Η έννοια της αλήθειας είναι το ουσιαστικό θέμα της ταινίας «Η ανατομία μιας πτώσης» (Anatomie d’ une chute) της Ζιστίν Τριέ, για την οποία η 45χρονη γαλλίδα σκηνοθέτρια κέρδισε το περασμένο Σάββατο το μεγαλύτερο βραβείο που μπορεί κανείς να κερδίσει σε κινηματογραφικό φεστιβάλ: τον Χρυσό Φοίνικα στο φεστιβάλ των Καννών.
Με κεντρική ηρωίδα μια όχι και τόσο συμπαθητική συγγραφέα (Σάντρα Χούλερ) που κρίνεται ύποπτη για τη δολοφονία του συζύγου της (η σορός βρέθηκε στο προαύλιο της έπαυλής τους με την ίδια μέσα και όλα δείχνουν ότι ο θάνατος του συζύγου προήλθε από την πτώση), η ταινία ξεφεύγει από το ερώτημα αν η συγγραφέας τον έσπρωξε ή όχι. Η Τριέ δεν ενδιαφέρθηκε για τη δημιουργία ενός καθαρόαιμου, παραδοσιακού θρίλερ με τη μεγάλη ανατροπή στο σενάριο αλλά για μια ταινία-ψυχογράφημα, γεμάτη ερωτήματα που παίζουν τεράστιο ρόλο γενικότερα στη ζωή μας. Διότι όπως η συγγραφέας λέει στη δίκη «πώς είναι δυνατόν να κρίνουμε τη ζωή ενός ζευγαριού μέσα από μια κακιά στιγμή, την ώρα που υπάρχουν χιλιάδες καλές στιγμές στις οποίες κανείς δεν δίνει σημασία;».
Λίγες μέρες πριν από τη νίκη της Τριέ, σε μια τελετή που θα μείνει στην ιστορία για τις πολιτικές δηλώσεις της κατά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής της κυβέρνησης Μακρόν, «ΤΑ ΝΕΑ» τη συνάντησαν στην ταράτσα του κτιρίου όπου στεγάζεται ο κινηματογραφικός οργανισμός της Unifrance στις Κάννες. Χειμαρρώδης στον λόγο της, με την άκαμπτη πυγμή μιας γνήσιας φεμινίστριας και χωρίς προφανή αγωνία για το τι θα συμβεί στα βραβεία, η Ζιστίν Τριέ μίλησε κυρίως για την κινηματογραφική προσέγγιση στη δημιουργία της τέταρτης μεγάλου μήκους ταινίας της.
Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας λαμβάνει χώρα μέσα στην αίθουσα δικαστηρίου. Τι είναι για εσάς ενδιαφέρον σε μια δίκη ως εργαλείο αφήγησης μιας ιστορίας;
Αν μου αρέσει το δικαστήριο ως χώρος αφήγησης μιας ιστορίας είναι επειδή στο δικαστήριο αρχίζει η μυθοπλασία. Στο δικαστήριο κλέβουν τις ζωές των ανθρώπων, τις παρουσιάζουν με διαφορετικό τρόπο από αυτόν που είναι στην πραγματικότητα, τις ανακατασκευάζουν. Τόσο ο δικηγόρος υπεράσπισης όσο και ο εισαγγελέας δημιουργούν δύο διαφορετικές ζωές για αυτή τη γυναίκα και κάπου ανάμεσά τους μια μικρή μόνο ζώνη σχετίζεται με την αλήθεια. Από μόνο του αυτό είναι κάτι που προκαλεί ενδιαφέρον.
