Ήταν Παρασκευή, η αρχή της τραπεζικής αργίας (Bank Holiday), και η Βιρτζίνια Γουλφ είχε ταξιδέψει από το Λονδίνο στο Άσαμ, στο νοικιασμένο σπίτι της στο αγροτικό Σάσεξ, μαζί με τον σύζυγό της, Λέοναρντ. Για πρώτη φορά μετά από μέρες, είχε σταματήσει να βρέχει, και έτσι «βγήκε με τα πόδια από το Λιούις». Υπήρχαν «άνδρες που επιδιόρθωναν τον τοίχο και τη στέγη» του σπιτιού και ο Γουίλ, ο κηπουρός, είχε «ξεθάψει το παρτέρι μπροστά, αφήνοντας μόνο μια ντάλια». Τέλος, «μέλισσες στην καμινάδα της σοφίτας».

Πρόκειται για μια άχαρη αρχή, και όμως με κάθε καταγραφή το ημερολόγιό της αποκτά μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Σύντομα, η Γουλφ δημιουργεί ένα μοτίβο. Αρχικά, σημειώνει τον καιρό και τον περίπατό της – στο ταχυδρομείο, ή για να φέρει το γάλα.

Παρατηρεί ιδιαίτερα τις πεταλούδες: Ζωγραφισμένες κυρίες, κίτρινες, μπλε. Είναι αδιάφορη στις καταγραφές της για τα πιο φρικιαστικά θεάματα της φύσης – «η σπονδυλική στήλη και τα κόκκινα πόδια ενός πουλιού, που μόλις είχε καταβροχθίσει ένα γεράκι», ή ένα «κοτόπουλο, που βρέθηκε νεκρό στις τσουκνίδες, με το κεφάλι ξεριζωμένο».

Υπάρχει και ανθρώπινη βία. Από τις κορυφές των Ντάουνς, ακούει τα κανόνια που ακούγονται από τη Γαλλία και παρακολουθεί τους Γερμανούς αιχμαλώτους που δουλεύουν στα χωράφια, οι οποίοι χρησιμοποιούν «μια μεγάλη καφέ κανάτα για το τσάι τους».

Επιστρέφει πάλι στο σπίτι και αναφέρει τυχόν επισκέπτες ή αν ασχολήθηκε με την κηπουρική ή διάβασμα ή ράψιμο. Τέλος, κάνει μια σημείωση σχετικά με το δελτίο τροφίμων, κάνοντας απολογισμό της αποθήκης: «Αυγά 2/9 δωδεκάδες. Από την κυρία Άτφιλντ», ή «να έρθουν λουκάνικα».

Βιρτζίνια και Λέοναρντ Γουλφ / Photo: Wikimedia Commons

Μέσα στο μακρύ τούνελ της αρρώστιας

Αν και η Γουλφ, τότε τριάντα πέντε ετών, μοιραζόταν το ενοίκιο του Άσαμ με την αδελφή της, τη ζωγράφο Βανέσα Μπελ (η οποία πήγαινε εκεί για πάρτι τα Σαββατοκύριακα), για εκείνη, το σπίτι ήταν πάντα ένας τόπος ανάρρωσης. Μετά τον γάμο της με τον Λέοναρντ το 1912, μπήκε σε ένα μακρύ τούνελ αρρώστιας -μια σειρά από καταρρεύσεις κατά τις οποίες αρνιόταν να φάει, μιλούσε επιθετικά και έκανε απόπειρες αυτοκτονίας.

Πέρασε μεγάλες περιόδους σε ένα γηροκομείο στο Τουίκενχαμ πριν μεταφερθεί στο Άσαμ με μια νοσοκόμα για να αναρρώσει. Στο σπίτι, ο Λέοναρντ επιθεωρούσε μια αυστηρής ρουτίνα, κατά την οποία η Βιρτζίνια επιτρεπόταν να γράφει γράμματα – «μόνο μέχρι το τέλος μιας σελίδας», όπως ανέφερε στη φίλη της Μάργκαρετ Λέβελιν Ντέιβις- και να κάνει σύντομους περιπάτους «με ένα είδος νυχτικού».

Ήταν πολύ άρρωστη για να δώσει μεγάλη σημασία στη δημοσίευση του πρώτου της μυθιστορήματος, The Voyage Out (Το Ταξίδι), το 1915, ή για να ασχοληθεί με τον πόλεμο. «Μοιάζει πολύ με να ζεις στο βυθό της θάλασσας εδώ», έγραψε σε μια φίλη της στις αρχές του 1914. «Μερικές φορές, εδώ πάνω, ακούει κανείς φήμες για το τι συμβαίνει στον πόλεμο».

Νόελ Ολιβιέρ, Μέτλαντ Ράντφορντ, Βιρτζίνια Γουλφ, Ρούπερτ Μπρουκ / Photo: Public Domain

Μακριά από τον πόλεμο

Στα κείμενα για τη ζωή της Γουλφ, τα καλοκαίρια του πολέμου στο Άσαμ τείνουν να αγνοούνται.

Γρήγορα ξεπερνιούνται από τον χρόνο της στο Λονδίνο, την εμφάνιση του εκδοτικού οίκου, Hogarth Press που ίδρυσε με τον άντρα της Λέοναρντ Γουλφ, και τη ριζοσπαστική νέα κατεύθυνση που πήρε στο έργο της, όταν τα πρώτα της μυθιστορήματα – αμήχανα σκηνικά του εδουαρδιανού ρεαλισμού – θα έδιναν τη θέση τους στον πειραματισμό του «Το Δωμάτιο του Τζάκομπ» (Jacob’s Room) και της «Κυρίας Νταλογουέι» (Mrs. Dalloway).

Και όμως, κατά τη διάρκεια αυτών των καλοκαιριών, η Γουλφ βρισκόταν σε ένα κατώφλι στη ζωή και το έργο της. Το μικρό ημερολόγιό της είναι η πιο λεπτομερής αναφορά που έχουμε για τις ημέρες της κατά τη διάρκεια των καλοκαιριών του 1917 και του 1918, όταν περπατούσε, διάβαζε, ανέκαμπτε, παρατηρούσε. Είναι μια γέφυρα ανάμεσα σε δύο περιόδους του έργου της, αλλά και ανάμεσα στην ασθένεια και την υγεία, το γράψιμο και το μη γράψιμο, τη λογική και το συναίσθημα.

Δε λείπουν και τα δράματα: Ένα τρύπημα στο λάστιχο του ποδήλατου της, ένα σκυλί που δαγκώνει, το ερώτημα αν θα υπάρχει αρκετή ζάχαρη για μαρμελάδα. Σπάνια χρησιμοποιεί το ατίθασο «εγώ», αν και περιστασιακά τη βλέπουμε να φυτεύει έναν βολβό ή να «αφήνει το μακιγιάζ της» σε έναν φράχτη. Κυρίως καταγράφει πράγματα που μπορεί να δει ή να ακούσει ή να αγγίξει. Έχοντας αρρωστήσει, καλλιεργεί μια αναρρωτική ποιότητα προσοχής, χρησιμοποιώντας την οικονομική μορφή του ημερολογίου της, το οικιακό του θέμα, για να δέσει τον εαυτό της με τον κόσμο.

«Ευτυχία είναι»  γράφει αργότερα, το 1925, «να έχεις ένα μικρό κορδόνι στο οποίο θα προσκολληθούν τα πράγματα». Στο Άσαμ, δένει τη μία παράγραφο μετά την άλλη- ένας τρόπος να βλέπει τις μέρες να συσσωρεύονται. Και καθώς ανακάμπτει, τα πράγματα προσκολλώνται μόνα τους: Ποδήλατα, λαστιχένιες μπότες, ντάλιες, αυγά.

Δείτε το βίντεο 

YouTube video player

Τριάντα ημερολόγια

Μεταξύ του 1915 και του θανάτου της το 1941, η Γουλφ γέμισε σχεδόν τριάντα σημειωματάρια με ημερολογιακές καταχωρίσεις, ξεκινώντας, αρχικά, με μια αρκετά συνειδητή καταγραφή της καθημερινότητάς της, η οποία εξελίχθηκε, από το Άσαμ και μετά, σε μια εξαιρετική, συνεχή καταγραφή της μορφής και του συναισθήματος.

Το ημερολόγιό της ήταν ο τόπος όπου εξασκούνταν στο γράψιμο -ή «έκανα τους υπολογισμούς μου», όπως το περιέγραφε το 1924- και στον οποίο διαμορφώνονταν τα μυθιστορήματά της: Η απόδραση του «Ορλάντο» που γράφτηκε στο απόγειο των συναισθημάτων της για τη Βίτα Σάκβιλ Γουέστ («Θέλω να κλωτσήσω τα τακούνια μου και να φύγω») ή το θεατρικό ποίημα των «Κυμάτων», αυτό το «αφηρημένο, μυστικιστικό βιβλίο χωρίς μάτια», που ξεκίνησε τη ζωή του ένα καλοκαιρινό βράδυ στο Σάσεξ ως ««ι Σκόροι».

Υπάρχουν επίσης οι λεπτομέρειες της οικιακής της ζωής, συμπεριλαμβανομένων σκηνών από τον γάμο της με τον Λέοναρντ (ένας καυγάς το 1928, για παράδειγμα, όταν του χτύπησε τη μύτη με μπιζέλια και εκείνος της αγόρασε μια μπλε κανάτα) και από τη σχέση της με την υπηρέτριά της, τη Νέλι Μπόξαλ, η οποία ήταν από τη μια ανταγωνιστική και από την άλλη εξαρτημένη

Φέτος το καλοκαίρι, ο οίκος Granta επανεκδίδει τα ημερολόγια της Γουλφ και τα χαρακτηρίζει ως «μη αναθεωρημένα», μια υπόσχεση που προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στους μελετητές της Γουλφ. Οι νέες προσθήκες είναι, στην πραγματικότητα, ως επί το πλείστον ήσσονος σημασίας: Μια χούφτα σχόλια για τους φίλους της Γουλφ, γραμμένα προς το τέλος της ζωής της. Η πιο σημαντική προσθήκη είναι το Άσαμ. Για πρώτη φορά, το μικρό ημερολόγιο της Γουλφ -το τελευταίο εναπομείναν αυτοβιογραφικό απόσπασμα που έχει δημοσιευτεί- εμφανίζεται ολόκληρο.

Τ. Σ. Έλιοτ και Βιρτζίνια Γουλφ / Photo: Wikimedia Commons

*Με στοιχεία από theparisreview.org