Από το βράδυ της περασμένης Τρίτης η κατάσταση σε πολλές γειτονιές της Γαλλίας έδειχνε να γίνεται όλο και πιο έκρυθμη, μετά την εν ψυχρώ δολοφονία του 17χρονου Ναέλ από πυρά αστυνομικού στη Ναντέρ, προάστιο του Παρισιού.
Ένας τυπικός έλεγχος για τροχαία παράβαση κατέληξε στον εξ επαφής πυροβολισμό στο στήθος του αλγερινής καταγωγής εφήβου από έναν 38χρονο αστυνομικό, ο οποίος έχει προφυλακιστεί και ερευνάται για ανθρωποκτονία από πρόθεση.
Δεν ήταν η πρώτη, ούτε θα είναι η τελευταία.
Το αιματηρό περιστατικό έχει αναζωπυρώσει τη συζήτηση στη Γαλλία για την εγχώρια μάστιγα πια της υπέρμετρης αστυνομικής βίας.
Εδώ και καιρό οργανώσεις, μέχρι και το Συμβούλιο της Ευρώπης, τώρα δε και ο ΟΗΕ στηλιτεύουν τις πρακτικές των γαλλικών δυνάμεων ασφαλείας, υπό τις «ευλογίες» των αρχών.
Και δη κατά ειρηνικών διαδηλωτών -όπως συνέβη πρόσφατα στις μαζικές κινητοποιήσεις κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης- κατά ατόμων σε υποβαθμισμένα προάστια και μέλη μειονοτήτων.
Η αρχική ψευδής αναφορά του ένστολου θύτη για «άρνηση συμμόρφωσης» του 17χρονου θύματος στη Ναντέρ και η μετέπειτα διάψευσή του από βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, καταγράφοντας τι πραγματικά συνέβη, έριξε «λάδι στη φωτιά» της λαϊκής οργής, που κοχλάζει εδώ και καιρό για πλείστους όσους λόγους στη γαλλική κοινωνία.
Όμως η στάση του ίδιου του προέδρου Μακρόν έδειχνε να ρίχνει… κηροζίνη.
Ενώ δήλωσε «συγκλονισμένος» την επομένη της δολοφονίας του Ναέλ για τον «αδικαιολόγητο θάνατο ενός νέου», χαρακτήρισε αντίστοιχα τις ταραχές και τις επιθέσεις «κατά αστυνομικών τμημάτων, αλλά και σχολείων και δημαρχείων, συνεπώς κατά των θεσμών και της Δημοκρατίας (…) απολύτως αδικαιολόγητες».
Το ίδιο βράδυ -όπως αποκαλύφθηκε μετέπειτα μέσω βίντεο στο TikTok- απολάμβανε ως… σύγχρονος Νέρωνας συναυλία του Έλτον Τζον στο Παρίσι μαζί με τη σύζυγό του, Μπριζίτ.
Ατάραχο, το προεδρικό ζεύγος έβγαλε στα παρασκήνια χαμογελαστές σέλφι με τον Βρετανό θρύλο της μουσικής και τον σύντροφό του, ενώ η Γαλλία καιγόταν.
Ένα έγκλημα διαρκείας «κάτω από το χαλί»
Θυμίζοντας τις ταραγμένες ημέρες του 2005, οι γειτονιές των γαλλικών προαστίων έδειχναν να μην μπορούν να ησυχάσουν μετά τη δολοφονία Ναέλ.
Μάταια οι δήμαρχοι πολλών προαστίων του Παρισιού διέταξαν απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 9 το βράδυ έως τις 6 το πρωί -που σε ορισμένες περιπτώσεις θα παραμείνει σε ισχύ έως τις 3 Ιουλίου- ευελπιστώντας ότι έτσι θα απέτρεπαν την έκρηξη της οργής και νέες ταραχές.
Ακόμη και η μαζική ανάπτυξη 40.000 μελών της αστυνομίας και της χωροφυλακής, συμπεριλαμβανομένων των επίλεκτων μονάδων, δεν μπόρεσε να αποτρέψει την κλιμάκωση της βίας.
