Οσοι δηλώνουν εισοδήματα στην Εφορία ως ελεύθεροι επαγγελματίες είναι περίπου 366.000. Αυτοί οι άνθρωποι εμφανίζουν ετησίως από τη δουλειά τους ακαθάριστα έσοδα περίπου 40 δισεκατομμυρίων ευρώ. Μόλις το ένα δέκατο αυτού, περίπου 4 δισ., υπόκειται σε φορολόγηση και τα χρήματα που τελικά καταλήγουν στα ταμεία του κράτους είναι πενιχρά.
Τα υπόλοιπα 36 δισ. χάνονται στον δρόμο. Γίνονται δαπάνες. Εξοδα με μηδέν φόρο. Πολλές απόλυτα τεκμηριωμένες, καλύπτουν ανάγκες του επαγγέλματος και σωστά ξοδεύονται. Πολλές άλλες, σε κάποια επαγγέλματα οι περισσότερες, καταλήγουν να χρησιμοποιηθούν και μάλιστα αφορολόγητα, καλύπτοντας τον τρόπο ζωής των επιτηδευματιών και των οικογενειών τους.
Η συζήτηση οπότε για τους ελεύθερους επαγγελματίες, σε πρώτη φάση, είναι πώς από τα ποσά που νομίμως εισπράττουν θα καταλήγουν σε φορολόγηση περισσότερα από όσα σήμερα δηλώνονται. Το άλλο μεγάλο θέμα είναι πώς θα αυξηθούν οι νόμιμες εισπράξεις με παραστατικά περιορίζοντας τις «μαύρες» αμοιβές. Για το τελευταίο η εισαγωγή των ηλεκτρονικών συναλλαγών έχει φέρει σημαντικά αποτελέσματα, αυξάνοντας το νόμιμα εισπραχθέν ποσό, τον τζίρο δηλαδή των ελεύθερων επαγγελματιών. Δεν κατέγραψε ωστόσο την ίδια αύξηση το τελικά δηλωθέν προς φορολόγηση ποσό, επιβεβαιώνοντας την αίσθηση ότι η φοροδιαφυγή στον κλάδο αποκτά πιο νόμιμα χαρακτηριστικά, καθώς μεταφέρεται από το εισόδημα στις δαπάνες που δηλώνουν οι επιτηδευματίες.
Ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω παρατηρείται ένας συνωστισμός των τελικών ποσών που δηλώνουν στην περιοχή έως τα 10.000 ευρώ ετησίως για τους 268.000 από τους 366.000 ελεύθερους επαγγελματίες. Αλλοι 54.000 δηλώνουν από 10.000 έως 20.000 ευρώ ετήσιο εισόδημα και πάνω από αυτά τα επίπεδα είναι οι λίγοι «ήρωες» που δηλώνουν μεγαλύτερα εισοδήματα, με 340 να δηλώνουν ότι εισέπραξαν πάνω από 200.000 ευρώ.
Σε «χονδρές» γραμμές αυτή είναι η πραγματική κατάσταση των ελεύθερων επαγγελματιών και αναρωτιέται κανείς τι δουλειά έχει με όσα λένε κατά τις διαδοχικές προεκλογικές περιόδους οι πολιτικοί και τα κόμματα. Σε αυτή την κατηγορία επαγγελματιών οι φορολογικοί ή οι ασφαλιστικοί συντελεστές δεν είναι το μείζον. Ούτε καν η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, με την οποία φαίνεται ότι συμφωνεί όλο το πολιτικό φάσμα. Από τη Νέα Δημοκρατία, μέχρι το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Εδώ το πρόβλημα είναι η φοροαποφυγή. Για την αντιμετώπισή της θέλει άλλα μέτρα και πολλή μελέτη. Οχι «χάδια». Πόσω μάλλον όχι υποσχέσεις όπως αυτή του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για αφορολόγητο 10.000 ευρώ. Μέτρο που θα ήταν σκέτη κοροϊδία για τους υπόλοιπους φορολογούμενους, καθώς μια ολόκληρη εισοδηματική τάξη θα απαλλασσόταν από οποιαδήποτε υποχρέωση φόρου, τη στιγμή μάλιστα που θα διατηρούσε τη δυνατότητα αφορολόγητων δαπανών.
Για τη φορολόγηση των αυτοαπασχολούμενων και των ελευθέρων επαγγελματιών, χρειάζεται άλλου είδους δράση, για την οποία θα έπρεπε να μιλήσουμε στην προεκλογική περίοδο. Για το πώς, για παράδειγμα, θα εξασφαλίσουμε ότι εκπίπτουν από το εισόδημά τους οι δαπάνες που ταιριάζουν μόνο με το επάγγελμά τους. Η διασύνδεση POS – ταμειακών μηχανών – Εφορίας είναι επίσης αυτονόητη κίνηση.
Η πολλή δουλειά με την αποκάλυψη των αυξημένων τζίρων τους έχει γίνει. Πλέον, πριν μιλήσουμε ξανά για τη φορολογία του κλάδου είτε στην κατεύθυνση της ελάφρυνσης είτε της επιβάρυνσης των επιτηδευματιών, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το πώς θα καταλήγει στο να φορολογείται ένα ποσό, που να αντιστοιχεί τουλάχιστον στον τρόπο ζωής τους.