Κατά 25 μ.β. όπως αναμενόταν αύξησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τα επιτόκιά της.

Στην ανακοίνωσή της αναφέρει ότι ο πληθωρισμός έχει μειωθεί «αλλά προβλέπεται να παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα».

Τονίζει επίσης ότι το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%.

«Επομένως, αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης» τονίζει χαρακτηριστικά.

Το σκεπτικό της απόφασης

Οι ευρωπαίοι τραπεζίτες αναφέρουν ότι η σημερινή αύξηση των επιτοκίων αντανακλά την επικαιροποιημένη αξιολόγηση του Διοικητικού Συμβουλίου για τις προοπτικές του πληθωρισμού, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ένταση της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.

Οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό

Σύμφωνα με τις μακροοικονομικές προβολές του Ιουνίου, οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, σε 3,0% το 2024 και σε 2,2% το 2025.

Οι δείκτες υποκείμενων πιέσεων στις τιμές παρέμειναν ισχυροί, αν και ορισμένοι δείχνουν κάποιες πρώτες ενδείξεις αποδυνάμωσης. Οι εμπειρογνώμονες αναθεώρησαν προς τα πάνω τις προβολές τους για τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα είδη διατροφής, ιδίως για το τρέχον και το επόμενο έτος, λόγω των προηγούμενων υψηλότερων από τα αναμενόμενα στοιχείων καθώς και των επιδράσεων που ασκεί η εύρωστη αγορά εργασίας στην ταχύτητα της αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού. Θεωρούν τώρα ότι θα διαμορφωθεί σε 5,1% το 2023 και στη συνέχεια θα μειωθεί σε 3,0% το 2024 και 2,3% το 2025. Οι εμπειρογνώμονες έχουν μειώσει ελαφρώς τις προβολές τους για την οικονομική ανάπτυξη για το τρέχον και το επόμενο έτος. Αναμένουν τώρα ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί με ρυθμό 0,9% το 2023, 1,5% το 2024 και 1,6% το 2025.

Οι επιπτώσεις των προηγούμενων αυξήσεων

Στην ανακοίνωση της ΕΚΤ τονίζεται ότι, οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων που αποφασίστηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο μεταδίδονται δυναμικά στις συνθήκες χρηματοδότησης και ασκούν σταδιακή επίδραση σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Το κόστος δανεισμού έχει αυξηθεί απότομα και ο ρυθμός μεταβολής των δανείων επιβραδύνεται. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης είναι ο βασικός λόγος για τον οποίο ο πληθωρισμός, βάσει των προβολών, θα υποχωρήσει περαιτέρω προς τον στόχο, καθώς αυτές οι συνθήκες αναμένεται να συγκρατήσουν ολοένα περισσότερο τη ζήτηση.

Τα επόμενα βήματα

Αναφέρεται επίσης, ότι οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα διαμορφωθούν σε επίπεδα που είναι επαρκώς περιοριστικά για να επιτευχθεί η έγκαιρη επαναφορά του πληθωρισμού στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% και θα παραμείνουν σε αυτά τα επίπεδα για όσο διάστημα κρίνεται αναγκαίο.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για να καθορίσει το κατάλληλο επίπεδο και την κατάλληλη διάρκεια του περιορισμού. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις που λαμβάνει για τα επιτόκια θα εξακολουθήσουν να βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού, υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.

Το Διοικητικό Συμβούλιο επιβεβαιώνει ότι θα τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) από τον Ιούλιο του 2023.

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 4,00%, 4,25% και 3,50% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 21 Ιουνίου 2023.

Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)

Το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους. Η μείωση θα ανέρχεται σε 15 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2023. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος APP από τον Ιούλιο του 2023.

Σε ό,τι αφορά το πρόγραμμα PEPP, το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP κατά τη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπιστούν οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που συνδέονται με την πανδημία.

Πράξεις αναχρηματοδότησης

Καθώς οι τράπεζες θα αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και οι συνεχιζόμενες αποπληρωμές τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.

***

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διαφυλάξει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμίζει ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για τη σταθερότητα των τιμών.

Χθες, η Federal Reserve αποφάσισε να αφήσει αμετάβλητα τα επιτόκιά της, μετά από 10 διαδοχικές αυξήσεις, ωστόσο οι αμερικανοί τραπεζίτες σηματοδότησαν δύο ακόμα αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης έως το τέλος του έτους. Επίσης, φαίνεται ότι μετατίθεται για το 2024, η απόφαση για μείωση των επιτοκίων, κι όχι το φθινόπωρο όπως εκτιμούσαν αρχικά οι αγορές.

Η Fed ανέφερε ότι οι πληθωριστικές πιέσεις παραμένουν ισχυρές, η αγορά εργασίας ανθεκτική και η οικονομική δραστηριότητα συνέχισε να επεκτείνεται με μέτριο ρυθμό.

Τι είπε ο Πάουελ

«Σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες στην επιτροπή θεωρούν ότι είναι σκόπιμο να αυξηθούν κάπως περαιτέρω τα επιτόκια μέχρι το τέλος του έτους», τόνισε ο επικεφαλής της Fed  Τζερόμ Πάουελ. , στη συνέντευξη Τύπου μετά τη συνεδρίαση: «Αλλά σε αυτή τη συνάντηση, λαμβάνοντας υπόψη πόσο μακριά και πόσο γρήγορα έχουμε προχωρήσει, κρίναμε συνετό να διατηρήσουμε το εύρος του στόχου σταθερό. … Η επιτροπή θα λάβει υπόψη τη σωρευτική σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, τις καθυστερήσεις με τις οποίες η νομισματική πολιτική επηρεάζει την οικονομική δραστηριότητα και τον πληθωρισμό, καθώς και τις οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις», συμπλήρωσε.

Όπως ξεκαθάρισε ξεκινώντας τη συνέντευξη, οι αυξήσεις των επιτοκίων για περισσότερο από ένα χρόνο δεν έχουν λειτουργήσει ακόμη στην οικονομία.

«Αυξήσαμε το επιτόκιο μας κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες και συνεχίσαμε να μειώνουμε τα χρεόγραφά μας με γρήγορο ρυθμό. Έχουμε καλύψει πολύ έδαφος και τα πλήρη αποτελέσματα της σύσφιξής μας δεν έχουν γίνει ακόμη αισθητά», σημείωσε.

«Βλέπουμε τα αποτελέσματα της σύσφιξης της πολιτικής μας και της ζήτησης στους πιο ευαίσθητους στα επιτόκια κλάδους της οικονομίας, ιδιαίτερα στη στέγαση και τις επενδύσεις», πρόσθεσε  «Θα χρειαστεί χρόνος, ωστόσο, για να γίνουν αντιληπτές οι πλήρεις επιπτώσεις της νομισματικής σύσφιγξης, ειδικά στον πληθωρισμό».