Η Θράκη είναι μία περιοχή με ιδιαιτερότητες. Ιδιαιτερότητες λόγω της θέσης της στον οικονομικό χάρτη της χώρας. Ιδιαιτερότητας λόγω της μουσουλμανικής κοινότητας. Ιδιαιτερότητας λόγω της εγγύτητας της στην Τουρκία. Ιδιαιτερότητας λόγω των σχεδόν μυθικών διαστάσεων που έχει λάβει διαχρονικά ο ρόλος του τουρκικού προξενείου στην περιοχή. Ιδιαιτερότητες λόγω της προσπάθειας του ελληνικού κράτους να καλύψει τις αδυναμίες του και τους φόβους που αυτές γεννούν στη Θράκη…
Η Θράκη είναι η Ξάνθη, η Ροδόπη και ο Έβρος. Το ανατολικότερο γεωγραφικό διαμέρισμα της Ελλάδας, με τον ποταμό Έβρο να αποτελεί το φυσικό σύνορο Ελλάδας – Τουρκίας. Και αν η Αλεξανδρούπολη, το λιμάνι και οι διευκολύνσεις στις ΗΠΑ, έγινε η αιτία για μία σειρά επενδύσεων στην περιοχή, αυτό έδωσε ανάσα στον Έβρο, αλλά δεν έλυσε τα χρόνια προβλήματα της Θράκης.
Μειονότητα αναγνωρισμένη από τη Λωζάννη
Οι μουσουλμάνοι της Θράκης είναι οι μόνοι ρητά αναγνωρισμένοι ως θρησκευτική μειονότητα βάσει του άρθρου 45 της Συνθήκης της Λωζάννης.
Η ένταξη άλλωστε των μουσουλμανικών πληθυσμών της Δυτικής Θράκης στο ελληνικό κράτος συμπίπτει με την περίοδο της δημιουργίας της Τουρκικής Δημοκρατίας, την ενίσχυση του τουρκικού εθνικισμού και την βιαία άρνηση στοιχείων του οθωμανικού παρελθόντος ως επίσημη πολιτική του τουρκικού κράτους. Γεγονός που επιδρά πολύπλευρα στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς της Θράκης.
Με τον πληθυσμό της μειονότητας να επιχειρείται να αξιοποιηθεί ανάλογα, τόσο κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, όσο και στις περιόδους έντασης με την Τουρκία. Και να χαρακτηρίζονται από εν δυνάμει συνεργάτες της ΕΣΣΔ κατά τον εμφύλιο, μέχρι και «τούρκοι» στη συνέχεια, ανάλογα την ομάδα στην οποία ανήκαν και τα συμφέροντα που έπρεπε να εξυπηρετηθούν. Με το ίδιο το κράτος να τους ονομάζει «τούρκους».
Καλύτερα «τούρκοι» παρά «κομμουνιστές»;
Είναι χαρακτηριστικό ότι «η πολιτική που ακολούθησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις μετά την ήττα του αγώνα του ΔΣΕ και μετά την από κοινού ένταξη της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ. Η πολιτική αυτή χαρακτηρίζεται από την ενίσχυση των τάσεων «εκτουρκισμού» της μειονότητας.
Ειδικά οι μορφωτικές συμφωνίες του 1951 και του 1968 καθορίζουν την τουρκική γλώσσα ως τη μοναδική γλώσσα εκπαίδευσης. Εκείνη την περίοδο οι όροι «μουσουλμάνος- μουσουλμανικός» αντικαθίσταται από τους όρους «τούρκος-τούρκικος» ακόμα και σε επίσημες αναφορές.
Η πολιτική αυτή καθορίστηκε με βάση το γεγονός ότι Ελλάδα και Τουρκία αποτελούσαν τους προμαχώνες του καπιταλιστικού κόσμου στα Βαλκάνια στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης σοσιαλισμού – καπιταλισμού και με δεδομένο ότι στη Βουλγαρία που ζούσαν ανάλογοι πληθυσμοί (Πομάκοι κ.λ.π.) υπήρχε σοσιαλιστική εξουσία.
