Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο οποίος έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών, αν μη τι άλλο δεν είχε μια συνηθισμένη ζωή. Κι αν κατακρίθηκε από πολλούς για τη ζωή του, την εμπλοκή του με την πολιτική ή τις σχέσεις του με τις γυναίκες, η αλήθεια είναι ότι σημάδεψε την ιστορία της Ιταλίας τα τελευταία 40 χρόνια.
Δεν ήταν ένας συνηθισμένος άνθρωπος και η ζωή του θα μπορούσε να γυριστεί σε ταινία με πολλά επεισόδια. Πολιτικά, επιχειρηματικά, κοινωνικό, ποδοσφαιρικά.
Μια ζωή σε κινηματογραφικό φόντο που τα είχε όλα. Πλούτο, πανέξυπνες επιχειρηματικές κινήσεις, διείσδυση στην πολιτική ζωή της γειτονικής χώρας, μεγιστάνας των media, πολιτική ηγεμονία για πολλά χρόνια, ιδιοκτήτης της ποδοσφαιρικής ομάδας της Μίλαν, γυναικοκατακτητής από τους λίγους.
Το γεγονός και μόνο ότι διετέλεσε πρωθυπουργός της Ιταλίας για τρεις περιόδους, 1994–1995, 2001–2006 και 2008–2011 αλλά και ότι έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ανάδειξη της Τζόρτζιας Μελόνι στη θέση της πρωθυπουργού, δείχνει την επιδραστικότητα του Σίλβιο Μπερλουσκόνι στην ιταλική κοινωνία και την πολιτική σκηνή.
Γεννημένος λίγο πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1936 στο Μιλάνο, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι κατάφερε να γίνει σε λίγα χρόνια ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, αλλά και από τους ισχυρότερους πολιτικούς, χάρη στο κοφτερό μυαλό του.
Γιος εργαζόμενου σε τράπεζα, το πρώτο από τα τρία παιδιά του Λουίτζι Μπερλουσκόνι και της Ρόζα Μπόσι. Ο ίδιος δεν ακολούθησε την καριέρα του πατέρα του, αλλά στην αρχή ασχολήθηκε με τη μουσική και το τραγούδι.
Από τον πατέρα του, όπως έλεγε κι ο ίδιος, έμαθε τη σκληρή δουλειά και την πειθαρχία ως συνταγή επιτυχίας.
Όπως έλεγε ο Σίλβιο στον πατέρα του χρωστούσε και «την αίσθηση της φιλοδοξίας, μαζί με αυτήν της θέλησης να πετύχω κάτι, όπως και τη δέσμευση στις ηθικές αρχές, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της καριέρας μου, ως επιχειρηματία και πολιτικού».
Η μητέρα του ήταν για εκείνον «αγία» καθώς βοηθούσε τους πάντες. «Η μητέρα μου ήταν η σημασία της οικογένειας, της συμπόνιας και της γενναιοδωρίας. Πάντα έβαζε τις ανάγκες των άλλων, πάνω από τις δικές της. Βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη. Φρόντιζε όσους ήταν άρρωστοι στη γειτονιά και την οικογένεια».
Ο κοντός λατίνος εραστής και οι business
Ο «κοντός» Σίλβιο, με μόλις 1,65 ύψος ήταν γοητευτικός, έναν σύγχρονος λατίνος εραστής, όπως πολλοί τον χαρακτήριζαν. Και χάρη στο ιταλικό ταπεραμέντο του κατάφερε να φτάσει στην κορυφή, ξεκινώντας από χαμηλά.
Στο σχολείο ήταν επαναστάτης, αλλά και χαρισματικός, γοητευτικός με όλους. Ηταν ο πιο δημοφιλής, αν και όχι καλός μαθητής, αλλά άσος στα σπορ και στα… πάρτι. Αυτά τα πάρτι που σημάδεψαν όλη του τη ζωή, μαζί με την καλοπέραση.
Αποφάσισε να σπουδάσει στο Ινστιτούτο Εμπορικών Σπουδών «Francesco Datini» της πόλης Πράτο στην Τοσκάνη.
Εμαθε την τέχνη των πωλήσεων και του εμπορίου ενώ ξεκίνησε να εργάζεται στην πασίγνωστη τότε δισκογραφική εταιρεία Dischi Ricordi.
