Στη σκιά του πληθωρισμού «απληστίας» θα καταγράφει ρυθμούς ανάπτυξης στο 2% η ελληνική οικονομία, με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής να επισημαίνει τις σοβαρές ενδείξεις εμμονικής ύπαρξης των πληθωριστικών πιέσεων.

Για την επόμενη διετία εκτιμάται άλμα ανάπτυξης, με βασική προϋπόθεση την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, όμως καταγράφονται κίνδυνοι από το λεγόμενο φαινόμενο greedflation (πληθωρισμός «απληστίας»).

Φαίνεται δηλαδή να επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη οφείλεται έως 45% στα επιχειρηματικά κέρδη, έως 40% στο κόστος των εισαγομένων και έως 25% στους μισθούς.

Στην έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, την οποία παρουσίασε προχθες ο επικεφαλής Φραγκίσκος Κουτεντάκης, παρουσιάζονται τα τρία σενάρια προβλέψεων, με την ενδεχόμενη ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας στο τέταρτο τρίμηνο του έτους. Αυτό συνεπάγεται τις ευνοϊκές επιδράσεις στο κόστος δανεισμού, τη μείωση δηλαδή, η οποία μπορεί να αυξήσει τον ρυθμό ανάπτυξης κατά μισή ποσοστιαία μονάδα υψηλότερα το 2024.

Ο κ. Κουτεντάκης εκτιμά ότι μπορεί να υπάρξει επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς το πέρας των εθνικών εκλογών έφερε το τέλος της αβεβαιότητας. Αναφέρεται και στα μέτρα που θα λάβει η κυβέρνηση, σημειώνοντας πως «οι προεκλογικές εξαγγελίες διαμόρφωσαν προσδοκίες που θα πρέπει να διαχειριστεί η κυβέρνηση στο επόμενο διάστημα».

Παράλληλα, θυμίζει ότι εκκρεμεί η διαμόρφωση του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου που θα τεθεί σε εφαρμογή από το 2025, εντός του οποίου θα πρέπει να κινηθεί η δημοσιονομική πολιτική των επόμενων ετών, ενώ σημειώνει με νόημα ότι θα πρέπει τα μόνιμα επεκτατικά μέτρα να έχουν εκ των προτέρων διασφαλίσει τη χρηματοδότησή τους από μόνιμες πηγές εσόδων, ώστε οι δημοσιονομικές προοπτικές να μην αποκλίνουν από τις συνθήκες βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.

Προκλήσεις

Στην τριμηνιαία έκθεση συμπεριλαμβάνει τρία διαφορετικά σενάρια εξέλιξης του ΑΕΠ και του πληθωρισμού. Η μεγαλύτερη διαφοροποίηση σε σχέση με το βασικό σενάριο παρουσιάζεται στην περίπτωση ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας.

Το βασικό σενάριο προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,2% φέτος και του χρόνου, μέσο πληθωρισμό 4,6% το 2023 και 2,3% το 2024. Στην περίπτωση ανάκτησης επενδυτικής βαθμίδας, ο ρυθμός ανάπτυξης το 2024 ανεβαίνει στο 2,7% του χρόνου και ενισχύεται οριακά στο 2,3% φέτος.

Παρά τη γενικά θετική εικόνα, οι οικονομικές προκλήσεις παραμένουν και συνδέονται κατά κύριο λόγο με την εξέλιξη του πληθωρισμού.

Ως προς το greedflation μπαίνουν διλήμματα για την αντιμετώπισή του: η αποτελεσματικότητα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής εξαρτάται περισσότερο από τη συγκράτηση των επιχειρηματικών κερδών και λιγότερο από τον έλεγχο των μισθολογικών αυξήσεων.

Δηλαδή, χωρίς μείωση των περιθωρίων κέρδους, η επιστροφή του πληθωρισμού στο επίπεδο του 2% θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο και υψηλότερα επιτόκια, με τις ανάλογες αρνητικές συνέπειες στην ευρύτερη οικονομική δραστηριότητα.

Το Γραφείο αναφέρεται σε αβεβαιότητες και κινδύνους, όπως για την τυχόν βραδύτερη ανάκαμψη της οικονομίας της ευρωζώνης, που θα καθυστερήσει την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας και την περαιτέρω αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.

Η περαιτέρω αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής, οι καθυστερήσεις στην απορρόφηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και η αύξηση των επιτοκίων. Επίσης, στους κινδύνους, η συνέχιση των πληθωριστικών πιέσεων και η υιοθέτηση αυστηρότερου δημοσιονομικού πλαισίου μπορεί να περιορίσουν τη δυνατότητα δημοσιονομικών μεταβιβάσεων και να αυξήσουν περαιτέρω τις κοινωνικές και περιφερειακές ανισότητες.