Ισχυρή ανάπτυξη με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 2,2% το 2023 και 1,9% το 2024 προβλέπει για την Ελλάδα ο ΟΟΣΑ στην εαρινή του έκθεση για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας. Η αύξηση της κατανάλωσης προβλέπεται να επιβραδυνθεί βραχυπρόθεσμα μετά την υποβάθμιση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών από τον υψηλό πληθωρισμό.
Η πραγματική αύξηση των επενδύσεων προβλέπεται να παραμείνει ισχυρή ενόψει του αυξανόμενου κόστους δανεισμού καθώς αυξάνονται οι δαπάνες που σχετίζονται με τα Αμοιβαία Κεφάλαια Ανάκτησης και Ανθεκτικότητας. Ο πληθωρισμός μετριάζεται από τον Σεπτέμβριο του 2022, αλλά διαχέεται ευρύτερα, καθώς οι συνεχιζόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού συμβάλλουν στην αύξηση των μισθών.
Οι επιδοτήσεις των τιμών της ενέργειας μειώνονται σταδιακά καθώς οι τιμές της ενέργειας υποχωρούν. Η επίτευξη και η διατήρηση της προγραμματισμένης επιστροφής σε πρωτογενές πλεόνασμα θα βοηθήσει την Ελλάδα να διαχειριστεί τις πληθωριστικές πιέσεις και να φτάσει σε επενδυτική βαθμίδα.
Περαιτέρω αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας, ιδίως μεταξύ των γυναικών και των νέων, θα βελτιώσει την ισότητα στην εργασία και θα συμβάλει στην αντιμετώπιση των ελλείψεων εργατικού δυναμικού.
Kόντρα στους ανέμους
Πιο συγκεκριμένα ο ΟΟΣΑ διαπιστώνει ότι η ελληνική οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται δυναμικά παρά τους αντίθετους ανέμους.
Η αύξηση των επενδύσεων παρέμεινε ισχυρή το 4ο τρίμηνο του 2022 παρά το αυξανόμενο επενδυτικό κόστος και τις αυξανόμενες ελλείψεις εργατικού δυναμικού.
Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη αυξήθηκε από τον Οκτώβριο του 2022 για να πλησιάσει τα υψηλά προ της πανδημίας τον Απρίλιο, ενώ ο PMI τον Απρίλιο έδειχνε αύξηση της ζήτησης.
Η πραγματική κατανάλωση συνέχισε να αυξάνεται το 4ο τρίμηνο του 2022 και στις αρχές του 2023, αντανακλώντας την έντονη αύξηση της απασχόλησης και παρά την πτώση της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών και τη χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη.
Ωστόσο, η δημιουργία θέσεων εργασίας επιβραδύνθηκε το 2023.
Ο εναρμονισμένος πληθωρισμός μειώθηκε στο 4,5% τον Απρίλιο, καθώς οι τιμές της ενέργειας μειώθηκαν, ενώ οι διευρυνόμενες πιέσεις στις τιμές αύξησαν τον δομικό πληθωρισμό στο 6,1%.
Τον Απρίλιο του 2023 ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 9,4%, μετά από αυξήσεις περίπου 10% το πρώτο εξάμηνο του 2022.
Οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, του φυσικού αερίου και της θέρμανσης των νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 27,9% από την κορύφωσή τους τον Σεπτέμβριο του 2022 έως τον Απρίλιο του 2023.
Για την αντιμετώπιση πιθανών ενεργειακών διαταραχών τον επόμενο χειμώνα, η Ελλάδα συνέχισε να αυξάνει την ικανότητα αποθήκευσης μέσω συμφωνιών με γειτονικές χώρες, για παράδειγμα τη Βουλγαρία, και επεκτείνει την ικανότητα εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου.
Τα spreads των κρατικών ομολόγων μειώθηκαν: τα spread στα γερμανικά 10ετή κρατικά ομόλογα μειώθηκαν κατά σχεδόν 130 μονάδες βάσης στα τέλη Μαΐου 2023 από το ανώτατο του Οκτωβρίου 2022.
Το αυξανόμενο κόστος δανεισμού
Οι επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας προστατεύουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις από τις υψηλές τιμές της ενέργειας.
Οι επιδοτήσεις που εισήχθησαν για την αντιμετώπιση της εκτίναξης των τιμών της ενέργειας μειώνονται καθώς οι τιμές της ενέργειας υποχωρούν και σχεδιάζεται να καταργηθούν σταδιακά έως το δεύτερο εξάμηνο του 2023, περιορίζοντας το δημοσιονομικό τους κόστος για το 2023 στο 0,5% του ΑΕΠ.
Τον Απρίλιο του 2023, οι συνταξιούχοι έλαβαν εφάπαξ πληρωμές ύψους 0,4% του ΑΕΠ που συνδέονται με την αύξηση του κόστους διαβίωσης. Άλλα δημοσιονομικά μέτρα το 2023 ανέρχονται στο 1,8% του ΑΕΠ, συμπεριλαμβανομένης για παράδειγμα μιας δημοσιονομικής επιδότησης για το κόστος των τόκων στεγαστικών δανείων.