Εκεί λάτρεψε και το τραγούδι, είχε άλλωστε ταλέντο σ’ αυτό. Μαζί με τον κολλητό του φίλο Φέντελε Κονφαλονιέρι που έπαιζε ντραμς, άρχισε να βγάζει λεφτά. Πώς;
Ως τραγουδιστής και περφόρμερ σε εκδηλώσεις, σε κρουαζιερόπλοια και σε πολυτελή θέρετρα στην Ελβετία.
Στη συνέχεια βέβαια έγινε ο επιτυχημένος επιχειρηματίας με τη μοναδική διορατικότητα που έχουν όλοι όσοι φτάνουν στην κορυφή.
Αν και σπούδασε νομικά με ειδίκευση στις νομικές διαδικασίες των διαφημιστικών, η ενασχόλησή του με το real estate ήταν αυτή που τον κατέστησε πλούσιο. Εκμεταλλεύτηκε τις επιχειρηματικές ευκαιρίες που είδε στον κατασκευαστικό κλάδο, ιδρύοντας την εταιρεία «Edilnord». Συνέταιρός του ήταν ο Πιέτρο Κανάλι με τον οποίο οραματίστηκε μια Ιταλία γεμάτη πρότυπες πόλεις.
Το 1965 έφτιαξε την πρώτη του πολυκατοικία ενώ παντρεύτηκε την Κάρλα Ελβίρα Νταλ’ Ολιο με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά.
Ο δεύτερος γάμος του ήταν χρόνια μετά με τη Βερόνικα Λάριο με την οποία γνωρίστηκε όταν ήταν ηθοποιός και εμφανίστηκε γυμνή σε μια ταινία του 1980. Τότε τη γνώρισε ο Καβαλιέρε όταν ήταν ακόμη παντρεμένος με την Κάρλα Ελβίρα νταλ’ Ολιο. Απέκτησαν τρία παιδιά. Η Λάριο κατέθεσε αγωγή διαζυγίου κουρασμένη από τα πολλά άτακτα παραστρατήματα του συζύγου της. Το 2012 το δικαστήριο όρισε διατροφή 3 εκ ευρώ το μήνα από τον άντρα της.
Σε διάστημα 4 ετών κατάφερε να πουλήσει περισσότερα από 1.000 διαμερίσματα και να αποκτήσει ορισμένους πολύ ισχυρούς φίλους .
Ιδρυσε την Italcantieri η οποία επίσης δραστηριοποιήθηκε στις κατασκευές και ανακαινίσεις αστικών και βιομηχανικών κτιρίων.
Είχε επίσης στο χαρτοφυλάκιό του την εταιρεία real estate Immobiliare San Martino και κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’70 αρχίζει η περιπέτειά του στα ΜΜΕ με τη δημιουργία της καλωδιακής τηλεόρασης Telemilano 58 και αργότερα Canale 5.
Ενας τόσο εξωστρεφής μπίζνεσμαν, όμως, δεν θα μπορούσε να μείνει πίσω από τις πόρτες μιας κατασκευαστικής εταιρείας.
Ιδρύει την ιταλική εταιρεία Μέσων Ενημέρωσης Mediaset, η οποία κυριάρχησε στην τηλεόραση και συνεχίζει να κυριαρχεί.
Οι κινήσεις του ήταν προσεκτικές. Στη δεκαετία του ’70 με προσεκτικά βήματα μπήκε στα ΜΜΕ, είδε την ευκαιρία που γεννούσε η απελευθέρωση της τηλεοπτικής αγοράς και σε 15 χρόνια, περίπου στο 1986 κατάφερε να ελέγχει το 80% της ιταλικής ιδιωτικής τηλεόρασης.
Τα τηλεοπτικά σόου των καναλιών του, αλλά και οι πολιτικές εκπομπές, μπήκαν στα σπίτια όλων των Ιταλών, κάνοντας τον διάσημο και ανοίγοντάς του το δρόμο για την πολιτική.
Το Italia 1 προσέλκυε τις μικρές ηλικίες με πρωτότυπα για την εποχή παιδικά προγράμματα, τo Rete 4 απευθυνόταν κυρίως στις νοικοκυρές και τους ηλικιωμένους αφού μετέδιδε αμερικανικές σαπουνόπερες, ενώ το οικογενειακό Canale 5 είχε σήριαλ και πολύ ποδόσφαιρο.
Το γυμνό τηλεπαιχνίδι «Colpo Grosso» με πανέμορφες γυναίκες να φορούν τα… απολύτως απαραίτητα, καθήλωνε το ιταλικό κοινό.
