Οι κάλπες της 25ης Ιουνίου για το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ δεν μοιάζουν σαν όλες τις προηγούμενες, από το 2012 έως σήμερα – είναι οι πρώτες των τελευταίων ετών στις οποίες το διακύβευμα δεν έχει να κάνει με τους όρους επιβίωσης του κόμματος, αλλά με την πορεία που θα πάρει η ενδυνάμωσή του: στη Χαριλάου Τρικούπη τις βλέπουν ως το πρώτο βήμα για την επόμενη μέρα, ώστε το ΠΑΣΟΚ να πάρει την παραδοσιακή του θέση στον ελληνικό δικομματισμό και να αποτελέσει τη βασική εναλλακτική απέναντι στη ΝΔ.
Η λογική της σταδιακής ανόδου, της βήμα – βήμα επανασύστασης ενός κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ, αλλά κυρίως ο ρυθμός που αυτή θα ακολουθήσει, βασίζεται εν πολλοίς στο ποσοστό που θα λάβει από τους πολίτες, που σύμφωνα με τον Ανδρουλάκη «δίνει και την εντολή στις πολιτικές δυνάμεις», αλλά και τη διαφορά που θα προκύψει ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η άνοδος του ποσοστού από το αντίστοιχο του Μαΐου, σε συνάρτηση ή όχι με το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί την κύρια στόχευση για το ΠΑΣΟΚ, γιατί έτσι η Χαριλάου Τρικούπη κατοχυρώνει τον ρόλο μιας πολιτικής δύναμης σε μη αναστρέψιμη πορεία προς τον τελικό της στόχο.
Αν αυτή η άνοδος έρθει μαζί με μείωση του ποσοστού της σημερινής αξιωματικής αντιπολίτευσης, τότε αυτό αλλάζει και τους συσχετισμούς στον ευρύτερο κεντροαριστερό χώρο, δημιουργώντας άλλη συζήτηση ενόψει και των αυτοδιοικητικών εκλογών που έρχονται.
Επί της ουσίας στο ΠΑΣΟΚ θα αποτιμήσουν το αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους στο τέλος του εκλογικού κύκλου – δηλαδή όταν τελειώσουν οι αυτοδιοικητικές εκλογές του φθινοπώρου και οι ευρωεκλογές της επόμενης άνοιξης και η στρατηγική των κομμάτων θα έχει κριθεί στο σύνολό της τουλάχιστον τέσσερις φορές.
Ωστόσο μια επιπλέον άνοδος αύριο στην κάλπη σχεδόν προδιαγράφει ότι μπορεί μεν ο Ανδρουλάκης να αποφύγει τα χρίσματα συνολικά, στη λογική πως η «τοπική κοινωνία πρέπει να αποφασίσει την εκπροσώπησή της», όμως στους μεγάλους δήμους με κεντρικό πολιτικό διακύβευμα θα κατεβάσει αυτόνομους υποψηφίους με στόχο τουλάχιστον την καταμέτρηση των δυνάμεών του. Στους υπόλοιπους δήμους και περιφέρειες, στο ΠΑΣΟΚ δεν εμφανίζονται αρνητικοί σε τοπικά ευρύτερα προοδευτικά σχήματα, χωρίς ωστόσο «καπέλωμα» του κόμματος ή ανάμειξή του στη διαδικασία.
