Αλλαγή δεδομένων στη λεγόμενη βαριά βιομηχανία της χώρας, τον τουρισμό, φαίνεται να προκύπτει μέσα στο 2023, με εμβληματικούς προορισμούς να παραδίδουν τα σκήπτρα σε άλλες περιοχές της επικράτειας και τις εκτιμήσεις, όσον αφορά την επίτευξη του στόχου των νέων ρεκόρ σε αφίξεις και έσοδα, να είναι κατά τι πιο απαισιόδοξες. Τα καλά νέα, αντιθέτως, έρχονται από την πρωτεύουσα, που πλέον μετατρέπεται σε πρώτο προορισμό και όχι ενδιάμεση στάση, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Ομως, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, οι πληρότητες στα ξενοδοχεία δεν αποκομίζουν τα αναμενόμενα κέρδη, αφού οι περισσότεροι επισκέπτες στρέφονται στη λύση της βραχυπρόθεσμης μίσθωσης, ταράσσοντας τις ισορροπίες. Στους κερδισμένους της… αλλαγής φρουράς και η Ρόδος, που φέτος έχει μπει πολύ δυναμικά στην τουριστική κούρσα.
Τα στοιχεία της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας και του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, τα οποία επεξεργάστηκε το INSETE Intelligence, είναι χαρακτηριστικά της τάσης αυτής. Συγκεκριμένα, σε ό,τι αφορά τις διεθνείς αεροπορικές αφίξεις η Μύκονος και η Σαντορίνη κατέγραψαν μείωση στο πεντάμηνο, αλλά και τον Μάιο.
Στο αεροδρόμιο της Μυκόνου καταγράφηκαν 49.000 διεθνείς αεροπορικές αφίξεις στους πρώτους πέντε μήνες του έτους, παρουσιάζοντας μείωση 17,6% και στο αεροδρόμιο της Σαντορίνης καταγράφηκαν 114.000 διεθνείς αφίξεις, παρουσιάζοντας μείωση 4,9%. Τον Μάιο, στα συγκεκριμένα αεροδρόμια, η πτώση ήταν 14,2% και 4,8% αντίστοιχα, με τους επιχειρηματίες να παρουσιάζουν έναν εύλογο προβληματισμό για την πτώση της κίνησης.
Την ίδια ώρα, στο αεροδρόμιο της Ρόδου καταγράφηκαν 484.000 διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, παρουσιάζοντας αύξηση 17,2% ενώ, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, στο αεροδρόμιο της Αθήνας Ελ. Βενιζέλος καταγράφηκαν 2.236.815 αφίξεις από το εξωτερικό – αύξηση 57,5% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Ακολούθησε το αεροδρόμιο Μακεδονία της Θεσσαλονίκης, όπου καταγράφηκαν 764.000 διεθνείς αεροπορικές αφίξεις – αύξηση 33,2%.
Value for money
Μιλώντας στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Ενωσης Ξενοδόχων Ρόδου Μανώλης Μαρκόπουλος αναφέρεται στην πολύ καλή εικόνα που παρουσιάζει το Νησί των Ιπποτών, επισημαίνοντας ότι η συντριπτική πλειοψηφία – σχεδόν το 98% των επισκεπτών – προέρχεται από χώρες του εξωτερικού, ενώ προσθέτει ότι στα ξενοδοχεία δεν παρατηρείται μείωση δαπάνης. Βέβαια, σύμφωνα με τον ίδιο, «οι τουρίστες πέρυσι ξόδευαν πολύ πιο επιθετικά και αυτό δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα». «Η Ρόδος πάει καλά γιατί έχει πολύ καλό value for money σε σχέση με τις υπηρεσίες της. Εμείς δεν μένουμε στην αφιξολαγνεία, ούτε είναι το μοναδικό μας κριτήριο. Εμείς κοιτάμε ότι τα δικά μας ξενοδοχεία πάνε πολύ καλά. Οι κρατήσεις για Ιούλιο και Αύγουστο πηγαίνουν εξαιρετικά», επισημαίνει.
Αναφερόμενος στην κατάσταση που επικρατεί στη Μύκονο και τη Σαντορίνη, σημειώνει χαρακτηριστικά πως η πρώτη αποτελεί μία πολύ ειδική περίπτωση και έχει πολύ μικρό αριθμό κλινών για να βγουν αυθαίρετα συμπεράσματα. «Δεν μπορείς να συγκρίνεις έναν προορισμό με 10.000 κλίνες με έναν προορισμό με 200.000 κλίνες.