Το 1987 ο Αρειος Πάγος με απόφασή του απαγόρευσε τη χρήση του όρου «τουρκικός» όσον αφορά τη μειονότητα της Θράκης, απαγορεύοντας και ενώσεις προσώπων με αυτό το προσωνύμιο. (Πηγή: Ριζοσπάστης, 27/4/2014)
Στρατηγική του πολιτικού Ισλάμ
Η μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης υπήρξε πάντα μήλον της Έριδος και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Με το τουρκικό προξενείο στην Κομοτηνή να έχει όντως ένα ρόλο ιδιαίτερα σημαντικό για τα συμφέροντα της Άγκυρας που θέλει τη Θράκη και το μουσουλμανικό στοιχείο υπό τον έλεγχο της. Στο πλαίσιο και της εφαρμογής της στρατηγικής του «πολιτικού Ισλάμ».
Είναι ενδεικτικό άλλωστε ότι η Τουρκία έχει υψηλές επιδόσεις, μέσω της «θρησκευτικής διπλωματίας» που ακολουθεί και όχι μόνο στη Θράκη, με στόχο τη διείσδυση στην περιοχή της Βαλκανικής.
Ερντογάν και τουρκικό ΥΠΕΞ
«Εδώ υπάρχουν σχεδόν 150.000 ομογενείς μας. (…) Εσείς είστε η γέφυρα της Τουρκίας με την Ελλάδα» σημείωνε ο Ερντογάν το 2017 κατά την επίσκεψή του στη Θράκη. Με το τουρκικό ΥΠΕΞ να φροντίζει τόσο με επισκέψεις όσο και με τακτικές ανακοινώσεις να κρατά το ζήτημα στην επικαιρότητα.
Με πρόσχημα δε τον ορισμό των μουφτήδων, το θέμα επανέρχεται από καιρού εις καιρόν, με την ένταση που επιλέγεται να δοθεί την εκάστοτε στιγμή. Στην ανακίνηση του ζητήματος βοηθούν και ελληνικές ακροδεξιές φωνές, που στρώνουν το έδαφος για σενάρια προβοκάτσιας και προκλήσεων, τροφοδοτώντας με τον τρόπο τους υπόγεια την ένταση στην περιοχή.
Για το τουρκικό κράτος η ολιγωρία και οι αδυναμίες του ελληνικού κράτους στη Θράκη επιχειρείται να αναδειχθούν στα «διπλωματικά του όπλα» και να ανοίξουν το δρόμο για τη διείσδυση στην περιοχή, δεδομένης και της πολιτικής της Αθήνας που στο παρελθόν αντί να λύσει ζητήματα ενίσχυσε το αίσθημα απομόνωσης του πληθυσμού.
Η Τουρκία χρησιμοποιώντας το προξενείο σύστηνε δομές θρησκευτικές, πολιτιστικές, αθλητικές, ακόμα και εμπορικές προκειμένου να έχει τον έλεγχο σε όλους τους τομείς της ζωής. Επιδιώκοντας έτσι η θρησκεία να γίνει το όχημα του ελέγχου.
Ένας έλεγχος που πατώντας και στο διχασμό που επίσης επιχειρείται να αξιοποιηθεί από καιρό εις καιρό, καθώς και διαχρονικά επικίνδυνα παιχνίδια εθνικισμού σε μία ευαίσθητη περιοχή, να είναι αυτά που θέτουν τα θεμέλια της όποιας απειλής δημιουργίας αισθήματος ανασφάλειας, που τελικά θα μπορούσε να πυροδοτήσει ενδεχομένως αστάθεια.
Αλλαγές
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, η Υπηρεσία Πολιτικών Υποθέσεων Θράκης του Υπουργείου Εξωτερικών έχει καταφέρει αρκετά. Κυρίως όταν οι διπλωμάτες που υπηρετούν σε αυτή κατάλαβαν ότι πρέπει να βγάλουν τα κουστούμια και τις γραβάτες και να γνωρίσουν τον κόσμο της Θράκης. Να τον ακούσουν.
