Όταν το 1959 ο Κάρολος Κουν αποφάσισε να ανεβάσει τους «Όρνιθες» του Αριστοφάνη στο Ηρώδειο, με μια πιο ανατρεπτική και όχι κλασσική ματιά, κανείς δεν περίμενε ότι θα ξεσηκώσει τόση μεγάλη θύελλα αντιδράσεων, που θα γίνονταν πολιτικό γεγονός και θα δημιουργούσε πόλωση σε θεατές, κριτικούς, κοινό.
Η πρώτη παράσταση του έργου που ανέβηκε στο Ηρώδειο προκάλεσε σάλο, δέχτηκε αρνητικές κριτικές, θεωρήθηκε καλλιτεχνικό σκάνδαλο και με παρέμβαση της πολιτείας ακυρώθηκε η προβλεπόμενη δεύτερη.
Την παράσταση αυτή, όπου συναντώνται τα τέσσερα ιερά τέρατα του καλλιτεχνικού στερεώματος, Κάρολος Κουν (σκηνοθεσία), Μάνος Χατζιδάκις (μουσική), Γιάννης Τσαρούχης (σκηνικά-κοστούμια) και Ζουζού Νικολούδη (χορογραφία) παρακολούθησαν περισσότεροι από 3.500 θεατές, το τελευταίο Σάββατο του Αυγούστου, στις 29.
Το «φυτίλι» για το χάος που θα ακολουθούσε, άναψε ένας θεατής μεσούσης της παράστασης. Συγκεκριμένα στη σκηνή όπου ο πρωταγωνιστής της κωμωδίας Πεισθέταιρος (στο ρόλο ο Δ. Χατζημάρκος) καλεί έναν ιερέα (Θ. Κατσαδράμη) για να θυσιάσει στους θεούς έναν τράγο. Ο ιερέας τότε άρχισε να ψάλει τα λόγια σε τόνο που παρέπεμπε σε βυζαντινή εκκλησιαστική ψαλμωδία. Από τη κερκίδα ακούστηκαν λέξεις όπως «ντροπή» και «βεβήλωσις».
H αποχώρηση του Κων/νου Τσάτσου από την παράσταση και η απαγόρευση
Ο τότε Υπουργός προεδρίας της Κυβερνήσεως και της τότε ΕΡΕ και Διοικητής του ΕΟΤ, Κωνσταντίνος Τσάτσος, αποχωρεί οργισμένος, με συνέπεια να απαγορεύσει τις επόμενες παραστάσεις της κωμωδίας. Μάλιστα, το πρωί της 30ης Αυγούστου εκδόθηκε η εξής ανακοίνωση για τη δεύτερη παράσταση:
«Ανακοινούται από το υπουργείον Προεδρίας της Κυβερνήσεως ότι κατ’ εντολήν του κ. Κωνσταντίνου Τσάτσου ματαιούται η δευτέρα παράστασις των «Ορνίθων» του Αριστοφάνους, η οποία επρόκειτο να δοθεί σήμερον Κυριακή και ώραν 20.30. Το χθες εμφανισθέν έργον ατελέστατα προπαρασκευασμένον απετέλεσε παραμόρφωσιν του πνεύματος του κλασικού κειμένου, ωρισμέναι δε σκηναί αυτού παρουσιάσθησαν κατά τρόπον προσβάλλοντα το θρησκευτικόν αίσθημα του λαού».
Ο θριάμβος στην Ευρώπη
Εν αντιθέσει με το πρώτο ανέβασμα, η παράσταση πήρε άλλη ξέφρενη τροχιά.
Η απογείωση ξεκίνησε με το βραβείο καλύτερης παράστασης που πήραν οι Όρνιθες και το «Θέατρο Τέχνης», το 1962 στο «Θέατρο των Εθνών» στο Παρίσι. Οι πανευρωπαϊκές περιοδείες 1964, 1965, 1966, κατέγραψαν τους Όρνιθες ως την καλύτερη παράσταση Αριστοφάνη που είδε ποτέ η Ευρώπη και τον Κουν σαν το σπουδαιότερο ερμηνευτή του.
Είναι χαρακτηριστική μια αποστροφή της κριτικής ενός από τους θεωρούμενους τότε ως από τους σκληρότερους λοντρέζους κριτικούς, του Χάρολντ Χόμπσον, ο οποίος στους «Κυριακάτικους Τάιμς» της 17ης Μαΐου 1964,έγραψε «είναι σχεδόν απίστευτο ότι όταν το έργο πρωτοπαρουσιάστηκε το 414 π.Χ., ο Αριστοφάνης πήρε το δεύτερο βραβείο. Αν το έργο το είχε σκηνοθετήσει τότε ο Κουν σίγουρα θα έπαιρνε το πρώτο.»