Οταν μιλάς για τη Ρόδο, μιλάς για 20 “Μυκόνους” και αντίστοιχα για την Κρήτη μιλάς για 30 “Μυκόνους”. Η Μύκονος και η Σαντορίνη δεν είναι δείγμα του πώς πάει ο τουρισμός στην Ελλάδα. Οταν η Μύκονος έφτασε να πουλάει 1.000 ευρώ το δωμάτιο, δεν το έκανε η υπόλοιπη Ελλάδα. Ετσι και σήμερα, αν η Μύκονος έχει μια μείωση της τάξεως του 40% δεν σημαίνει ότι και η υπόλοιπη χώρα έχει κάμψη 40%, αν συνέβαινε αυτό θα έκλαιγε όλη η Ελλάδα. Προφανώς, η Μύκονος έχει μια πολύ ειδική πελατεία, με άλλους κανόνες και άλλες παραμέτρους. Αλλά είναι ένας μικρόκοσμος σε σύγκριση με τη Ρόδο που κάνει 20 εκατ. διανυκτερεύσεις. Η Ρόδος έχει 2,5 εκατ. αφίξεις με μέσο όρο οκτώ ημέρες διαμονή», εξηγεί ο Μανώλης Μαρκόπουλος.
Εποχικός προορισμός
Εικόνα μεγάλης αύξησης στις αφίξεις ξένων επισκεπτών παρουσιάζει και η Αθήνα, με τον γενικό γραμματέα της Ενωσης Ξενοδόχων Αθηνών, Αττικής και Αργοσαρωνικού (ΕΞΑΑΑ), Ευγένιο Βασιλικό, να τονίζει στα «ΝΕΑ» ότι «ναι μεν οι αφίξεις πάνε πολύ καλά, ωστόσο, η εικόνα στα ξενοδοχεία δεν ανταποκρίνεται με τον ίδιο τρόπο».
Η τουριστική κίνηση στο Λεκανοπέδιο και ιδιαίτερα η κίνηση που καταγράφεται στο αεροδρόμιο, αλλά και στους δρόμους της Αθήνας ή στο λιμάνι του Πειραιά, δίνει την αίσθηση πως στην Αθήνα «δεν πέφτει καρφίτσα». Σύμφωνα, ωστόσο, με τα μηνιαία στοιχεία Κίνησης και Απόδοσης Ξενοδοχείων που συγκεντρώνονται και αναλύονται από την ΕΞΑΑΑ με τη συνεργασία της GBR Consulting, τα ακριβή δεδομένα – σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τα ξενοδοχεία – δείχνουν πως η μέση πληρότητα στα αθηναϊκά ξενοδοχεία τον Μάιο προσέγγισε το 88,5%, δηλαδή βελτιώθηκε κατά 7,9% έναντι του Μαΐου 2022 και σε επίπεδο πενταμήνου δεν ξεπέρασε το 68,9%, απέχοντας κατά 4% από τις επιδόσεις του αντίστοιχου πενταμήνου του 2019.
Οπως λέει χαρακτηριστικά ο Ευγένιος Βασιλικός, «σε σχέση με το 2019 βρισκόμαστε στα ίδια επίπεδα από πλευράς κρατήσεων, με λίγο αυξημένη την τιμή. Παρ’ όλα αυτά, είμαστε πολύ χαμηλά στις τιμές σε σχέση με τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό». Σε ό,τι αφορά τις προκρατήσεις, ο ίδιος σημειώνει πως η Αθήνα έχει ξαναγίνει εποχικός προορισμός, όπου το καλοκαίρι έχει κίνηση, αλλά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο πέφτει σε σύγκριση με τον Μάιο, τον Ιούνιο και τον Σεπτέμβριο. «Αυτή την εικόνα βλέπουμε τώρα. Αν αλλάξει κάτι αύριο, μεθαύριο δεν ξέρουμε. Είναι συμπαθητικοί μήνες, χωρίς να αναμένουμε κάποιο πυροτέχνημα», σημειώνει.
Καθώς τα τελευταία χρόνια στην εξίσωση έχει μπει για τα καλά και η βραχυχρόνια μίσθωση, ο γενικός γραμματέας της EΞΑΑΑ αναφέρει πως καταγράφεται μια υπερπροσφορά των τουριστικών κλινών: «Υπάρχουν περίπου οι ίδιες κλίνες Airbnb συγκριτικά με τα ξενοδοχεία. Ως κλάδος έχουμε πει ότι δεν είμαστε εδώ για να αναφέρουμε ότι δεν θα υπάρχει η βραχυχρόνια μίσθωση. Απλά ζητάμε ίδιους όρους. Δεν γίνεται να υπάρχουν πολυκατοικίες σαν ξενοδοχεία, χωρίς ασφάλεια, υγειονομικούς ή εργατικούς ελέγχους».
Τέλος, όπως τονίζει, «φέτος ό,τι είναι να γίνει έχει γίνει. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια στρατηγική για το πού θέλουμε να φτάσουμε σε 10-20 χρόνια. Να χαράξουμε πολιτικές για τον τουρισμό σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα».