Σε ρόλο «πυροσβέστη» ο Δημήτρης Μάντζος επιχειρεί να «σβήσει τις φωτιές» που άναψαν με δηλώσεις τους η Ελένη Χρονοπούλου και ο Παναγιώτης Δουδωνής, σχετικά με το οικονομικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ και δη με την φορολογική πολιτική τού κόμματος.
Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, στην ενημέρωση των δημοσιογράφων, απάντησε στις δηλώσεις πρώην υπουργών της ΝΔ, αλλά και στον εκπρόσωπο της Πειραιώς, Άκη Σκέρτσο, που σχολίασαν τις αναφορές των δύο στελεχών της Χαριλάου Τρικούπη, μιλώντας για «κρυφή ατζέντα» στο οικονομικό πρόγραμμα του Νίκου Ανδρουλάκη.
Ο κ. Μάντζος, τους κάλεσε να αφήσουν τη «μονταζιέρα» και υπογράμμισε ότι «η φορολογική πολιτική του ΠΑΣΟΚ έχει μία ξεκάθαρη στόχευση: Τη δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών, που θα χρηματοδοτεί ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό κοινωνικό κράτος, που θα μειώνει τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες».
«Για τον λόγο αυτό», εξήγησε, «προτείνουμε τη μείωση των φορολογικών βαρών στη μισθωτή εργασία, την αύξηση των φοροαπαλλαγών για τις οικογένειες με παιδιά και τη μείωση των έμμεσων φόρων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά και ενέργεια, όσο διαρκεί η ακρίβεια».
«Φόρος 15% μόνο αν τα μερίσματα υπερβαίνουν τις 100 χιλιάδες»
Προσέθεσε ότι το ΠΑΣΟΚ προτείνει, επίσης, «τη μείωση του απαράδεκτα υψηλού αφορολόγητου ορίου για τις γονικές παροχές από τα 4,8 εκατομμύρια ευρώ, που ισχύει σήμερα κατά ανώτατη τιμή, σε 400.000 για κάθε γονέα».
Παράλληλα, ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, τόνισε ότι, αναφορικά με τα διανεμόμενα μερίσματα από τα κέρδη των επιχειρήσεων, «που σήμερα φορολογούνται οριζόντια με τον χαμηλότερο συντελεστή στην Ευρώπη 5%, προτείνουμε μια κλιμακωτή προοδευτική φορολόγηση ως εξής:
– »Για τις πρώτες 50.000 ευρώ του διανεμόμενου μερίσματος παραμένει ο συντελεστής φορολόγησης 5%.
– »Το υπερβάλλον τμήμα πάνω από τις 50.000 και έως τις 100.000 φορολογείται – και μόνο αυτό – με συντελεστή 10%.
– »Και αν τα μερίσματα υπερβαίνουν τις 100.000 ευρώ, το επιπλέον και πάλι μέρος τους φορολογείται με 15%».
«Ας αφήσει τη μονταζιέρα η ΝΔ»
Σημείωσε, μάλιστα, πως «είναι παντελώς άδικο να φορολογούνται το ίδιο μερίσματα των 30.000, 40.000 και 50.000 ευρώ με τα μερίσματα – μαμούθ των εκατομμυρίων».
Ο Δημήτρης Μάντζος ανέφερε πως «οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης ζητούν επίμονα τη λίστα των εταιρειών, που μοιράζουν 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε μερίσματα και ενίσχυσαν τα κέρδη τους μέχρι 303,6% το 2022.
»Τους παραπέμπουμε στα δημοσιεύματα πολλών εφημερίδων και άλλων μέσων ενημέρωσης. Ενδεικτικά, σας δείχνω το σχετικό δημοσίευμα της Καθημερινής της 3ης Μαΐου», ανέφερε.
«Μετά από αυτά τα στοιχεία», όπως είπε ο κ. Μάντζος, «οι πρώην υπουργοί και οι εκπρόσωποι της Νέας Δημοκρατίας, ας αφήσουν τη μονταζιέρα και την προστασία των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων.
»Οφείλουν να καταλάβουν ότι δεν είναι επιτιθέμενοι, αλλά απολογούμενοι για τα έργα και τις ημέρες της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Προσέθεσε ότι «εμείς θα λέμε τις προγραμματικές μας αλήθειες και τις προγραμματικές μας δεσμεύσεις και αυτοί θα περιφέρουν τα ψέματά τους».