Ο Μπερλουσκόνι είχε φτάσει στην κορυφή, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Media leaders της Ευρώπης.
Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι απέκτησε επίσης τον μεγαλύτερο εκδοτικό ιταλικό οίκο το γνωστό «Μονταντόρι» και μια από τις κορυφαίες ιταλικές εφημερίδες την «Ιλ Τζιορνάλε», ενώ ακόμη άλλες 150 περίπου εταιρείες περιέχονται κάτω από τον έλεγχο της «Fininvest», της μητρικής εταιρείας χαρτοφυλακίου, από το 1979, η οποία ήταν ομπρέλα όλων των επιχειρήσεών του.
Εκείνη την εποχή πήρε και τον τίτλο του του «Ιππότη της Εργασίας» (Cavaliere del Lavoro), ένα μετάλλιο που απονέμεται στην Ιταλία, στις σημαντικές προσωπικότητες της βιομηχανίας. Επέστρεψε μόνος του το μετάλλιο το Μάρτιο του 2014
Ο πλουσιότερος άνθρωπος της Ιταλίας, ο κυρίαρχος στα Μέσα Ενημέρωσης, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ήταν έτοιμος να κατακτήσει την πολιτική, αλλά έβαλε και την πινελιά του στα ποδοσφαιρικά.
Η μεγάλη του αγάπη
Ο γεννημένος στο Μιλάνο «Καβαλιέρε» αποκτά τη Μίλαν και γίνεται ιδιοκτήτης από το 1986 έως το 2017. Το περιοδικό Forbes τον κατέταξε ως τον 190ο πλουσιότερο άνθρωπο στον πλανήτη, με καθαρή περιουσία 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.
Πήρε τη Μίλαν σώζοντάς την από τη χρεοκοπία και μετατρέποντάς την σε ισχυρή παγκόσμια δύναμη.
Στα 31 χρόνια που βρισκόταν στο τιμόνι της ιταλικής ομάδας, κατέκτησε 29 τρόπαια.
Κυρίως τα πέντε Champions League, όπως και τα οκτώ πρωταθλήματα Ιταλίας.
Αναλυτικά τα τρόπαια:
Champions League 5 (88/89, 89/90, 93/94, 02/03, 06/07)
Serie A 8 (87/88, 91/92, 92/93, 93/94, 95/96, 98/99, 03/04, 10/11)
Κύπελλο Ιταλίας 1 (02/03)
UEFA Super Cup 5 (89/90, 90/91, 94/95, 03/04, 07/08)
Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων 1 (07/08)
Σούπερ Καπ Ιταλίας 7 (88/89, 89/90, 92/93, 93/94, 94/95, 04/05, 11/12)
Διηπειρωτικό Κύπελλο 2 (89/90, 90/91)
Οι παίκτες που απέκτησε ο Μπερλουσκόνι για τη Μίλαν ήταν μοναδικοί.
Ξεχωρίζει κανείς τους θρυλικούς Ολλανδούς Ρουντ Γκούλιτ, Φρανκ Ράικαρντ, Μάρκο φαν Μπάστεν, τον Βραζιλιάνο βιρτουόζο Κακά, το ουκρανικό «βέλος» Αντρέι Σεβτσένκο, τον μεγάλο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς.
Ο «Καβαλιέρε» έφυγε από τη Μίλαν το 2017, αφού είχε πούλησε το σύλλογο σε Κινέζους επενδυτές κι εκείνοι με τη σειρά τους στον αμερικανικό όμιλο RedBird Capital.
Ο Σίλβιο στην πολιτική
Το 1994 σε ηλικία 57 ετών, μπαίνει στην πολιτική και όπως γράφουν οι FT, «ο Μπερλουσκόνι διαμόρφωσε την ιταλική πολιτική τη δεκαετία του 1990 και τις αρχές της δεκαετίας του 2000 με τη δεξιά Forza Italia, την οποία έχτισε χρησιμοποιώντας την προσωπική του περιουσία και τον εξοπλισμό της τεράστιας ψυχαγωγικής αυτοκρατορίας του.
Το στυλ της πολιτικής του ήταν… πρότυπο για άλλους λαϊκιστές πολιτικούς, συμπεριλαμβανομένου του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και του πρώην πρωθυπουργού της Ταϊλάνδης, Ταξίν Σιναουάτρα.