Το 1975 ο Κουν παρουσίασε για πρώτη φορά στην Επίδαυρο τους «Όρνιθες». Μια παράσταση πλέον κλασική, η οποία έμελλε να σημαδέψει με πολυεπίπεδο τρόπο την καριέρα του σημαντικού δημιουργού τέχνης και παιδαγωγού του θεάτρου.
Ο Τύπος της εποχής
Στο σάλο που ακολούθησε, οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης στηλίτευσαν την απαγόρευση και τα επεισόδια, ενώ οι κυβερνητικές όμως δεν δίστασαν να κατακεραυνώσουν.
Η ΒΡΑΔΥΝΗ αναγορεύει το επεισόδιο σε «λαϊκή εξέγερση». Η ΕΣΤΙΑ έγραψε ότι «έφριξαν κυριολεκτικά οι χιλιάδες των Αθηναίων και οι ξένοι» για να συμπληρώσει ότι όσοι χειροκρότησαν ήταν κομμουνιστές.
Η«Επιθεώρηση Τέχνης»(55-56, Ιούλιος Αύγουστος 1959, σ.2-4) προτίμησε να διατηρήσει ένα πιο ισορροπημένο μοτίβο σχολιασμού:
«Με αφορμή τη γνωστή πρώτη –και τελευταία – των Ορνίθων του Αριστοφάνη, ο κ. Υπουργός προεδρίας βρήκε την ευκαιρία να εκδηλώσει ανενδοίαστα τις σατραπικές διαθέσεις του απαγορεύοντας τη συνέχιση των παραστάσεων του έργου μέσα στα πλαίσια του φεστιβάλ παρωδία. Και η αμαρτωλή θεατρική κριτική μας έδωσε για μια ακόμα φορά αψεγάδιαστα δείγματα του υποκριτικού στρουθοκαμηλισμού της. Κάτω από τους προβολείς και την υπόκρουση της οπερέτας «Ήχος και Φως» και των αλλεπαλλήλων αναμεταδόσεων της υπουργικής δήλωσης,[…] η ορνιθολογία έδωσε και πήρε σε όλους τους τόνους από τις στήλες του καθημερινού τύπου για μιαν ολόκληρη εβδομάδα.
Πράγματι, οι θεατρικοί κριτικοί άδραξαν την ευκαιρία και ένωσαν τις δυνάμεις τους και αξιοποιώντας όλο το ταλέντο τους, την ειρωνεία, τον σαρκασμό και το φαρισαϊσμό τους επιτέθηκαν χωρίς περίσκεψη και χωρίς αιδώ εναντίον του Κουν και του «Θεάτρου Τέχνης».
Τα ΝΕΑ έγραφαν: «Καταδικάζεται πανταχόθεν η απόφαση του Τσάτσου να διακόψει τις παραστάσεις του Αριστοφάνους» και στη συνέχεια «Σύσσωμος η κριτική απορρίπτει ως καλλιτεχνικώς απαράδεκτη την παράστασιν».
Πρεξάρχων στην επίθεση κατά της σκηνοθετικής άποψης του Κουν ήταν ο Διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου Αιμ. Χουρμούζιος ο οποίος, μετά την πρώτη κρίση του που έφερε τον τίτλο «ένα ατύχημα», επανήλθε στο θέμα με άλλες τρεις επιφυλλίδες. Ακόμα και ο κριτικός της ΑΥΓΗΣ , Γεράσιμος Σταύρου, κατέκρινε την παράσταση με βαριά λόγια.
Ο Τσάτσος και τα σατιρικά σκίτσα του Φωκίωνα Δημητριάδη
Ο Φωκίων Δημητριάδης, σκιτσογράφος των Νέων από εκείνη την παράσταση και κατόπιν εμφάνιζε πάντοτε τον Κων/νο Τσάτσο με μία κότα.
Μάλιστα, κάποια στιγμή, οι δύο άνδρες βρέθηκαν σε μία εκδήλωση, οπότε ο αείμνηστος Ακαδημαϊκός και Πρόεδρος της Δημοκρατίας ρώτησε τον δημοσιογράφο: «Καλά κ. Δημητριάδη, γιατί με ζωγραφίζετε πάντα με μια κότα;» και ο Δημητριάδης του απάντησε: «Ένα μυστήριο πράγμα υπουργέ μου, το ίδιο ακριβώς με ρωτά και η κότα»