Η απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να αποχωρήσει από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ιστορική για πολλούς λόγους. Κυρίως δε γιατί ακόμη κι αν έχεις διαφωνίες μαζί του, δε γίνεται να μην αναγνωρίσεις ότι είναι ο πιο επιδραστικός πολιτικός των τελευταίων 20 ετών.
Όταν αναλαμβάνεις πρόεδρος ενός μικρού κόμματος, στα όρια της αφάνειας, σε ηλικία μόλις 34 ετών και καταφέρνεις να το ανεβάσεις στην εξουσία, ασφαλώς αυτό δείχνει τη μεγάλη επιδραστικότητα της προσωπικότητας του αρχηγού.
Με τα προτερήματά του, τη γοητεία που ασκούσε (και ασκεί) σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, με τα σοβαρά λάθη και τις αδυναμίες του, με τις πολλές του αντιφάσεις.
Όπως κάθε πολιτικός ηγέτης έτσι και ο Τσίπρας θα κριθεί από την Ιστορία και σε χρόνο πολύ απομακρυσμένο από το γεγονός της αποχώρησης.
Αλλωστε, δεν αποχώρησε… «παραμέρισε» όπως είπε και ο ίδιος, κι αυτό είναι ασφαλώς ένα σημείο που θα το συζητούμε για καιρό.
Ενας πολιτικός που αποχωρεί σε ηλικία μόλις 48 ετών, έχοντας 15 χρόνια στην αρχηγία ενός κόμματος και 4 ως πρωθυπουργός, ασφαλώς δεν μπορεί εύκολα να κλείσει το πολιτικό του κεφάλαιο.
Στο κάτω – κάτω τις ανάγκες και απαιτήσεις της κοινωνίας και του πολιτικού συστήματος… οψέποτε, ουδείς μπορεί να τις προβλέψει και ουδείς μπορεί να αποκλείσει κανέναν από τις εξελίξεις.
Πέρα, όμως, από την αποχώρηση Τσίπρα, υπάρχει και η μεγάλη εικόνα δεν είναι άλλη από το μέλλον του χώρου που για άλλους είναι Κεντροαριστερά, για άλλους Σοσιαλδημοκρατία, για άλλους Προοδευτική – Δημοκρατική Παράταξη.
Αν και δεν μου αρέσουν οι «ταμπέλες», ούτε οι ψηφοφόροι «πρόβατα» που άγονται και φέρονται πότε από εδώ και πότε από εκεί, κι αναλόγως την τσέπη τους ή την επιτυχία ενός αρχηγού στο TiKTok, αυτό που λέω είναι ότι σε ένα πολιτικό φάσμα, όταν η μία πλευρά γέρνει επικίνδυνα, δημιουργούνται σοβαρές ανισορροπίες και κίνδυνοι για τη χώρα.
Κι αυτή την ώρα το πολιτικό σύστημα γέρνει προς τα δεξιά.
Με μια κατακερματισμένη Κεντροαριστερά, με τον βασικό πόλο της, τον ΣΥΡΙΖΑ να βουλιάζει στην εσωστρέφεια και στην ταυτοτική του ανυπαρξία, με το ΠΑΣΟΚ να ψάχνει ακόμη τον βηματισμό του και να χρειάζεται γενναίες αποφάσεις και αλλαγές από την πλευρά του αρχηγού του, αυτή την ώρα δεν υπάρχει το αντίπαλον δέος της Νέας Δημοκρατίας.
Υπάρχει ένα τεράστιο κενό που αν δεν καλυφθεί άμεσα θα αποβεί σε βάρος της χώρας.
Κι ο λόγος είναι συγκεκριμένος. Όταν ένα κόμμα όπως η ΝΔ δείχνει ανίκητο και χωρίς αντίπαλο, εύκολα μπορεί να διολισθήσει σε επικίνδυνες ατραπούς.
Να καταστεί αλαζονική, να κυβερνά χωρίς λογοδοσία, να επιτρέψει συμπεριφορές που δεν ταιριάζουν στο δημοκρατικό μας πολίτευμα.
Ειδικά από τη στιγμή που η ακροδεξιά πολυκατοικία «ψήλωσε» και που κανείς δεν μπορεί να προβλέψει μέχρι που μπορεί να φτάσει, αν δεν υπάρχει η «άλλη πλευρά», οι φόβοι γίνονται όλο και μεγαλύτεροι.
Αλλωστε, η λογική του «διαίρει και βασίλευε» κρατά πολύ λίγο και σίγουρα δεν προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες στην πατρίδα.
Αλλά αν θέλουμε να πούμε και την αλήθεια, η Ελλάδα και η Ευρώπη γενικότερα χρειάζονται κυβερνήσεις που θα στρέψουν το καράβι σε μια πιο προοδευτική κατεύθυνση.
Δεν θα μπορέσει να αντέξει ο ευρωπαϊκός χώρος, αλλά και η πατρίδα μας, στη συνέχιση μιας πολιτικής που τσακίζει τα οικογενειακά εισοδήματα, που δεν δημιουργεί βάσεις για περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες δουλειές, που επιτρέπει εν έτει 2023 να έχουμε άθλιο Εθνικό Σύστημα Υγείας και προβληματική Παιδεία.
Χρειάζονται μεγάλες μεταρρυθμίσεις σε όλα τα επίπεδα που, όμως, θα συγκλίνουν σε μια και μόνο στόχευση: Στη βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη, στο χτίσιμο ενός πιο φωτεινού μέλλοντος για τις επόμενες γενιές, σε μια κοινωνία ανοικτή, ανεκτική, συμπεριληπτική και φυσικά δημοκρατική.
Ακόμη κι αν η Νέα Δημοκρατία είναι σε θέση να υπηρετήσει και να φέρει σε πέρας κάποιους από αυτούς τους στόχους, η ύπαρξη μιας ισχυρής Κεντροαριστεράς, ενός σύγχρονου, μεταρρυθμιστικού μετώπου αριστερά της ΝΔ, είναι πρόταγμα της κοινωνίας.
Για το λόγο αυτό πρέπει να υπάρξουν ταχύτατες αλλαγές και βαθιές τομές στο χώρο αυτό.
Είναι γνωστό ότι η φύση απεχθάνεται τα κενά. Δυστυχώς, όμως, πολλές φορές τα κενά γεμίζουν με επικίνδυνα υλικά, αντίθετα στη Δημοκρατία μας.
Ο Οδυσσέας Ελύτης, άλλωστε έχει γράψει ότι «το κενό υπάρχει όσο δεν πέφτεις μέσα του». Ας φροντίσουμε ως χώρα να μην πέσουμε μέσα σε ένα κενό που βρίσκεται πιο κοντά στην καταστροφή παρά στην αναγέννηση.