Το μεγάλο εργαστήριό του, γεμάτο από σκουριασμένα παλιά σίδερα, χοντρά σχοινιά, επιφάνειες από φυσητό γυαλί, κομμάτια μαγνήτη, σχέδια σινικής μελάνης, χειρόγραφες σημειώσεις στον τοίχο δίπλα σε ασκήσεις αφαιρετικής καλλιγραφίας, όλα μαύρα, γκρι και λίγο άσπρα, σχεδόν αφομοιώνονται μέσα στο βιομηχανικό τοπίο της περιοχής. Είναι τα έγκατα του ιστορικού παρελθόντος της εξόρυξης σιδήρου που αιχμαλώτισαν τον Αλέξανδρο Τζάννη και δούλεψε μία σειρά έργων που αυτές τις μέρες εκτίθενται στη Σύρο. Παράλληλα, ετοιμάζει για την Αθήνα, στο πλαίσιο της συνεργασίας του με τον Οργανισμό ΝΕΟΝ, μία επίσκεψη σε έναν χώρο της πόλης για να αναμετρηθεί με κατάλοιπα μετάλλων που δείχνουν προς ένα μέλλον.
Τι έχεις παρατηρήσει σε αυτό το μέρος όπου βρισκόμαστε;
Πριν από δέκα χρόνια, με το που είδα αυτόν τον χώρο – το κτίριο στην πρώτη του χρήση είχε σχεδιαστεί για μια μεγάλη κλωστοϋφαντουργία – λάτρεψα το σχήμα του, το οποίο είναι τριγωνικό, και τον προσανατολισμό του, που κοιτάει στη Δύση. Ταυτόχρονα πίσω μας έχουμε δύο στοιχεία τα οποία έχουν ενδιαφέρον και επηρεάζουν πολύ τη δουλειά μου. Βλέπουμε μια αυλή γεμάτη παλιές μηχανές, διαλυμένες και σκουριασμένες. Είναι μηχανές φορτηγών ή σπαστικών μηχανημάτων. Ο ιδιοκτήτης τους είναι από τους λίγους στην Ελλάδα που επισκευάζουν μηχανές σπαστικών μηχανημάτων. Δηλαδή μηχανές που μπαίνουν μέσα σε τρύπες, σπάνε πέτρες ή κάνουν εξορύξεις. Ταυτόχρονα είναι μια ζούγκλα με καλάμια γιατί εκεί πίσω ξεκινάει και το πάρκο της Γεωπονικής. Η περιοχή έχει αυτό τον ημιβιομηχανικό, ημιοικιστικό χαρακτήρα, στα όρια της πόλης.
Το διαρκές ενδιαφέρον σου για τα νησιά του Αιγαίου σε φέρνει φέτος στη Σύρο, με την έκθεση «Summer, Spring, Winter, Autumn» στον Δήμο της Ερμούπολης.
Ξεκίνησα ως επισκέπτης, παρατηρητής και μετά άρχισε να με ενδιαφέρει περισσότερο η Σύρος λόγω του αστικού – νησιωτικού τοπίου, του λιμενικού και του γεωλογικού παρελθόντος της. Μαζί με τη Σέριφο, όπου από παλιά γινόταν εξόρυξη σιδήρου, είναι ένα από τα νησιά των Κυκλάδων που συνδυάστηκε με τη βιομηχανική ιστορία. Στο δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα έχουμε την αποθέωση της κλωστοϋφαντουργίας και το Νεώριο, τη μεγαλύτερη βιομηχανική μονάδα του Αιγαίου, που αποτελεί ένα από τα παλαιότερα μηχανουργεία και από τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της Ελλάδας. Ο σίδηρος στα ναυπηγεία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εργασίας, η οποία ωστόσο αποτελεί και κομμάτι της ιστορίας της θάλασσας.
Το ενδιαφέρον μου αυτό ξεκίνησε από το νησί της Σερίφου και στη συνέχεια βρήκα στοιχεία και κράματα τα οποία με ενδιαφέρουν και σε άλλα νησιά. Τώρα η Σύρος, αλλά και η Νίσυρος, λόγω του ηφαιστείου, με τα πανάρχαια πετρώματα, τις εξάρσεις όγκων και τα βράχια καλυμμένα από ηφαιστειακές εναποθέσεις. Πηγή μου σταθερά είναι η ίδια: η γεωλογία, το ανάγλυφο και η ανθρώπινη παρέμβαση, με όλη τη διαδικασία που ακολουθεί. Σε όλες αυτές τις νησιωτικές περιπτώσεις αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο είναι η παρατήρηση του ίδιου του τοπίου. Αυτός ήταν, για παράδειγμα, ο σκοπός της ομαδικής έκθεσης «Mines and Minerals» που επιμελήθηκα το 2021 στα μεταλλεία του όρμου Μεγάλο Λιβάδι στη Σέριφο.