Και να αρχίσουν μία προσπάθεια να τους κάνουν να καταλάβουν ότι το κράτος υπάρχει εκεί και για τους μουσουλμάνους της Θράκης και όχι εναντίον τους. Με τη διαδικασία να είναι διαρκής και δύσκολη.
Η Αλεξανδρούπολη και όχι μόνο
Σημαντικός παράγοντας στις εξελίξεις και η Αλεξανδρούπολη και η αλλαγή που επιδιώκεται να φέρει στο οικονομικό τοπίο. Αν και δεν είναι αρκετό για να καλύψει τα πάντα.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος EUROREG, που εκπονήθηκε από το ΕΛΙΑΜΕΠ, η έρευνα «κατέδειξε ότι τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης (ΚΠΣ) έχουν διαδραματίσει έναν σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της περιφερειακής οικονομικής υποδομής στη Θράκη, μέσω δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων. Κατά αυτόν τον τρόπο, έχουν επηρεάσει έμμεσα τις συνθήκες ζωής της μειονότητας. Όμως, η έλλειψη τεχνογνωσίας μεταξύ των υπαλλήλων της τοπικής αυτοδιοίκησης περιορίζει την πρόσβαση των μειονοτικών πληθυσμών στις χρηματοδοτήσεις των ΚΠΣ».
Παράδοξη επίδραση
»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι περισσότεροι πόροι των τριών ΚΠΣ έχουν επενδυθεί στις νότιες περιοχές της Δ. Θράκης που κατοικούνται κυρίως από χριστιανούς, σε αντίθεση με τις βόρειες περιοχές των νομών Ροδόπης και Ξάνθης που κατοικούνται κυρίως από μουσουλμάνους, σημειώνουν οι Αναγνώστου και Τριανταφυλλίδου στα συμπεράσματα της έρευνας τους. Συνεπώς, τα ΚΠΣ έχουν μια παράδοξη επίδραση: δημιουργούν ένα περαιτέρω χάσμα μεταξύ αφενός των μεγάλων δήμων και αστικών περιοχών που κατοικούνται τόσο από πλειονοτικούς όσο και από μειονοτικούς πληθυσμούς και αναπτύσσονται, και αφετέρου, των ορεινών κοινοτήτων που κατοικούνται από μειονοτικούς πληθυσμούς και παραμένουν απομονωμένες και περιθωριοποιημένες. Τα αίτια της διαφοροποίησης στην κατανομή των πόρων καθώς επίσης και η περιορισμένη συμμετοχή της μεινότητας στα προγράμματα, αποδίδονται στην κληρονομιά του κοινωνικοοικονομικού αποκλεισμού, στην εσωστρέφεια της μουσουλμανικής κοινότητας αλλά και σε κάποιες σκόπιμες ή σιωπηρές διακρίσεις που κάνουν οι ελληνικές αρχές». (Πηγή: Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση και η Μειονότητα στη Θράκη: Βήματα μπροστά;)
Ο περιορισμός της επιρροής
Στην πάροδο των χρόνων και με την Τουρκία να βυθίζεται στην οικονομική κρίση και την εσωστρέφεια των τελευταίων ετών, η επιρροή του προξενείου άρχισε να μειώνεται. Και η αλλαγή όπως παρατηρούν παράγοντες με γνώση των εξελίξεων στην Θράκη, φαίνεται περισσότερο στα αστικά κέντρα της περιοχής, ενώ η αλλαγή στα χωριά θέλει μεγαλύτερη προσπάθεια.
Και σαφώς ακόμα τίποτα δεν είναι – όπως λένε αρκετό – μέχρι να φτάσουμε σε σημείο η παρέμβαση να ελαχιστοποιηθεί.