Φρένο στον σχεδιασμό
Αν τα ποσοστά του κόμματος μείνουν σταθερά, τότε μπαίνει φρένο στον σχεδιασμό για ανατροπή του υφιστάμενου δικομματισμού – παρότι ο σχεδιασμός του κόμματος μένει ίδιος. Η αυτονομία του ΠΑΣΟΚ, σε κάθε περίπτωση, θα παραμείνει ο κεντρικός πυρήνας της προσπάθειας που γίνεται, ενώ θα δοθεί έμφαση στην κοινοβουλευτική δύναμη και παρουσία του κόμματος. Η σκληρή αντιπαράθεση ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ αυτές τις τελευταίες μέρες της προεκλογικής εκστρατείας αυτό ακριβώς επιβεβαιώνει, καθώς οι επιθέσεις της μιας πλευράς στην άλλη δημιουργεί επιπλέον εμπόδια για όσους θα ήθελαν να δουν μια ενδεχόμενη προσέγγιση την επόμενη μέρα.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ παραμένει προσηλωμένος στην «αναγέννηση της δημοκρατικής παράταξης», θέτοντάς την ως βασική προϋπόθεση για την «κανονικοποίηση» της πολιτικής ζωής. Αφήνοντας το οργανωτικό κομμάτι στα χέρια των αρμόδιων του κόμματος την επομένη των εκλογών, ο Νίκος Ανδρουλάκης αναμένεται να δώσει έμφαση στην αντιπολιτευτική τακτική και την αποδοτικότητα της κοινοβουλευτικής ομάδας στη Βουλή, στρέφοντας την προσοχή του στην πρώτη του θητεία στην ελληνική Βουλή και εκμεταλλευόμενος την εμπειρία των Βρυξελλών στα ελληνικά δεδομένα.
Παρότι πολλοί εκ των βουλευτών του εκλέγονται για πρώτη φορά, υπάρχουν πρόσωπα με γνώση των κοινοβουλευτικών δεδομένων και λειτουργιών – ένας εξ αυτών ο Δημήτρης Μάντζος, ο οποίος το προηγούμενο διάστημα κατείχε τη θέση του διευθυντή της κοινοβουλευτικής ομάδας, αλλά και ο Παύλος Γερουλάνος, με προηγούμενη κυβερνητική θητεία στο πασοκικό σχήμα του 2009, ενώ την εκλογή τους έχουν κατοχυρώσει και τα πρόσωπα που «σήκωσαν» ρόλους ευθύνης μετά τον θάνατο της Φώφης Γεννηματά, όπως ο Μιχάλης Κατρίνης, ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, η Νάντια Γιαννακοπούλου και η Ευαγγελία Λιακούλη.
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θεωρεί ύψιστης σημασίας την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το επόμενο διάστημα, καθώς εκεί θα φανεί η αξιοπιστία της πασοκικής γραμμής αντιπολίτευσης και η επάρκεια στην αντιμετώπιση των προκλήσεων μιας Βουλής με καθαρή γαλάζια πλειοψηφία.
Το χειρότερο σενάριο
Η περίπτωση το ΠΑΣΟΚ να μην αποδώσει καλύτερα σ’ αυτήν την αναμέτρηση, αλλά να υποχωρήσει σε δύναμη, θεωρείται απίθανη από τα κεντροαριστερά στελέχη που έχουν γνώση των δημοσκοπήσεων και των τάσεων που προκύπτουν από την καθημερινή επαφή τους με τη βάση του κόμματος – ειδικά στην περιφέρεια, η υποδοχή στον Ανδρουλάκη περιγράφεται ως «ενθουσιώδης» και «ενδεικτική της νέας φάσης στην οποία εισέρχεται το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ».
Αν, ωστόσο, το ποσοστό στην κάλπη δεν είναι το αναμενόμενο, τότε αναπόφευκτα θα ξεκινήσει μια συζήτηση για το τι πήγε λάθος και χάθηκε η δυναμική που δημιουργήθηκε μετά το αποτέλεσμα του Μαΐου. Στην ίδια περίπτωση, δεν αποκλείεται και η συζήτηση για το ευρύτερο μέλλον της προοδευτικής αντιπολίτευσης να πάρει άλλη τροπή, με ζυμώσεις ανάμεσα στις δυνάμεις του χώρου το ερχόμενο διάστημα – οι οποίες ενδεχομένως επηρεάσουν και τα πρόσωπα που θα κληθούν να σηκώσουν το βάρος της αυτοδιοικητικής προσπάθειας του κεντροαριστερού χώρου. Σε κάθε περίπτωση, η οριστική αποτίμηση και πάλι θεωρείται πως θα γίνει στο τέλος του εκλογικού κύκλου, δηλαδή τον Μάιο του 2024, όπου θα καθοριστεί και η συνολική στρατηγική για την επόμενη μέρα.