξει το μέλλον των νέων με τους οποίους συνομιλεί είναι επιεικώς αφελής. Η πείρα του καθενός μας είτε είναι εντελώς αμετάδοτη είτε στην καλύτερη περίπτωση μεταδίδεται όχι με βαρύγδουπες δηλώσεις, αλλά με υποδηλώσεις, νεύματα, αινιγματικούς υπαινιγμούς Τα παιδιά μας, οι μαθητές μας δεν μπορεί και δεν πρέπει και δεν μπορεί να γίνουν σαν και μας. Στην καλύτερη περίπτωση πρέπει να κλέψουν ότι χρειάζεται από την φτωχή μας πνευματική περιουσία, φτάνει η κλοπή τους να είναι εμπνευσμένη και ανιδιοτελής Ακόμη κι αν μας αγαπούν, ιδίως αν μας αγαπούν, να μείνουν πιστοί και πιστές σε κάτι από μας που θυμούνται, πρέπει να βρουν τον τρόπο να μας «προδώσουν» δημιουργικά ανοίγοντας τον δικό τους μοναδικό δρόμο. Ο κάθε άνθρωπος είναι επί καλού είτε επί κακού μοναδικός. Ερωτεύεται, δημιουργεί εγκληματεί όπως κανένας άλλος πριν από αυτόν. Το να το καταλάβουμε είναι θεμέλιο ευθύ