H Γερμανία αποκτά για πρώτη φορά στην ιστορία της μία ενιαία Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας έπειτα από μήνες προετοιμασίας και κόντρες μεταξύ του υπουργείου Εξωτερικών και της καγκελαρίας. Πρόκειται για μια «ασυνήθιστη και σημαντική απόφαση της Γερμανίας», είπε ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς, παρουσιάζοντας χθες στο Βερολίνο την κυβερνητική πρόταση.
Ασυνήθιστη ήταν πρωτίστως η εμφάνιση του καγκελάριου στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες και ξένους ανταποκριτές (Μπούντες-πρέσε-κονφερέντς) με άλλους τέσσερις υπουργούς: Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ, Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, Αμυνας Μπόρις Πιστόριους, Εσωτερικών Νάνσι Φέζερ. Η σύνθεση των παρουσιαστών αποτυπώνει και τη σύγχρονη αντίληψη περί ασφάλειας, που δεν περιορίζεται στην κλασική έννοια της εθνικής άμυνας.
Το κείμενο 76 σελίδων της γερμανικής εκδοχής της στρατηγικής ασφάλειας εστιάζει στο τρίπτυχο: αμυντική ικανότητα – ανθεκτικότητα – βιωσιμότητα.
n Ο τομέας της άμυνας περιλαμβάνει την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων (Μπούντεσβερ), την εσωτερική ασφάλεια και την πολιτική προστασία.
n Η ανθεκτικότητα διασφαλίζεται με την «υπεράσπιση της δημοκρατίας και της ελευθερίας έναντι παράνομων εξωτερικών επιρροών».
n Στον τομέα της βιωσιμότητας εντάσσεται η αποτροπή της κλιματικής αλλαγής, η διασφάλιση της βιοποικιλότητας και του οικοσυστήματος, η επισιτιστική ασφάλεια και η πρόληψη πανδημίας.
«Η Ευρώπη δεν είναι άτρωτη»
Ο πόλεμος στην Ουκρανία έδειξε ότι «η Ευρώπη δεν είναι πλέον άτρωτη», διαπίστωσε η Αναλένα Μπέρμποκ. «Η ειρήνη και η ελευθερία δεν πέφτουν από τον ουρανό», πρόσθεσε η υπουργός Εξωτερικών που είχε την ευθύνη του συντονισμού για τη διαμόρφωση της Εθνικής Στρατηγικής Ασφάλειας.
Κατά την Μπέρμποκ, ασφάλεια δεν σημαίνει μόνον στρατός και διπλωματία, σημαίνει επίσης «επάρκεια φαρμάκων, κυβερνοασφάλεια για τα νοσοκομεία που είναι μεγάλο εθνικό ρίσκο, προστασία των πολιτών από την κινεζική κατασκοπεία, καθαρό νερό, πολιτική προστασία σε περίπτωση φυσικών καταστροφών». Και σε παγκόσμια κλίμακα σημαίνει μέτρα για την προστασία του κλίματος αλλά και διασφάλιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως τα δικαιώματα των γυναικών. «Αν το μισό του πληθυσμού δεν είναι ασφαλές, δεν είναι κανένας ασφαλής», είπε η Μπέρμποκ.
Πολιτική εξοπλισμών
Η Γερμανία βλέπει την άμυνα στενά συνδεδεμένη με την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Η γερμανική κυβέρνηση θα επαναπροσδιορίσει την πολιτική εξοπλισμών, λαμβάνοντας περισσότερο υπόψη στρατηγικά ζητήματα στη συνεργασία με τις άλλες χώρες – εταίρους. Οι βασικές αρχές για αυτό περιλαμβάνονται στην Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας, δήλωσε ο υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους. «Φυσικά, ενόψει της νέας παγκόσμιας κατάστασης, οι εξαγωγές όπλων αποτελούν επίσης μέρος της στρατηγικής εργαλειοθήκης», σημείωσε ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός.
Η Γερμανία θα συνεχίσει την αυστηρή πολιτική στις εξαγωγές όπλων, είπε ο καγκελάριος Σολτς, αλλά «θα λαμβάνονται υπόψη τα στρατηγικά ζητήματα που σχετίζονται με τις συνεργασίες μας στον κόσμο, τη στενή μας συνεργασία στον τομέα των εξοπλισμών που έχουμε με τους ευρωπαίους εταίρους μας στην κατασκευή όπλων».
Η Γερμανία θα αυξάνει συνεχώς τις αμυντικές δαπάνες – εκτός του πακέτου των 100 δισ. για τις ένοπλες δυνάμεις -, διαβεβαίωσε ο υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους, και θα ανταποκριθεί τα επόμενα χρόνια στην κατευθυντήρια γραμμή του ΝΑΤΟ για τουλάχιστον 2% του ΑΕΠ για την άμυνα.
Πανδημία, ενεργειακή κρίση
Την οικονομική παράμετρο της εθνικής ασφάλειας επεσήμανε ο υπουργός Οικονομικών Κρίστιαν Λίντνερ, παραπέμποντας στην πανδημία και στο σοκ των ανατιμήσεων στην ενέργεια που αντιμετωπίστηκαν, ακριβώς επειδή υπήρχαν διαθέσιμα δημοσιονομικά αποθέματα.
Η Κίνα περιγράφεται στη γερμανική στρατηγική ασφάλειας ως «εταίρος, ανταγωνιστής και συστημικός αντίπαλος». Ο ανταγωνισμός και η αντιπαλότητα εντάθηκαν τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο, η συνεργασία παραμένει επίσης σημαντική, καθώς χωρίς την Κίνα «πολλές από τις πιο πιεστικές παγκόσμιες προκλήσεις δεν μπορούν να επιλυθούν». Το επόμενο διάστημα θα ακολουθήσει μία ειδική «στρατηγική για την Κίνα».
Στο κυβερνητικό σχέδιο δεν περιλαμβάνεται η σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ασφάλειας που θέλουν οι συγκυβερνώντες Φιλελεύθεροι αλλά και η αξιωματική αντιπολίτευση, η συντηρητική Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU). Αυτή θεωρεί ανεπαρκές το σχέδιο της κυβέρνησης, ενώ ειδικοί όπως ο Βόλφγκανγκ Ισινγκερ, πρώην πρόεδρος της Διάσκεψης του Μονάχου για την Ασφάλεια, εστιάζουν στα προβλήματα υλοποίησης της Στρατηγικής.