Με αυτή τη λογική βέβαια, η αλήθεια παύει να έχει σημασία. Οπως άλλωστε λέει ο δικηγόρος στην πελάτισσά του, «η αλήθεια δεν έχει σημασία αλλά το πώς ο κόσμος θα σε δεχθεί, τι εντύπωση θα προκαλέσεις». Ποια είναι η δική σας άποψη;
Δυστυχώς αυτό ακριβώς συμβαίνει και το εμπέδωσα από τις συναντήσεις μου με δικηγόρους οι οποίοι μου έλεγαν το ίδιο ακριβώς πράγμα. Δεν τους ενδιαφέρει η αλήθεια. Σημασία δεν έχει η αλήθεια αλλά πώς θα πεις την ιστορία σου, αν θα γίνεις πειστικός λέγοντας αυτή την ιστορία. Στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν δύο παράλληλες αφηγήσεις, του συνηγόρου και του εισαγγελέα, και καμία δεν σχετίζεται απολύτως με την αλήθεια. Οι αφηγήσεις αυτές γίνονται προκειμένου να δημιουργήσει ο καθένας την εντύπωση που εκείνος θέλει για αυτή τη γυναίκα που κατηγορείται. Ο μεν συνήγορος υποστηρίζει ότι το θύμα ήταν ένας άνθρωπος με αυτοκτονικές διαθέσεις, άρα αυτοκτόνησε, ο δε εισαγγελέας προσπαθεί να πείσει ότι η κατηγορούμενη είναι μια πραγματικά μοχθηρή, εγωίστρια και αδίστακτη γυναίκα. Αρα πο βρίσκεται η πραγματική αλήθεια; Στην πραγματικότητα κανείς δεν γνωρίζει και νομίζω ότι αυτό συμβαίνει και στη ζωή. Ορισμένες φορές πρέπει να ορίσεις τη δική σου αλήθεια.
Γιατί ωστόσο επιλέξατε να παρουσιάσετε την κεντρική ηρωίδα με έναν τρόπο ώστε να μην είναι και τόσο αρεστή στο κοινό;
Διότι το να είναι μια ηρωίδα μου αρεστή στο κοινό δεν είναι κάτι που με ενδιαφέρει. Από τις πρώτες κιόλας μικρού μήκους ταινίες μου είχα ακολουθήσει αυτή την τακτική. Αυτό που πραγματικά με ενδιαφέρει είναι να έχω έναν σύνθετο χαρακτήρα, έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα, εν προκειμένω να δείξω ότι πρόκειται για μια γυναίκα που όσο παράξενη και αν δείχνει, προσπαθεί να είναι σωστή μητέρα, να είναι καλή στη δουλειά της, με τα πάνω και τα κάτω της. Και παρ’ όλα αυτά βρίσκεται μπλεγμένη μέσα σε αυτή την περίεργη, μπερδεμένη κατάσταση. Για παράδειγμα, το γεγονός ότι στο παρελθόν της γυναίκας υπήρξε ένα περιστατικό βίαιου ξεσπάσματός της προς τον σύζυγό της, πρώτον προκύπτει από κάπου, και δεύτερον δεν μπορεί να χαρακτηρίσει όλη τη ζωή τους ως ζεύγους. Αν είναι κάποιος βίαιος, δεν είναι απαραιτήτως δολοφόνος. Και όμως, στο δικαστήριο ο λόγος στον οποίο μπορεί να οφείλεται αυτό το βίαιο ξέσπασμα δεν θα παίξει κανέναν ρόλο.
Πιστεύετε ότι αν στη θέση της κατηγορουμένης βρισκόταν άντρας η αντιμετώπισή του θα ήταν ίδια με της γυναίκας;
Πιστεύω ότι σε αυτή τη δικαστική αρένα, όπου δεν υπάρχουν αποδείξεις, είναι πιο εύκολο να κατηγορηθεί μια γυναίκα απ’ ό,τι ένας άντρας. Αμέσως αρχίζει η έρευνα για το παρελθόν της, οπότε κάθε τι που την ορίζει, κάθε στοιχείο που μπορεί να εκληφθεί ως αρνητικό στρέφεται εναντίον της. Το γεγονός, για παράδειγμα, ότι είναι αμφιφυλόφιλη και δεν το κρύβει, ή ότι χρησιμοποιεί στοιχεία από τη ζωή της ως συγγραφέα. Κάθε τι που την αφορά στη ζωή της, κάθε τι που έχει κάνει ή δεν έχει κάνει, βρίσκεται υπό στενή παρακολούθηση και υπόκειται σε αυστηρή κριτική. Ακόμα και σήμερα μετά την εποχή της COVID-19 οι γυναίκες μπορεί να παρεξηγηθούν και να βρεθούν κατηγορούμενες για κάτι που δεν έκαναν. Ακόμα και σήμερα η κοινωνία είναι πολύ σκληρότερη απέναντι στις γυναίκες σε σχέση με τους άντρες.