«Αμερικανοποίησε την ιταλική πολιτική», ανέφερε στους FT ο Roberto D’Alimonte, καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Luiss στη Ρώμη. «Χρησιμοποιούσε τεχνικές μάρκετινγκ για να πουλήσει το προϊόν του πέρα από ιδεολογικά σύνορα».
Το κόμμα «Φόρτσα Ιτάλια» σε συνεργασία με την «Εθνική Συμμαχία» και την, γνωστή από τις αποσχιστικές τάσεις της, «Λέγκα του Βορρά» κερδίζει τις εκλογές του 1994 και ο Μπερλουσκόνι έγινε Πρωθυπουργός της Ιταλίας.
Ο πρωθυπουργός Μπερλουσκόνι αναδείχθηκε σε μεγάλο ταλέντο στην πολιτική σκηνή. Για παράδειγμα, το 2001, ταχυδρόμησε το «Συμβόλαιο με τους Ιταλούς» σε εκατομμύρια Ιταλούς, διαμορφώνοντάς το κατά το πρότυπο του Συμβολαίου με την Αμερική του Νιουτ Γκίνγκριτς.
Ο Μπερλουσκόνι κέρδισε άλλες δύο εκλογικές αναμετρήσεις μετά την πρώτη. Ενδιάμεσα, σχημάτισε και ηγήθηκε μιας τέταρτης κυβέρνησης το 2005, αποτέλεσμα του ανασχηματισμού του προηγούμενου υπουργικού συμβουλίου του μετά από ένα κακό αποτέλεσμα στις περιφερειακές εκλογές. Παρέμεινε στην εξουσία, κατά διαστήματα, για σχεδόν μια δεκαετία, προτού αποχωρήσει από την πρωθυπουργία για τελευταία φορά το 2011. Αλλά η πολιτική του σταδιοδρομία σημαδεύτηκε από μια παρατεταμένη και πικρή μάχη με τους Ιταλούς δικαστές. Αντιμετωπίζοντας μια σειρά από κατηγορίες που κυμαίνονταν από διαφθορά έως φοροδιαφυγή, χαρακτήρισε τους δικαστές κομμουνιστές που είχαν σκοπό να ασκήσουν πολιτικό κυνήγι μαγισσών εναντίον του.
Το αφιέρωμα των FT συνεχίζει: «Τα χρόνια στην εξουσία του Μπερλουσκόνι επισκιάστηκαν από πολυάριθμες ποινικές έρευνες για καταγγελίες , οι οποίες κυμαίνονταν από ψευδείς λογιστικούς λόγους έως δωροδοκίες και παράνομη πολιτική χρηματοδότηση.
Τα σεξουαλικά πάρτι του «bunga-bunga» και η δίωξη με την κατηγορία ότι πλήρωσε για σεξ μία έφηβο χορεύτρια, αμαύρωσαν επίσης την τελευταία του θητεία, παρά την τελική αθώωσή του.
Ο Μπερλουσκόνι εκδιώχθηκε από την εξουσία για τελευταία φορά στο αποκορύφωμα της κρίσης χρέους της ευρωζώνης.
Ωστόσο, ακόμη και όταν το προσωπικό σήμα του Μπερλουσκόνι μειώθηκε, η πολιτική του κληρονομιά παρέμεινε στον δεξιό συνασπισμό του Μελόνι, του οποίου τα τρία συνασπιζόμενα κόμματα έφτιαξαν κυβέρνηση.
«Είναι ο άνθρωπος που ένωσε την ιταλική δεξιά, την έκανε αποδεκτή και ανταγωνιστική», είπε ο D’Alimonte. «Αυτή είναι η ιστορική του κληρονομιά».
Η πρώτη του θητεία δεν κράτησε πολύ και εξαναγκάστηκε σε παραίτηση, όμως, το 2001 επανήλθε δριμύτερος εξαγγέλλοντας πλήθος φοροαπαλλαγών, μέτρων κατά του εγκλήματος, αύξησης συντάξεων και μείωσης της ανεργίας και έτσι κέρδισε και πάλι τις εκλογές.
Στις εκλογές του 2006 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι θα χάσει από τον αντίπαλό του Ρομάνο Πρόντι και θα επιστρέψει στην αντιπολίτευση. Επανεξελέγη στις βουλευτικές εκλογές του Απριλίου του 2008.
Το κόμμα Λαός της Ελευθερίας, με το οποίο κέρδισε τις εκλογές του 2008 ιδρύθηκε στις 18 Νοεμβρίου του 2007 και προήλθε από την ένωση της Φόρτσα Ιτάλια με την Εθνική Συμμαχία του Τζιανφράνκο Φίνι.
