Δεν χρειάζεται να παρακολουθήσει κανείς τηλεοπτικές εμφανίσεις συγκεκριμένων πολιτικών για να καταλάβει το ποιόν τους. Είναι γνωστές οι θέσεις τους εδώ και χρόνια και δεν απέχουν αρκετά από τις χρυσαυγίτικες αντιμεταναστευτικές, ρατσιστικές λογικές που γνωρίσαμε την προηγούμενη δεκαετία.
Υπάρχουν όμως και ορισμένες «ενδιαφέρουσες» προτάσεις για το πώς μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει τα σαπιοκάραβα με τους εκατοντάδες μετανάστες και πρόσφυγες.
Για παράδειγμα ο Κυριάκος Βελόπουλος, πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης (ή Τελικής Λύσης θα έλεγε κανείς) μας είπε ότι η Ελλάδα έχει στρατιωτικό κανονισμό για τα σύνορα.
«Όταν έρχεται κάποιος στα σύνορά μου, πυροβολώ στον αέρα. Αλ τις ει, αλτ τις ει, αλτ τις ει. Αν συνεχίσει να έρχεται πυροβολώ κανονικά…»
Και στην ερώτηση τι θα γίνει με τις βάρκες με πρόσφυγες και μετανάστες, αν θα πυροβολήσουμε και αν θα τις βουλιάξουμε, ο πανέξυπνος ομολογουμένως κ. Βελόπουλος λέει: «Εγώ δε λέω κάντε το, αλλά να αλλάξει ο στρατιωτικός κανονισμός. Ετσι έμαθα εγώ στο στρατό».
Κι επειδή προφανώς στρατιωτικό κανονισμό δεν αλλάζουμε, άρα;
Αμφισβήτησε βεβαίως κι ότι αυτές οι βάρκες έχουν μανάδες με παιδιά και τέλειωσε τον ακροδεξιό λόγο του λέγοντας ότι η φιλανθρωπία δεν είναι α λα καρτ κι όποιος θέλει να φιλοξενήσει στο σπίτι του μετανάστες.
Είναι προφανές ότι ο κ. Βελόπουλος και κάθε ομοϊδεάτης του ψαρεύουν στα θολά νερά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Διότι το θέμα εδώ δεν είναι αν η Ελλάδα αντέχει εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες ή να πρέπει να βρεθούν λύσεις για το μεταναστευτικό. Αυτά να τα συζητήσουμε σοβαρά.
Το θέμα είναι ότι σκοπίμως συνδέει τη φύλαξη των συνόρων της χώρας μας, που είναι απαράβατο καθήκον όλων μας, κυρίως του στρατού, με τους πρόσφυγες και μετανάστες που πνίγονται στα σαπιοκάραβα των δουλεμπόρων.
Το πρόβλημα είναι ότι ο κ. Βελόπουλος σκοπίμως συγχέει μια επίθεση από τον εχθρό στα ελληνικά σύνορα, χερσαία, θαλάσσια ή στον αέρα, με χιλιάδες μανάδες με μικρά παιδιά στην αγκαλιά που πνίγονται στα νερά της Μεσογείου και του Αιγαίου.
Και το πρόβλημα είναι ότι αυτή η σύγχυση περνάει σε μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού που δεν είναι ρατσιστές ή ξενόφοβοι, αλλά που φοβάται για το άγνωστο.
Το σχέδιο, όμως, όλων αυτών που θέλουν να λύσουν το μεταναστευτικό ζήτημα με… τελικές λύσεις, έχει κι άλλα πεδία.
«Θα φέρω πίσω τα 700 χιλιάδες Ελληνόπουλα που έφυγαν στην κρίση. Δεν θα φέρω Πακιστανούς και Αφγανούς», μας λέει ο κ. Βελόπουλος.
Γιατί προφανώς πρέπει να φτιάξει την ακροδεξιά εικόνα που λέει: «Οι μετανάστες κλέβουν τις δουλειές των παιδιών μας».
Αρα αν αποτρέψουμε τους μετανάστες να έρθουν προς τα εδώ, ακόμη κι αν χρειαστεί να τους πυροβολήσουμε, θα επιστρέψουν και τα παιδιά μας που έφυγαν στην ξενιτιά.
Ας τους πυροβολήσουμε λοιπόν μιας και το λέει ο στρατιωτικός κανονισμός. Ας βουλιάξουμε και πέντε έξι βάρκες προς παραδειγματισμό, για να μας ξανάρθουν ποτέ.
Βεβαίως, δεν πρωτοπορεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης. Τα έχει πει ο Τραμπ νωρίτερα, τα έχει πει και ο Όρμπαν.
Και όχι, το πρόβλημα δεν είναι ο κ. Βελόπουλος. Το πρόβλημα είναι ότι τα «τέρατα» δεν περίμεναν την εποχή τους για να βγουν στην επιφάνεια.
Είναι εδώ και καιρό ανάμεσά μας. Μας δηλητηριάζουν με την απανθρωπιά τους, μας φοβίζουν με τα σενάριά τους, χαίρονται με τους 700 πνιγμένους της Πύλου.
Αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι το μεταναστευτικό – προσφυγικό ζήτημα είναι εδώ και είναι το μέλλον. Σε λίγα χρόνια η ευρύτερη περιοχή στην οποία μέρος της είναι και η μικρή Ελλάδα, θα μετατραπεί σε υποσαχάρια ζώνη.
Μιλάει κανείς για τους περιβαλλοντικούς μετανάστες μεταξύ των οποίων και τους Ελληνες; Όχι.
Όπως δεν μιλάει και για την πραγματική λύση του προβλήματος. Παρέμβαση στη ρίζα του.
Εκεί όπου γίνονται πόλεμοι με ευθύνη της πολιτισμένης Δύσης που κλείνει υποκριτικά τα μάτια.
Εκεί που η φτώχεια δεν επιτρέπει στους ανθρώπους να ζήσουν με αξιοπρέπεια, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, να τα στείλουν σχολείο.
Εκεί όπου η μάνα δε διαφέρει σε τίποτε από τη δική σου, τη δική μου ή τη Μητέρα Παναγία όπου όλος ο κόσμος αποδέχεται. Κι όχι την Παναγία την Γκέισσα βεβαίως του κ. Βελόπουλου…
Δυστυχώς ο κόσμος είναι όλο και περισσότερο δυστοπικός γιατί γίνεται όλο και πιο απάνθρωπος. Ολο και πιο επιφυλακτικός με πολίτες του κόσμου που μας έχουν ανάγκη.
Γιατί ας μην το ξεχνάμε: Ρατσισμός είναι αυτό που νιώθει κάποιος ο οποίος έτυχε να γεννηθεί και να μεγαλώσει λίγες χιλιάδες χιλιόμετρα από εκεί που άνθρωποι ζητούν ελπίδα.