Τι πραγματικότητες αφηγούνται τα έργα σου στη Σύρο;
Προσπαθώ με έναν τρόπο να ενώσω διαφορετικές ιστορικές περιόδους και μορφές της ύλης. Στη σειρά «Summer, Spring, Winter, Autumn» τα κομμάτια της ιστορίας αυτής φαίνονται μέσα στα γλυπτά με τη μορφή ενός συμπλέγματος, ενός κολάζ. Ξεκινώ χρησιμοποιώντας στη βάση των γλυπτών παλιές σιδερένιες καγκελόπορτες ή κιγκλιδώματα από τα παράθυρα και τις κουπαστές που βρήκα σε ένα τοπικό σκραπατζίδικο με μεταλλικά απόβλητα της Ερμούπολης. Κόπηκαν προσεκτικά για να βρω τα σχήματα και τις δομές που με ενδιαφέρουν και πάνω σε αυτά χτίστηκαν τα γλυπτά. Οπότε, υπάρχουν στην αφετηρία θραύσματα και σχήματα σιδήρου. Στη συνέχεια προσθέτω σκουριασμένα κομμάτια από χυτήρια και άλλα υλικά που κάνουν το γλυπτό να αποκτά τον αστικό χαρακτήρα του νησιού.
Αναμετριέσαι με τα ευτελή υλικά και ασχολείσαι με ό,τι απωθεί ο πολιτισμός;
Πρόκειται για κολάζ αναμνήσεων και εμπειριών από τα μέρη που έχω επισκεφθεί. Με απασχολεί πώς όλα αυτά τα διαφορετικά και απωθημένα στοιχεία μπορούν να συνυπάρξουν. Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουμε ευτελή, τα leftovers, τα απαξιωμένα, τα υπολείμματα της ανθρώπινης εργασίας, όλα αυτά τα οποία δεν χρειαζόμαστε πια, πώς μπορούν να αποκτήσουν μορφή και να συντεθούν μαζί. Να αποκτήσουν μια νέα ζωή.
Το κολάζ σου έχει μια σκοτεινιά.
Σχετίζεται με τις αναμνήσεις. Σε αυτά τα τοπία του Αιγαίου βλέπεις τρύπες, σκαψίματα, σπηλιές, σήραγγες, σκοτάδια που βγαίνουν από μέσα. Μπαίνεις μέσα και αισθάνεσαι ένα μυστήριο, μια παγωνιά. Από την άλλη, βλέπεις τα ίχνη μιας ανθρώπινης ιστορίας, η οποία είναι σκοτεινή από μόνη της. Αναπόσπαστο κομμάτι είναι και οι εργάτες των μεταλλείων που δούλευαν σε σκληρές και απάνθρωπες συνθήκες. Στο έργο μου προσπαθώ να ενσωματώσω και αυτήν την πλευρά. Ιστορικά πρόκειται για τα πιο σκληρά επαγγέλματα, από την αρχή της εξόρυξης μέχρι τη μεταποίηση και την κατεργασία του υλικού που εξορύσσεται.
Αυτό το παρελθόν μοιάζει ταυτόχρονα να κάνει προβολή στο μέλλον. Σε έναν πλανήτη με τον οποίο έχει έρθει αντιμέτωπος ο στόλος της Γης.
Με ενδιέφερε πάντα αυτή η σχέση της επιστημονικής φαντασίας, η επιθυμία της να προβλέπει το μέλλον. Με απασχολεί ποια στοιχεία της λογοτεχνίας του φανταστικού ή του κινηματογράφου του φανταστικού έχουν επαληθευτεί και ποια όχι. Με ενδιαφέρουν οι ατμόσφαιρες, η δυστοπία. Αυτό το παιχνίδι της επαλήθευσης και της διάψευσης με την απόσταση του χρόνου μού αρέσει πολύ.
Ακούς μουσική καθώς κάνεις αυτά τα κολάζ αναμνήσεων και υπολειμμάτων;
Κάποιες φορές ακούω έντονα και πολλά διαφορετικά είδη μουσικής, κάποιες φορές δουλεύω με απόλυτη ησυχία. Αλλά η μουσική διαχρονικά έχει επηρεάσει πάρα πολύ τη δουλειά μου, κυρίως η κουλτούρα που συνοδεύει την κάθε μουσική. Κάθε μουσική υποκουλτούρα με έχει απασχολήσει. Από τα εφηβικά μου χρόνια είναι βασικό στοιχείο για την ίδια μου την υπόσταση, για τον τρόπο διαμόρφωσης της ζωής μου και της ιδιοσυγκρασίας μου μέχρι σήμερα. Από τη μουσική που κυριαρχούσε στα ακούσματά μου εκείνη την περίοδο διακρίνω τις διαφορές της ίδιας μου της δουλειάς. Ανάλογα με τη χρονική περίοδο και τα συγκεκριμένα ακούσματα. Αυτά τα καινούργια έργα τα έκανα ακούγοντας drone music, noise, techno, synth.