Η κυβέρνηση στοχεύει να γυρίσει το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο σε πλεόνασμα κοντά στο 1% του ΑΕΠ το 2023 και κοντά στο 2% του ΑΕΠ το 2024.
Η αυστηρότερη νομισματική πολιτική στη ζώνη του ευρώ αύξησε το κόστος δανεισμού. Για τον ιδιωτικό τομέα, τον Ιανουάριο του 2023 τα επιτόκια φτασαν στο υψηλότερο επίπεδό τους από τον Οκτώβριο του 2016. Ωστόσο, ο νέος δανεισμός προς τον ιδιωτικό τομέα συνέχισε να αυξάνεται, καθώς οι τράπεζες επεκτείνουν τη δανειοδοτική ικανότητα με την εκκαθάριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και μέσω των πιστώσεων από το σχέδιο ανάκαμψης.
Η ανάπτυξη παραμένει ισχυρή
Η επιβράδυνση της απασχόλησης και η πίεση στους πραγματικούς μισθούς αναμένεται να περιορίσουν την ανάπτυξη της ιδιωτικής κατανάλωσης και η δημοσιονομική σύσφιγξη θα μειώσει επίσης τη συνολική ζήτηση, επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, εκτιμώντας ότι η πραγματική αύξηση των επενδύσεων θα παραμείνει ισχυρή, αντανακλώντας το υψηλότερο κόστος δανεισμού και την αύξηση των δαπανών που σχετίζονται με το Σχέδιο Ελλάδα 2.0, το οποίο περιλαμβάνει έργα δημοσίων επενδύσεων αξίας σχεδόν 1,0% του ΑΕΠ το 2023, αυξανόμενα στο 1,7% του ΑΕΠ το 2024 και ιδιωτικές επενδύσεις στο 0,8% του ΑΕΠ ετησίως.
Ο πληθωρισμός προβλέπεται να μετριαστεί το 2023, καθώς θα περάσουν οι μειώσεις των τιμών της ενέργειας, αλλά θα παραμείνει υψηλός αντανακλώντας τις συνεχείς αυξήσεις στο κόστος των εισροών, στην αύξηση των μισθών και στους περιορισμούς παραγωγικής ικανότητας.
Κρίσιμη η δημοσιονομική εξυγίανση
Ο ΟΟΣΑ υπογραμμίζει ότι η επίτευξη δημοσιονομικής εξυγίανσης προβλέπεται πως θα είναι κρίσιμη για την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας.
Η σταθερότητα θα αμφισβητηθεί, για παράδειγμα, από μια νέα άνοδο των τιμών της ενέργειας ή άλλων τιμών που εξαρτώνται από διεθνείς παράγοντες, που θα προκαλέσουν πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη.
Ο κίνδυνος η αύξησης των επιτοκίων να οδηγήσει σε να γενιά κόκκινων στεγαστικών δανείων μετριάζεται από τις ελληνικές τράπεζες που συμφωνούν να παγώσουν τα κυμαινόμενα επιτόκια μέχρι τον Απρίλιο του 2024 και από το σχετικά υψηλό μερίδιο των πρόσφατων στεγαστικών δανείων που εκδόθηκαν με σταθερό επιτόκιο.
Επίσης, η αξιοποίηση απροσδόκητων κερδών ή η μείωση των εξόδων για τον περιορισμό του δημόσιου χρέους αντί για αύξηση των συναλλαγών θα βοηθούσε στον περιορισμό της πληθωριστικής πίεσης και στην επίτευξη μιας αξιολόγησης δημόσιου χρέους επενδυτικού βαθμού.
Αυτό θα εξουδετερώσει το αυξανόμενο κόστος δανεισμού και θα στηρίξει την ανάγκη της Ελλάδας να αυξήσει τις επενδύσεις μακροπρόθεσμα.
Η ανάπτυξη θα μπορούσε επιπλέον να γίνει πιο βιώσιμη με την ενίσχυση της ικανότητας του δημόσιου τομέα για την υλοποίηση επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των προτεραιοτήτων του Ταμείου Ανάκαμψης για την επέκταση των ΑΠΕ και τις ανακαινίσεις που βελτιώνουν την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων.
Τέλος, ο ΟΟΣΑ επισημαίνει ότι η προώθηση της υιοθέτησης της νέας πατρικής άδειας μετ’ αποδοχών στην Ελλάδα, οι ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας και η επέκταση των παιδικών σταθμών θα μπορούσαν να βελτιώσουν τα ποσοστά συμμετοχής γυναικών και νέων, διευρύνοντας τις ευκαιρίες και βοηθώντας την οικονομία να διαχειριστεί τη γήρανση του πληθυσμού της.
Πηγή: OT.GR