Τέσσερις ερωτήσεις στον Άκη Σκέρτσο
Και κάλεσε τον Άκη Σκέρτσο να απαντήσει στα εξής:
– «Πόσα λεφτά έχουν μπει στο δημόσιο ταμείο από τη φορολόγηση – και μάλιστα με συντελεστή 90% – των υπερκερδών των προμηθευτών ενέργειας;
– »Πώς και με ποιο τρόπο θα υλοποιηθεί η δέσμευση της ΝΔ για αύξηση κατά 25% του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα;
– »Για ποιο λόγο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δέσμευσε χωρίς κανέναν διάλογο τη χώρα για πρωτογενή πλεονάσματα, που φτάνουν μέχρι 2,5% το 2026, με κίνδυνο την επαναφορά των πολιτικών λιτότητας και εγκατάλειψης των κοινωνικών υποδομών;
– »Η κυβέρνηση ανέθεσε από πέρσι στον ΙΟΒΕ να προτείνει νέα μέτρα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών. Μπορεί να δώσει στη δημοσιότητα τη σχετική μελέτη, να μας πει ποια είναι τα μέτρα αυτά, ή θα περιμένει να τα ανακοινώσει μετά τις εκλογές;».
Τι απάντησε στην ερώτηση του in
Ο Δημήτρης Μάντζος, κλήθηκε να απαντήσει στην ερώτηση της δημοσιογράφου του in και των «Νέων», Μυρτώς Λαλιώτη, κατά πόσον τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ γνωρίζουν το πρόγραμμα του κόμματος.
«Δύο μέρες τώρα βλέπουμε στελέχη να έχουν αδυναμία να εκφράσουν τις θέσεις σας σε τηλεοπτικά πάνελ. Αυτό σημαίνει ότι τα στελέχη σας δεν γνωρίζουν πρόγραμμά σας; Μήπως χρειάζονται περισσότερο μπριφάρισμα πριν βγουν στις ειδήσεις; Μήπως είναι το πρόγραμμα το ίδιο ασαφές; Άκουσα τον κ. Δουδωνή να μιλά για αυξήσεις σε φόρους, σε εταιρείες άνω των 100.000 ευρώ – αυτό που είπατε τώρα κι εσείς το κλιμακωτό. Θεωρείτε ότι οι επιχειρήσεις άνω των 100.000 ευρώ είναι μεσαίες ή μεγάλες επιχειρήσεις;».
«Θα ξεκινήσω από το τελευταίο κ. Λιαλιούτη, ευχαριστώ για το ερώτημα. Καταρχάς να πούμε ότι δεν μιλάμε για τα κέρδη των επιχειρήσεων», ξεκαθάρισε ο κ. Μάντζος, εξηγώντας ότι «μιλάμε για το διανεμόμενο μέρισμα επί των κερδών».
Και προσέθεσε: «Είναι το ποσό, το εισόδημα που εισπράττει κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο ως μέρισμα. Άρα, το μέρισμα λοιπόν, όχι τα κέρδη. Το μέρισμα που υπερβαίνει τις 100.000 ευρώ, είναι ένα μέρισμα το οποίο, κατά τη γνώμη μας – το υπερβάλλον, όσο είναι πάνω από 100.000 ευρώ – μπορεί και οφείλει να φορολογείται με έναν συντελεστή μεγαλύτερο του 5%, που είναι ο χαμηλότερος συντελεστής της Ευρώπης.
»Θέλω να πω στο σημείο αυτό, ότι συντελεστές αντίστοιχοι ισχύουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και, μάλιστα, και ο ΟΟΣΑ έχει κάνει σχετικές προτάσεις για την διόρθωση αυτής της στρεβλής πολιτικής επιλογής του οριζόντιου συντελεστή 5% σε όλα τα διανεμόμενα μερίσματα. Άρα, αυτή είναι η απάντηση σε σχέση με το ύψος του μερίσματος».
«Απαιτείται σοβαρότητα από όλους»
Ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ σημείωσε χαρακτηριστικά για τα στελέχη του κόμματος και τις δημόσιες τοποθετήσεις τους πως «είναι σαφές ότι ο δημόσιος διάλογος, στο επόμενο διάστημα, οφείλει να γίνεται με νηφαλιότητα, σοβαρότητα από όλους – όσοι συμμετέχουν σε αυτόν – κυρίως δε από τους εκπροσώπους του Τύπου και τους πολιτικούς που συμμετέχουν σε αυτή τη δημόσια συζήτηση».
«Εμείς, ξέρετε, και στο προηγούμενο διάστημα θελήσαμε να ‘επιβάλλουμε’ συνθήκες σοβαρότητας στον δημόσιο διάλογο. Να μιλήσουμε προγραμματικά. Να μιλήσουμε για εναλλακτικές προτάσεις διακυβέρνησης του τόπου μας», ανέφερε.
Για να καταλήξει πως «δυστυχώς, όταν οι μεν σκαρφίζονταν σενάρια περί κυβέρνησης ηττημένων, ανοχής και ειδικού σκοπού και οι δε μιλούσαν για ‘τερατογενέσεις’, δεν υπήρξε ο χώρος που έπρεπε ώστε να υπάρξει μια γόνιμη αντιπαράθεση προτάσεων, ιδεών και, τελικά, αντιλήψεων για το πώς θέλουμε να κυβερνηθεί αυτός ο τόπος το επόμενο διάστημα».