Η πρώτη συγκέντρωση της εβδομάδας των εκλογών ξεκίνησε από τα Γιάννενα τόσο για τον Αλέξη Τσίπρα, όσο και για τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ουσιαστικά επρόκειτο για ένα άτυπο μπρα ντε φερ μεταξύ των δύο αρχηγών, σε μια πόλη κομβικής σημασίας, όπου «παίζεται» και για τα δύο κόμματα μία επιπλέον έδρα.
Ο Αλέξης Τσίπρας προτίμησε την πλατεία Μαβίλη, παραλίμνια και μεγάλη σε έκταση, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης και παρά το γεγονός ότι αρχικά είχε διαλέξει μεγαλύτερο χώρο, αποφάσισε να δώσει την ομιλία του σε κομβικό πεζόδρομο.
Ωστόσο, η συγκέντρωση του Κυριάκου Μητσοτάκη μετρήθηκε σε κάποιες εκατοντάδες, ενώ αυτή του Αλέξη Τσίπρα υπολογίζεται ότι είχε περισσότερο κόσμο από την προηγούμενη, του Μαΐου, που τότε είχαν συγκεντρωθεί περίπου 1500 άτομα. Το γεγονός, πάντως, πως για πρώτη φορά το μέγεθος των συγκεντρώσεων δεν αποτυπώνεται αντίστοιχα στις κάλπες, είναι ένα πρωτοφανές σημείο των καιρών.
Σε ό,τι αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, αυτό δηλώνει μία συσπείρωση του «μπετοναρισμένου» κόσμου του και θέτει ακόμη πιο εμφατικά τα ερωτήματα σε σχέση με την αποστασία των ψηφοφόρων και πώς αυτοί θα επιστρέψουν.
Ενάντια σε ασύδοτο δεξιό καθεστώς
Ο Αλέξης Τσίπρας σε αυτόν τον γύρο εμφανίζεται πιο σκληρός από ό,τι πριν και σήμερα στα Γιάννενα απάντησε έντονα στο ζήτημα των βουλευτών της Θράκης, που είχε εμφατικά «ανοίξει» η ΝΔ, με τον ΣΥΡΙΖΑ να την κατηγορεί για «παιχνίδι με τα εθνικά ζητήματα» και που, τελικά, οδήγησε σε…απόσυρση του γαλάζιου βουλευτή της μουσουλμανικής μειονότητας!
Ξεκινώντας από αυτήν τη συμπεριφορά της ΝΔ, ο Αλέξης Τσίπρας μίλησε για έναν αλαζόνα, ηθικά χρεοκοπημένο και επικίνδυνο Κυριάκο Μητσοτάκη, αλλά η έμφαση που πρέπει να δοθεί, είναι στη χρήση του όρου «καθεστώς».
Τα καθεστώτα, σε αντίθεση με τις κυβερνήσεις, είναι ασύδοτα και βασίζονται στη μη διάκριση των εξουσιών. Αλλά γιατί επιμένει ο Αλέξης Τσίπρας στη χρήση του όρου; Γιατί κατηγορεί τον Κυριάκο Μητσοτάκη για alt right «ορμπανισμό»;
«Ένας πολιτικός που ξεκίνησε να μοιάσει στον Μακρόν και εξελίσσεται σε φτυστό αντίγραφο του Όρμπαν. Ίδια αντίληψη στη μεταναστευτική πολιτική, ίδια αντίληψη στις ακραίες εθνικιστικές θέσεις, ίδια στάση απέναντι στη δημοκρατία και τα δικαιώματα με τις παράνομες παρακολουθήσεις και το Predator. Φτυστό αντίγραφο», ανέφερε.
«Θέλει όπως και ο Όρμπαν να έχει απέναντί του μία αντιπολίτευση που δεν θα μπορεί. Εμείς όμως όχι μόνο θέλουμε αλλά και μπορούμε γι’ αυτό θα είμαστε απέναντι για να αντισταθούμε σ’ αυτή την προοπτική».
«Είμαστε ώριμο τέκνο της ανάγκης της κοινωνίας»
«Ερχόμαστε από πολύ μακριά και πηγαίνουμε πολύ μακριά», είπε ο Αλέξης Τσίπρας.
«Δεν είμαστε φωτοβολίδα. Είμαστε ώριμο τέκνο της ανάγκης της ελληνικής κοινωνίας. Είμαστε εδώ για να εκφράσουμε τις αγωνίες και τους αγώνες της ελληνικής κοινωνίας». Κι επέμεινε να μην βιαστούν να προδικάσουν το αποτέλεσμα της κάλπης, γιατί ο λαός κρίνεται να αποφασίσει ποιοι και πώς θα τον κυβερνούν επί τέσσερα χρόνια.
Όμως, ανοίγοντας το θέμα του δόγματος Όρμπαν, του ακραίου νεοφιλελευθερισμού και της φτωχοποίησης, της συρρίκνωσης των ατομικών δικαιωμάτων και της πολιτικής των ασφυκτικά κλειστών συνόρων, που η Ουγγαρία πρώτη «σύστησε» στην Ευρώπη των νεκρών προσφύγων, ο Αλέξης Τσίπρας θίγει ένα άλλο ζήτημα: Δημοκρατία ή Χάος;
Η Ευρώπη αυτήν την στιγμή είναι αντιμέτωπη με ακραία άνοδο της ακροδεξιάς και του μεταφασισμού, όπως φάνηκε από τον Όρμπαν ως την Μελόνι. Πρόκειται για ένα νέο μοντέλο πολιτικής, που οι ρίζες του ξεκινούν από ένα πολύ σκοτεινό παρελθόν.
Έτσι, στην εναρκτήρια συγκέντρωσή του, ο Αλέξης Τσίπρας από τα Γιάννενα έκανε λόγο για δημοκρατικό ανάχωμα. Ανέφερε δε πως ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί «τη μοναδική πολιτική δύναμη που μπορεί να σταθεί εμπόδιο σε μία ανεξέλεγκτη και ασύδοτη Νέα Δημοκρατία που επιχειρεί να μετεξελιχθεί σε καθεστώς».
Προβλέπεται μια μακρά και δυνατή προεκλογική εβδομάδα, την ίδια στιγμή που η κοινωνία παραμένει «μουδιασμένη» και δεν τοποθετείται για το προηγούμενο αποτέλεσμα, που έφερε τη ΝΔ πρώτη με την λεγόμενη «βουβή ψήφο».
Δυστυχώς, όλα δείχνουν ότι αυτή η κάλπη θα είναι «ματωμένη» από την άνοδο της ακροδεξιάς και η συρρίκνωση των προοδευτικών δυνάμεων, αποδυναμώνει τα αναχώματα. Η Δημοκρατία καλείται να σηκώσει μεγάλη ευθύνη στους ώμους της.