Στις 13 Δεκεμβρίου 2009 τραυματίστηκε στο πρόσωπο όταν ένας άγνωστος τον γρονθοκόπησε στο Μιλάνο, έπειτα από πολιτική συγκέντρωση.Οι επικριτές του Μπερλουσκόνι λένε ότι η ενασχόλησή του με την προστασία των επιχειρηματικών του συμφερόντων και οι μάχες με τους δικαστές τον αποπροσανατόλισαν και άφησαν την Ιταλία απροετοίμαστη για τον σκληρό ανταγωνισμό που ήρθε με το κοινό νόμισμα και την άνοδο των αναδυόμενων αγορών.
Τα ερωτήματα σχετικά με την οικονομική του διαχείριση κορυφώθηκαν το 2011, όταν οι εντάσεις στην ευρωζώνη εκτινάχθηκαν στα ύψη, αυξάνοντας τους φόβους ότι το τεράστιο χρέος και η ετοιμόρροπη οικονομία της Ιταλίας θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην έξοδό της από την κοινή νομισματική ένωση. Η αδύναμη αντίδραση του Μπερλουσκόνι στον αυξανόμενο πανικό τροφοδότησε ένα κραχ στις χρηματοπιστωτικές αγορές της χώρας στα τέλη του 2011, το οποίο δημιούργησε το φάσμα μιας κατάρρευσης όπως η ελληνική.
Ο Μπερλουσκόνι αναγκάστηκε να παραιτηθεί ατιμωτικά, οδηγώντας πολλούς να προβλέψουν το τέλος της καριέρας του. Αλλά μόλις 18 μήνες αργότερα, έκανε μια εξαιρετική επιστροφή στις εκλογές του 2013 και, κάνοντας εκστρατεία κατά της λιτότητας που είχε προκαλέσει πόνο σε εκατομμύρια Ιταλούς, κέρδισε αρκετή υποστήριξη ώστε να γίνει βασιλικός παράγοντας και εταίρος σε μια κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον πρωθυπουργό Ενρίκο Λέτα.
Τα σκάνδαλα δεν τον άφησαν ποτέ. Όμως κατάφερνε να ξεγλιστρά με ευκολία από τις καταδίκες σε βάρος του. Από τις 35 υποθέσεις στις οποίες ενεπλάκη μόνο για μία καταδικάστηκε. Το 2013 σε ποινή φυλάκισης 4 ετών την οποία εξέτισε με τη μορφή κοινωφελούς εργασίας. Όμως, του έγινε στέρηση των πολιτικό δικαιωμάτων του μέχρι το 2018.
Στις αρχές του 2023 αθωώθηκε από την κατηγορία της δωροδοκίας μαρτύρων. Φέρεται να έδωσε χρήματα σε 24 άτομα για να αποκρύψουν όσα γίνονταν στα περίφημα «Μπούγκα – Μπούγκα» πάρτι.
Η αρρώστια χτύπησε τον Μπερλουσκόνι και τον περασμένο Απρίλιο έγινε γνωστό ότι έπασχε από λευχαιμία. Μπήκε στην Εντατική, έδωσε σκληρή μάχη για τη ζωή του.
Μέσω της εφημερίδας Il Giornale είχε δηλώσει πως «είναι δύσκολα, αλλά θα τα καταφέρω και αυτή τη φορά».
Επειτα από 45 ημέρες νοσηλείας πήρε εξιτήριο για να ξαναμπεί στο νοσοκομείο στις 9 Ιουνίου. Τρεις ημέρες αργότερα άφησε την τελευταία του πνοή.
Συμπερασματικά, η ζωή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι είναι σενάριο κινηματογραφικής ταινίας. Ο πανέξυπνος Ιταλός, ο «καταφερτζής» που ήξερε να πουλάει τα πάντα, ακόμη και τον εαυτό του, ο επιχειρηματίας που έλαμψε στη γειτονική χώρα καθώς ήταν ένα βήμα μπροστά από τις εξελίξεις, ο παντοδύναμος μιντιάρχης, ο πολιτικός που έκανε τη δεξιά στην Ιταλία μεγάλη χρησιμοποιώντας λαϊκίστικο λόγο, ο καρδιοκατακτητής. Όλα τα χαρακτηριστικά μιας μεγάλης προσωπικότητας που αγαπήθηκε και μισήθηκε ταυτόχρονα.