Κάτι που είχε υποσχεθεί την Πέμπτη ο σκληροπυρηνικός -και εμπλεκόμενος σε σειρά σκανδάλων- υπουργός Εσωτερικών, Ζεράλ Νταρμανέν.
Αντί για αστυνομοκρατία, «απαιτείται έρευνα που θα οδηγήσει σε αδιαμφισβήτητα δικαστικά συμπεράσματα και ενδελεχή αναθεώρηση των όρων που διέπουν τη χρήση όπλων από τους αστυνομικούς», γράφει σε κύριο άρθρο της η εφημερίδα Le Monde.
Ήταν εξάλλου χάρη στην καταγραφή της ανθρωποκτονίας του 17χρονου σε βίντεο από περαστικό που αυτή τη φορά αποκαλύφθηκε ένα διαρκές, πλην όμως τώρα κλιμακούμενο κρατικό έγκλημα στη Γαλλία.
Η υπόθεση Ναέλ «έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες ανάλογες περιπτώσεις, όπου η απουσία βιντεοσκόπησης δεν επέτρεψε να διαψευστεί αναντίρρητα η εκδοχή της αστυνομίας για τα γεγονότα».
Αυτή είναι η τρίτη φορά φέτος που αστυνομικός στη Γαλλία σκοτώνει πολίτη μόνο στη διάρκεια ελέγχων για τροχαίες παραβάσεις.
Αριθμός μειωμένος σε σχέση με το ρεκόρ των 13 αντίστοιχων περιστατικών πέρυσι, όπως δήλωσε εκπρόσωπος της γαλλικής αστυνομίας.
To 2017 και το 2018 είχαν καταγραφεί έξι σε ετήσια βάση. Κανένα το 2019, δύο το 2020 και τρία το 2021.
Συνολικά από το 2017 και μετέπειτα, σύμφωνα με απολογισμό του πρακτορείου Reuters, η πλειονότητα των θυμάτων σε αυτά τα αιματηρά επεισόδια είναι μαύροι, είτε άτομα αραβικής καταγωγής.
Αστυνομικοί «πιστολέρο»
Από το 2017, μια αλλαγή στον Νόμο Περί Εσωτερικής Ασφάλειας έδωσε στους αστυνομικούς και στα μέλη της χωροφυλακής μεγαλύτερες εξουσίες να χρησιμοποιούν τα όπλα τους.
Περιλαμβάνουν πέντε ευρείας ερμηνείας «περιπτώσεις απόλυτης ανάγκης και με αυστηρά αναλογικό τρόπο» κατά «την εκτέλεση των καθηκόντων τους και φορώντας τη στολή τους ή τα ορατά διακριτικά της ιδιότητάς τους».
Όταν απειλείται η ζωή ή η σωματική ακεραιότητα των ίδιων ή άλλων από ενόπλους.
Όταν μετά από δύο «ηχηρές προειδοποιήσεις» δεν είναι σε θέση να υπερασπιστούν με οποιονδήποτε άλλο τρόπο χώρους ή πρόσωπα που τους έχουν ανατεθεί να προστατέψουν.
Όταν «αμέσως έπειτα από δύο ηχηρές προειδοποιήσεις» δεν είναι σε θέση να σταματήσουν με άλλον τρόπο πρόσωπα που προσπαθούν να διαφύγουν κράτησης ή έρευνας και «που είναι πιθανό, κατά τη φυγή τους, να προκαλέσουν βλάβη στους ίδιους ή σε άλλους».
Όταν δεν είναι σε θέση να ακινητοποιήσουν, παρά μόνο με τη χρήση όπλων, οχήματα, σκάφη ή άλλα μεταφορικά μέσα, οι οδηγοί των οποίων δεν συμμορφώνονται με τις εντολές τους και οι επιβαίνοντες είναι πιθανό να προκαλέσουν τραυματισμούς κατά τη διαφυγή τους.
Επίσης «με αποκλειστικό σκοπό να αποτρέψουν την επανάληψη, στο εγγύς μέλλον, ενός ή περισσότερων φόνων ή απόπειρας φόνου που μόλις διαπράχθηκαν» όταν έχουν «ρεαλιστικούς και αντικειμενικούς λόγους» να πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο είναι πιθανό.