Ενώ τα σχέδια των νησιών σου;
Αυτά μάλλον γίνονται σε απόλυτη σιγή. Σε στιγμές της ημέρας, με ήρεμη διαδικασία. Εχει ένα διαλογιστικό κομμάτι ο τρόπος που δημιουργούνται αυτά τα επίπεδα. Είναι η μνήμη που έρχεται από την εικόνα, το τύπωμα που γίνεται πολύ ελαφρύ στο χαρτί και μετά πάλι μια διαστρωμάτωση με στρώσεις μελανιών από πάνω και διαφορετικών μεγεθών τα οποία καλύπτουν όλη αυτήν την εικόνα. Μπαίνω τόσο πολύ στη διαδικασία που συνήθως από όσο μπορώ να θυμηθώ τις περισσότερες φορές δεν έχει καθόλου μουσική. Και λέγοντας πάλι για τη διαστρωμάτωση, το άλλο στοιχείο που είναι κοινό μεταξύ σχεδίων και γλυπτών είναι ότι η ίδια η φόρμα που ενυπάρχει εκεί οδηγεί το χέρι μου. Οπως η φόρμα στο γλυπτό καθορίζει το ίδιο το γλυπτό, έτσι και στο σχέδιο το αρχικό τοπίο και η γεωλογία που δημιουργεί πάνω στο χαρτί οδηγούν μετά και τη γραφή μου πάνω σε αυτό.
Τι είναι το Saigon στη ζωή σου;
Και αυτό από τη μουσική ξεκίνησε. Το Saigon πήρε το όνομά του από ένα συγκρότημα γαλλικού synth, των 80s, τους Fall of Saigon. Συνέπεσε με τη μεγάλη έκθεση που είχα κάνει, το «On the Edge of the Blade We Run», που εξερευνούσε τις δυστοπίες του μέλλοντος με βάση την ταινία «Blade Runner». Ενα από τα στοιχεία που είχα βρει εκεί ήταν ότι και στον κινηματογράφο του φανταστικού και στη λογοτεχνία του φανταστικού συνήθως το μεγάλο κακό που μπορεί να πλήξει όλη την ανθρωπότητα ξεκινάει συνήθως από κάποια ασιατική χώρα. Σχεδόν ποτέ δεν ξεκινάει από μια δυτική κοινωνία. Επίσης, αυτό που μου άρεσε είναι ότι η Σαϊγκόν είναι μια πόλη που δεν υπάρχει πια. Και έφτιαξα έναν χώρο που ξεκίνησε το 2019 στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης. Μετά πήρε τη μορφή ενός artist’s run space. Ενός χώρου τέχνης ο οποίος δεν είναι εμπορικός. Ξεκίνησε με την έκθεση του κύπριου καλλιτέχνη Στέλιου Καλλίνικου. Το ίδιο το τοπίο του χώρου είναι ελκυστικό. Εχουμε αφήσει τα τσιμέντα και τις πατίνες στους τοίχους όπως ήταν, οπότε αυτό έχει τη δική του αισθητική και ματιέρα και επιβάλλει στις δουλειές το πώς θα κινηθούν εκεί μέσα. Είτε από καλλιτέχνες που έχουν σχεδιάσει τις εκθέσεις τους για το Saigon είτε κάποιες ατομικές. Το Saigon έχει διεθνές πρόγραμμα με σκοπό να γίνονται ατομικές και όχι ομαδικές εκθέσεις από καλλιτέχνες που δεν έχουν δείξει ποτέ στην Ελλάδα και προέρχονται από το εξωτερικό. Στη συνέχεια έγινε χώρος εκθέσεων για έλληνες καλλιτέχνες, για τους περισσότερους από τους οποίους ήταν η πρώτη τους ατομική.
Παράλληλα επιμελείσαι και εκθέσεις. Δεν σου αρκεί ο εαυτός σου ως καλλιτέχνης;
Νομίζω ότι βρίσκω μέσα σε αυτό τους φίλους ή συνεργάτες που τους έχω συναντήσει στη Σχολή Καλών Τεχνών και έχουμε παραμείνει πολύ κοντά όλα αυτά τα χρόνια. Σε αυτές τις εκθέσεις για τις οποίες τους καλώ η διαδικασία είναι κοντά στη δική μου. Είναι σαν τα έργα που ζηλεύω και θα ήθελα να κάνω και εγώ. Γι’ αυτό πολλές φορές οι εκθέσεις αυτές έχουν κάτι κοινό με τις σκέψεις που έχω εκείνη την περίοδο. Κάνω εκθέσεις μόνο όταν έχω κάτι σημαντικό να πω για εμένα. Για τις ατομικές απλά προσκαλώ εδώ τον καλλιτέχνη ο οποίος μου αρέσει, ξέροντας ότι θα λειτουργήσει από μόνο του. Δεν υπάρχει καμία επιμέλεια σε αυτήν την περίπτωση. Η τελευταία ομαδική έγινε στο ΡΤΧ που προφανώς ήταν ένα μέρος στο οποίο θα ήθελα να κάνω μια έκθεση, γιατί το club culture με έχει επηρεάσει ιδιαίτερα από τα χρόνια που πέρασα στο Βερολίνο. Παρ’ όλα αυτά, δεν θεωρώ ότι τα κλαμπ πρέπει να γίνονται χώροι τέχνης.