Εκατοντάδες έλληνες ναυτικοί περιφέρονταν στους δρόμους της αναζητώντας τη χαλάρωση ύστερα από μήνες στη θάλασσα.
Εφταναν με τα πόδια από το λιμάνι γύρω από τo Sint-Paulusplaats και το Koolkaai, περνούσαν από το Σπίτι του Ναυτικού για να παραλάβουν την αλληλογραφία τους, να πιουν ένα χαλαρό ποτό και ίσως να χορέψουν στην παρακείμενη αίθουσα, δίπλα στις τάξεις όπου μάθαιναν ελληνικά τα παιδιά των Ελλήνων…
Και όταν ή ώρα περνούσε, οι περισσότεροι κατέληγαν στο θρυλικό καφενείο του Κουμιώτη, στο μαγαζί που τις χρυσές δεκαετίες του ’60 και του ’70 μετατράπηκε από την «παμπ του ναυτικού» στο πλέον διάσημο μπουζουξίδικο της εποχής: μουσικοί και χορευτές κατέφθαναν από την Ελλάδα για να δώσουν παραστάσεις, ενώ άνθρωποι από ολόκληρο το Βέλγιο το επισκέπτονταν για τη διασκέδασή τους. Η ελληνική γειτονιά Shiiperskwartier της Αμβέρσας θα γινόταν το επίκεντρο μιας ιδιότυπης «ελληνομανίας» που θα απογειωνόταν με την κυκλοφορία των ταινιών «Ποτέ την Κυριακή» και «Ζορμπάς», ενώ Βέλγοι που είχαν κάνει διακοπές στην Ελλάδα πήγαιναν στην Αμβέρσα για να ξαναζήσουν τις στιγμές εκείνες…
Η ξεχασμένη γειτονιά των ελλήνων ναυτικών στην Αμβέρσα, που άνθησε από το 1950 ως το 1970, και η επιρροή που άσκησε η παρουσία των Ελλήνων στην πόλη ζωντανεύουν ξανά μέσα από ένα ελληνοφλαμανδικό πρόγραμμα άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, το «INΣKIPPERΣTREET».
Στο πλαίσιό του, πριν από λίγες ημέρες παραδόθηκε στο τοπικό μουσείο Vleeshuis ένα μπουζούκι του Γιώργου Νταλάρα, ο πατέρας του οποίου έζησε και εργάστηκε για χρόνια ως μουσικός στο Βέλγιο. Το μπουζούκι έφτασε εκεί με ποταμόπλοιο που σάλπαρε από τις Βρυξέλλες, διέσχισε το παλαιότερο κανάλι του Βελγίου και στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο Μουσείο με «παρέλαση» στους δρόμους της πόλης.
Ψυχή του project είναι το καλλιτεχνικό ντουέτο Poli Roumeliotis και Kris Kaerts.
«Η συνοικία Shiiperskwartier είναι η παλαιότερη, η πιο ζωντανή γειτονιά της εργατικής τάξης στην Αμβέρσα. Ηταν πάντα μια μεικτή γειτονιά όπου έμεναν ναυτικοί διαφορετικών εθνικοτήτων για σύντομες ή μεγάλες χρονικές περιόδους. Εκεί αναπτύχθηκε και η Ελληνική Συνοικία.
Μέχρι και 10 ελληνικά πλοία έφταναν καθημερινά με πλήρωμα 30-35 ατόμων, δηλαδή περισσότεροι από 300 έλληνες ναύτες βρίσκονταν στην πόλη κάθε μέρα. Μια ολόκληρη βιομηχανία υπηρεσιών και ψυχαγωγίας αναπτύχθηκε γύρω από αυτούς τους ναυτικούς» λέει στα «ΝΕΑ» η ιστορικός Πόλυ Ρουμελιώτη, Ελληνίδα τρίτης γενιάς στο Βέλγιο. «Οι έλληνες ναυτικοί καθόρισαν το DNA της πόλης – και αυτό μπορεί να ειπωθεί και κυριολεκτικά, αφού πολλοί εγκαταστάθηκαν εκεί έπειτα από γάμους με Βελγίδες. Το ελληνικό στοιχείο στην πόλη είναι όμως ακόμα αρχαιότερο. Η παλαιότερη ελληνική εκκλησία στο Βέλγιο χτίστηκε στην Αμβέρσα το 1900, ενώ η ελληνική κοινότητα δημιουργήθηκε επισήμως το 1911» προσθέτει.
Μοχλός της Ιστορίας
Για τους συντελεστές του «INΣKIPPERΣTREET» ιδιαίτερα σημαντικό είναι να αναδειχθεί ο ανθρώπινος παράγοντας ως μοχλός της Ιστορίας: οι ναυτικοί, οι μουσικοί, οι γυναίκες, οι έμποροι, οι οικογένειές τους, ο τρόπος με τον οποίο η παρουσία τους επηρέασε την πόλη της Αμβέρσας. Για τον λόγο αυτόν το υλικό της έρευνας θα κατατεθεί σε αρχειακούς φορείς και μουσεία.
«Πραγματοποιούμε συνεντεύξεις τόσο στην Αμβέρσα όσο και στην Ελλάδα που θα ενσωματώσουμε σε ταινίες μικρού μήκους. Μαζί με τους έλληνες κατοίκους της Αμβέρσας γράφουμε ένα Χρονικό της Πόλης για την πρώην Ελληνική Συνοικία. Με όλο αυτό το υλικό θα στήσουμε μια μεγάλη έκθεση το 2024.
Και για να γιορτάσουμε το αποτελέσματα αυτού του ταξιδιού στον χρόνο θέλουμε να μεταμορφώσουμε το Sint-Paulusplaats (την Πλατεία Αγίου Παύλου) σε ένα μεγάλο μπουζούκι» λέει η Πόλυ Ρουμελιώτη. «Η φλαμανδική κυβέρνηση μας στηρίζει οικονομικά, ενώ συνεργαζόμαστε με εξαιρετικές φλαμανδικές εταιρείες. Εχουμε οργανώσει, επίσης, το δικό μας crowdfunding, όμως θα ήταν καλό αν υπήρχε συμβολή και από την ελληνική πλευρά» συμπληρώνει.