Αν σας έχει τύχει να πάθετε πονοκέφαλο προσπαθώντας να καταλάβετε τι λέει ένα μακροσκελές συμβόλαιο, μην ανησυχείτε, δεν είστε οι μόνοι: ακόμα και οι δικηγόροι δυσκολεύονται με την ακαταλαβίστικη γλώσσα του επαγγέλματός τους, επιβεβαιώνει μελέτη του MIT.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι δικηγόροι καταλαβαίνουν και θυμούνται τις πληροφορίες νομικών κειμένων καλύτερα από τους μη νομικούς. Παρόλα αυτά, τους είναι πιο εύκολο να καταλάβουν αντίστοιχα έγγραφα γραμμένα σε απλά αγγλικά.
Μάλιστα οι δικηγόροι που συμμετείχαν στη μελέτη έκριναν ότι τα συμβόλαια σε απλή γλώσσα είναι καλύτερης ποιότητας, εξίσου εφαρμόσιμα και πιο πιθανό να υπογραφούν από τον πελάτη, σε σχέση με συμβόλαια γραμμένα στα δικηγορίστικα.
«Όπως κι αν θέσαμε το ερώτημα, οι δικηγόροι στη συντριπτική πλειονότητά τους ήθελαν απλά αγγλικά» λέει ο Έντουαρντ Γκίμπσον, καθηγητής γνωστικών επιστημών στο ΜΙΤ και τελευταίος συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύεται στο PNAS.
Αφύσικη γλώσσα
Όπως επισημαίνουν οι ερευνητές σε ανακοίνωση του MIT, η νομική γλώσσα ελάχιστα έχει αλλάξει από τη δεκαετία του 1970, όταν ο τότε πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον ζήτησε από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες να χρησιμοποιούν καθημερινή γλώσσα στα επίσημα έγγραφα.
Περυσινή μελέτη της ίδιας ερευνητικής ομάδας χρησιμοποίησε ένα εργαλείο ανάλυσης κειμένων για να συγκρίνει νομικά κείμενα με άλλα έγγραφα, όπως άρθρα εφημερίδων, σενάρια ταινιών και επιστημονικές δημοσιεύσεις. Μια βασική ιδιαιτερότητα των νομικών κειμένων, έδειξε η ανάλυση, είναι οι μακροσκελείς ορισμοί που εισάγονται στη μέση προτάσεων, μια τακτική που είναι γνωστό ότι δυσχεραίνει την κατανόηση.
Όταν οι ορισμοί τοποθετήθηκαν ξεχωριστά στο κείμενο, οι επιδόσεις εθελοντών που κλήθηκαν να διαβάσουν τα έγγραφα βελτιώθηκαν σημαντικά.
«Για κάποιο λόγο τα νομικά κείμενα είναι γεμάτα με αυτές τις δομές που ενσωματώνονται στο κέντρο των προτάσεων. Στην κανονική παραγωγή γλώσσας, δεν είναι φυσικό ούτε να γράφει ούτε να μιλάει κανείς έτσι» σχολιάζει ο Γκίμπσον.
Πιθανές εξηγήσεις
Η νέα μελέτη επιχειρεί να εξηγήσει αυτή την ενοχλητική πρακτική χρησιμοποιώντας δικηγόρους ως εθελοντές.
Οι ερευνητές εξέτασαν πέντε πιθανές εξηγήσεις για τη νομικίστικη γλώσσα. Η πιθανότερη, πίστευε ο Γκίμπσον, είναι το φαινόμενο που ο ίδιος ονομάζει «κατάρα της γνώσης»: οι δικηγόροι ίσως είναι τόσο εξασκημένοι στα νομικά έγγραφα ώστε δεν συνειδητοποιούν καν πόσο δύσκολα είναι για όλους τους υπόλοιπους.
Άλλες πιθανές εξηγήσεις: ότι οι δικηγόροι απλά κάνουν copy-paste από έτοιμα έγγραφα· ότι γράφουν με αυτό τον τρόπο για να δίνουν την εικόνα του επαγγελματία· ότι προσπαθούν να διατηρήσουν το μονοπώλιο των νομικών υπηρεσιών και να δικαιολογήσουν τις αμοιβές τους· ή ότι οι νομικές πληροφορίες είναι τόσο περίπλοκες ώστε δεν μπορούν να γραφτούν με άλλο τρόπο.
Για να βρει την απάντηση, η ερευνητική ομάδα ζήτησε τη βοήθεια περισσότερων από 100 εθελοντών δικηγόρων από διάφορες νομικές σχολές και δικηγορικές εταιρείες, οι οποίοι κλήθηκαν να διαβάσουν και να βαθμολογήσουν μια σειρά από νομικά κείμενα.
Όπως ήταν αναμενόμενο, οι δικηγόροι ήταν καλύτεροι στην κατανόηση και την ανάκληση πληροφοριών. Όπως είχε δείξει και η περυσινή μελέτη, οι μη δικηγόροι ανακαλούν κατά μέσο όρο το 38% όσων διαβάζουν στα νομικά κείμενα, ποσοστό που αυξάνεται στο 45% μεταξύ των δικηγόρων. Όταν δε οι ίδιες πληροφορίες διατυπώνονται σε απλή γλώσσα, το ποσοστό ανάκλησης ανεβαίνει στο 45-50% μεταξύ του απλού κόσμου και σε πάνω από 50% για τους δικηγόρους.
Το εύρημα αυτό δείχνει ότι η νομική γλώσσα δυσκολεύει όχι μόνο τον απλό κόσμο αλλά και τους ίδιους τους δικηγόρους. Επιπλέον, διαψεύδει την υπόθεση της «κατάρας της γνώσης», αφού, αν η υπόθεση ευσταθούσε, οι δικηγόροι θα κατανοούσαν και τα δύο είδη κειμένου εξίσου καλά.
Η κατάρα του copy-paste
Σε μια δεύτερη σειρά πειραμάτων, μια διαφορετική ομάδα 100 δικηγόρων διάβασε μια σειρά νομικών εγγράφων καθώς και απλοποιημένες βερσιόν των ίδιων εγγράφων. Περιέργως, οι εθελοντές έκριναν ότι τα απλοποιημένα κείμενα ήταν καλύτερης ποιότητας και εξίσου εφαρμόσιμα. Επιπλέον, δήλωσαν ότι θα ήταν πιθανότερο να προσλάβουν το πρόσωπο που έγραψε τα έγγραφα σε απλή γλώσσα.
Τα ευρήματα, λένε οι ερευνητές, αποκλείουν όλες τις αρχικές υποθέσεις εκτός από μία, την υπόθεση του copy-paste. Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι οι δικηγόροι προτιμούν να βασίζονται σε συμβόλαια που έχει διαπιστωθεί ότι είναι εφαρμόσιμα.
Με τον καιρό, αυτά τα αρχικά συμβόλαια γίνονται όλο και πιο περίπλοκα καθώς οι δικηγόροι τα τροποποιούν για συγκεκριμένες χρήσεις, συχνά εισάγοντας μακροσκελείς ορισμούς στη μέση προτάσεων.
«Αυτό είναι που υποψιαζόμαστε» λέει ο Γκίμπσον. «Δεν γνωρίζουμε τις λεπτομέρειες, είναι κάτι που τώρα ερευνούμε».