Όπως επισημαίνουν ωστόσο το παιχνίδι του τουρκικού προξενείου δεν παίζεται μόνο με τους ανθρώπους που ζουν εκεί, αλλά και με τους πολιτικούς. Με παράγοντες της περιοχής να σημειώνουν στο in ότι η παρέμβαση δεν αφορά μόνο ένα πολιτικό κόμμα.
Το αντίθετο πολιτικοί και από τα τρία κόμματα, τη ΝΔ, το ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ έχουν κατά καιρούς κατηγορηθεί για τις όποιες σχέσεις τους με το προξενείο, με το ΚΚΕ να είναι το μόνο που έχει μείνει εκτός κάδρου, γιατί δεν έχει δύναμη να εκλέξει αιρετούς στην περιοχή, αν και ακόμα και για τους υποψήφιους του Περισσού δεν έχουν λείψει αρνητικά σχόλια.
Διακρίσεις
Διακρίνουν δε τους ανθρώπους που εμπλέκονται στα πολιτικά θέματα σε τρεις κατηγορίες. Σε αυτούς που είναι απόλυτα ταυτισμένοι με το τουρκικό προξενείο, με τις σχέσεις τους να είναι σε σημείο εξάρτησης και υλοποίησης συγκεκριμένων πολιτικών.
Σε αυτούς που προσπαθούν να ισορροπήσουν και να λειτουργήσουν μέσα σε μία δύσκολη κατάσταση, χωρίς να έρθουν σε σύγκρουση, αλλά και χωρίς να ταυτιστούν, απλά να διευκολύνουν τους στόχους και τη δική τους λειτουργικότητα.
Και σε αυτούς που έχουν έρθει σε ρήξη. Και όπως υπογραμμίζουν όσοι ζουν τη Θράκη μπορεί η καχυποψία λόγω των αυτοματισμών που έχουν αναπτυχθεί στην κοινωνία και στα σενάρια που έχουν διακινηθεί κατά καιρούς για την περιοχή και τη μουσουλμανική κοινότητα να βαραίνει κατ’ αρχήν τους μειονοτικούς, επί δικαίω και αδίκω, ωστόσο και οι πολιτικοί της πλειονότητας αρκετές φορές δεν έχουν μείνει εκτός κάδρου. Κυρίως δήμαρχοι και περιφερειάρχες.
Ο Ιλχάν Αχμέτ
Η εκλογή του υποψήφιου του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, Ιλχάν Αχμέτ που βρίσκεται για αρκετό καιρό σε σύγκρουση με το τουρκικό προξενείο αναδεικνύει την δύσκολη και αργή μεν, αλλά σίγουρα αλλαγή στην περιοχή.
Για τους παροικούντες την Θράκη, η μειονότητα αλλάζει. Ωστόσο επιθέσεις και διχαστικά μηνύματα μπορούν να χαρακτηριστούν επικίνδυνα και να απειλήσουν τη δουλειά που έχει γίνει.
Επικίνδυνος ο διχασμός
Η Θράκη είναι μία περιοχή με ευαισθησίες και ιδιαιτερότητες, που απαιτεί σεβασμό, συνέπεια, επιμονή και υπομονή. Καθώς και συγκεκριμένες κινήσεις οικονομικής ανάπτυξης και στοχευμένες δράσεις ενσωμάτωσης και όχι αφομοίωσης του μουσουλμανικού πληθυσμού. Αρετές που το ελληνικό κράτος δεν έχει αποδείξει να έχει.
Την ίδια στιγμή υπογραμμίζουν ότι το πιο επικίνδυνο είναι ο διχασμός και τα μηνύματα που διαχωρίζουν μειονοτικούς και πλειονοτικούς.
Και σίγουρα όσοι μειονοτικοί βουλευτές εκλέγονται γνωρίζουν ότι είναι πάντα στο «μικροσκόπιο». Ότι ξεκινούν πάντα με καχυποψία απέναντι τους. Οι ισορροπίες για αυτούς είναι ακόμα πιο δύσκολες. Και τελικά πρέπει κάθε μέρα να αποδεικνύουν τις προθέσεις τους. Όποιες και αν είναι αυτές.