Παρ’ όλα αυτά, οι καιροί σε σχέση με το παρελθόν έχουν αλλάξει. Πιστεύετε ότι με την εξέλιξη των πραγμάτων και της κοινωνίας, ο κόσμος σήμερα δέχεται τους όχι και τόσο συμπαθητικούς ή αρεστούς χαρακτήρες πιο εύκολα απ’ όσο παλιότερα στον κινηματογράφο;
Νομίζω ότι αυτή η ερώτηση αφορά κυρίως το φύλο του ανθρώπου. Θέλω να πω υπάρχουν σειρές όπως οι «Σοπράνος» ή το «Mad Men» στις οποίες τερατώδεις χαρακτήρες ανδρών θεωρούνται αρεστοί και ενδιαφέροντες. Αν τους αντικαταστήσετε με γυναίκες, θα ήταν και το ίδιο αποδεκτοί και αρεστοί; Δεν νομίζω. Στην περίπτωση της δικής μου ταινίας νομίζω ότι η πολυπλοκότητα της ηρωίδας είναι κάτι καινούργιο για τον θεατή, όχι όμως για μένα γιατί όπως ανέφερα πιο πριν ανέκαθεν έγραφα τέτοιους χαρακτήρες.
Κατά κάποιον τρόπο η ταινία δεν δείχνει να ενδιαφέρεται για τη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας μέσω της οποίας θα αυξάνεται η αγωνία του θεατή για το «ποιος το έκανε». Ηταν μια απόφασή σας που πάρθηκε εσκεμμένα;
Ναι, γιατί δεν με ενδιέφερε η πλευρά του θρίλερ στην ιστορία που επρόκειτο να αφηγηθώ. Το στοιχείο του θρίλερ το βρίσκεις σε εκατοντάδες ταινίες που μοιάζουν μεταξύ τους. Εδώ, ο ρυθμός ήταν εντελώς διαφορετικός, χωρίς μυστήριο, χωρίς ανατροπές, χωρίς κόλπα. Ηθελα μια πολύ γαλλική ταινία, ένα ανθρώπινο δράμα που θα χρειαζόταν τον χρόνο του για να ξεδιπλώσει τους χαρακτήρες και την ψυχολογία τους μπροστά στον θεατή.
Είχατε κάποιες κινηματογραφικές επιρροές ή παραπομπές που να σας βοήθησαν στην υλοποίηση αυτής της ταινίας;
Μια ταινία που μου έγινε ψύχωση για την κινηματογράφησ της είναι ο «Στραγγαλιστής της Βοστώνης» του Ρίτσαρντ Φλάισερ, του οποίου τις ταινίες μόλις προσφάτως ανακάλυψα. Είχα μεγάλη ευαισθησία στο στυλ κινηματογράφησης αυτής της ταινίας, η οποία φλερτάρει κάπως με το ντοκιμαντέρ αλλά συγχρόνως είναι πολύ ήσυχη με μακρινά πλάνα και μεγάλες σιωπές. Ενας άλλος κινηματογραφιστής που με έχει επηρεάσει είναι ο Τζον Κασαβέτης με τα πολύ κοντινά πλάνα του που αποτυπώνουν τις εκφράσεις των ηθοποιών με κάθε λεπτομέρεια. Ολα αυτά τα στοιχεία νομίζω ότι έπαιξαν ρόλο στην αισθητική της ταινίας.