Οργανώσεις και ειδικοί έχουν καταγγείλει ότι με τον νόμο του 2017 -που σχεδιάστηκε για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και εγκρίθηκε υπό την τότε πίεση των αστυνομικών συνδικάτων- διευρύνθηκε επικίνδυνα το νομικό πλαίσιο για τη δράση των δυνάμεων επιβολής του νόμου και της τάξης.
Παρά δε το περσινό «μαύρο» ρεκόρ θανάτων από αστυνομικά πυρά στη διάρκεια ελέγχων, η έρευνα που άνοιξε ο Συνήγορος του Πολίτη της Γαλλίας μετά τη δολοφονία του Ναέλ είναι μόλις η έκτη που διατάσσεται για παρόμοια περιστατικά από το 2022.
Μια προαναγγελθείσα τραγωδία
Η Γαλλία τώρα «στοιχειώνεται» από την προοπτική επανάληψης της κοινωνικής αναταραχής του 2005, που προκλήθηκε από τον θάνατο δύο εφήβων από ηλεκτροπληξία κατά τη διάρκεια αστυνομικής καταδίωξης.
Τότε διήρκεσαν τρεις εβδομάδες και έληξαν με χιλιάδες συλλήψεις.
Τώρα «υπάρχουν όλα τα συστατικά για μια νέα έκρηξη», παραδέχθηκε ανωνύμως στο γαλλικό πρακτορείο AFP κυβερνητικός αξιωματούχος.
«Αυτό που κάνει τα γεγονότα στη Ναντέρ ακόμη πιο φρικτά», σχολιάζει η Monde, «είναι ότι ήταν μια οιονεί προαναγγελθείσα τραγωδία».
Αν και «δεν τίθεται θέμα υποβάθμισης των εντάσεων που αντιμετωπίζουν οι αστυνομικοί σε ένα πλαίσιο αυξανόμενης επιθετικότητας», αναφέρει, υπάρχει απόλυτη συσχέτιση μεταξύ του νόμου του 2017 και της απότομης αύξησης στον αριθμό της χρήσης πυροβόλων όπλων από την αστυνομία.
Εξ ου και η έγκριτη γαλλική εφημερίδα -όπως και το κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς «Ανυπότακτη Γαλλία»- ζητά «διεξοδική αναθεώρηση» και «έρευνα που που θα οδηγήσει σε αδιαμφισβήτητα δικαστικά συμπεράσματα» στον απόηχο ενός κρατικού εγκλήματος και μιας έρπουσας θεσμικής κρίσης.
«Νερό στον μύλο» της ρίχνουν εν τω μεταξύ τα δεξιά και ακροδεξιά κόμματα.
Ο μεν Ερίκ Σιοτί, επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών -που κατά διαστήματα λειτουργούν ως κοινοβουλευτικό «δεκανίκι» της κυβέρνησης μειοψηφίας του προέδρου Μακρόν- υπερθεμάτισαν της επιβολής κατάστασης έκτακτης ανάγκης.
Όπως είχε συμβεί το 2005, δηλαδή, επί προεδρίας Σιράκ, πρωθυπουργίας Ντε Βιλπέν και με τον Νικολά Σαρκοζί στο υπουργείο Εσωτερικών.
Η δε ακροδεξιά παράταξη της Μαρίν Λεπέν ζήτησε να γίνει σεβαστό το «τεκμήριο της αθωότητας» του θύτη αστυνομικού.
Εν μέσω του εθνικού διχασμού, το μήνυμα που ίσως εξέφραζε ένθεν κακείθεν τον μέσο Γάλλο ήταν αυτό που ανήρτησε στο Twitter ο αρχηγός της εθνικής ομάδας ποδοσφαίρου της Γαλλίας, Κιλιάν Εμπαπέ.
«Πονάω για τη Γαλλία μου. Μια απαράδεκτη κατάσταση», έγραψε.
«Οι σκέψεις μου είναι με την οικογένεια και τους φίλους του Ναέλ, αυτού του μικρού αγγέλου που έφυγε πολύ νωρίς»…