Παρατηρώ τον τρόπο που (δεν) συζητούν στον ΣΥΡΙΖΑ, παρότι το κόμμα βρίσκεται στο σημαντικότερο σταυροδρόμι από την εποχή που δημιουργήθηκε, στην πιο κρίσιμη καμπή, καθώς από τις επιλογές που θα κάνει και τον τρόπο με τον οποίο θα σταθεί απέναντι στην κοινωνία, θα κριθεί τελικά εάν θα μπορέσει να γίνει ξανά ένα μαζικό αριστερό κόμμα εξουσίας, ο κορμός της προοδευτικής παράταξης του 21ου αιώνα.
Δύο μήνες μετά το σοκ των εκλογών του Μαΐου και ένα μήνα μετά το δεύτερο σοκ των εκλογών του Ιουνίου, στον ΣΥΡΙΖΑ ακόμη δεν έχουν συζητήσει γιατί το κόμμα έχασε την απήχηση που είχε σε κοινωνικές ομάδες, και ιδίως στα λαϊκά στρώματα, που το έφεραν στην εξουσία.
Αντιθέτως, συζητούν αφηρημένα ζητήματα «ταυτότητας», εάν θα είναι πιο «αριστεροί» ή πιο «κεντρώοι», ενώ το ζήτημα είναι πώς θα ξανακερδίσουν τον κόσμο της εργασίας και τα πιο φτωχά στρώματα και θα δώσουν μια διέξοδο έκφρασης και εκπροσώπησης στους νέους.
Με αυτό δεν υποτιμώ καθόλου τη δυσκολία με την οποία αναμετριέται αυτή τη στιγμή ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ. Σε τελική ανάλυση πρόκειται για τη μεγάλη πρόκληση με την οποία καλείται να αναμετρηθεί οποιαδήποτε σύγχρονη αριστερή δύναμη θέλει να είναι μια πρόταση εξουσίας. Πρέπει να είναι ταυτόχρονα ένα πραγματικά (και όχι ρητορικά) αντισυστημικό κόμμα – στην ανάλυση, τη θεωρία, την ηθική, την κουλτούρα, την πραγματική απόσταση από «μεγάλα συμφέροντα» – και ταυτόχρονα να είναι σε θέση να κυβερνήσει, να έχει ένα πρόγραμμα που να είναι όντως εφικτό να υλοποιηθεί στις σημερινές συνθήκες. Εφικτό, όχι με την έννοια της υποταγής σε αυτές τις συνθήκες, αλλά της ικανότητας να βρίσκει τα ρήγματα (ενίοτε να κάνει και τους συμβιβασμούς) που επιτρέπουν αναγκαίες ανατροπές, τις μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις που ορίζουν την έννοια της κοινωνικής προόδου.
Είναι πολύ εύκολο για τον ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ξανά απλώς ένα «συνεπές» ριζοσπαστικό κόμμα, με τη σωστή ανάλυση και τις σωστές ευαισθησίες αλλά χωρίς καμιά πιθανότητα να κυβερνήσει. ‘Ένα κόμμα που αρκετοί θα συμπαθούν, αλλά λιγότεροι θα ψηφίζουν.
Είναι, επίσης, πολύ εύκολο να γίνει μια παραλλαγή μιας συστημικής κεντροαριστεράς, με έναν «χυλό» αντί για ιδεολογία και τελικά χωρίς πραγματικές διαχωριστικές γραμμές από το νεοφιλελευθερισμό. Ένα κόμμα που αρκετοί θα σκέφτονται να ψηφίσουν, αλλά ταυτόχρονα δεν θα βρίσκουν και ουσιαστικούς λόγους να μην ψηφίσουν κάτι άλλο.
Εάν θέλουν στον ΣΥΡΙΖΑ να αποφύγουν αυτά τα δύο ενδεχόμενα, πρέπει να στρωθούν στη δουλειά και να αναμετρηθούν με τα πραγματικά καθήκοντα που δεν περιορίζονται στην εκλογή νέας ηγεσίας: Πραγματική κοινωνική γείωση και εκπροσώπηση. Πολιτική παιδεία και διάβασμα. Σοβαρή εσωκομματική συζήτηση. Επεξεργασία προτάσεων όχι ως συνθημάτων αλλά ως κυβερνητικού σχεδίου συγκεκριμένου (στο επίπεδο του να μπορούν κάθε στιγμή να διατυπωθούν ως νομοσχέδια).
Η τωρινή συζήτηση και κατάσταση στον ΣΥΡΙΖΑ είναι στην πραγματικότητα αδιέξοδη. Τον Σεπτέμβριο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις θα εκλεγεί νέα πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ η Έφη Αχτσιόγλου. Αυτό θα προκαλέσει αρχικά θετικό κλίμα. Ένα νέο πρόσωπο θα είναι στην ηγεσία, «άφθαρτο», «επικοινωνιακό» και αρκετά κοντά σε μια «κεντρώα» ταυτότητα που αυτή τη στιγμή στα μάτια των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ φαντάζει η «βασιλική οδός» για να διευρύνουν την εκλογική τους επιρροή. Όμως, θα εξακολουθούν να μην απαντούν στην πρόκληση να γίνουν ξανά ένα αριστερό κόμμα εξουσίας.
Και αυτό δείχνει ακριβώς το πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ. Στον ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα δεν έχουν ανάγκη από νέα ηγεσία. Πιο σωστά, δεν είναι η νέα ηγεσία αυτή που θα απαντήσει στο πρόβλημα. Αυτό που χρειάζονται είναι ένα νέο κόμμα. Που να συμπεριλάβει τον ΣΥΡΙΖΑ και ταυτόχρονα να τον υπερβεί. Και που να μπορέσει να συγκεντρώσει τις διανοητικές και κοινωνικές δυνάμεις που θα τον κάνουν ξανά κόμμα εξουσίας.
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Ακολουθεί το δεύτερο μέρος:
Στον ΣΥΡΙΖΑ δεν χρειάζονται νέα ηγεσία. Νέο κόμμα χρειάζονται –
Μέρος Β’: τα παιχνίδια και οι ευκαιρίες της ιστορίας του Αλέξη Τσίπρα.
Η ιστορία έπαιξε ένα παράξενο παιχνίδι σε βάρος του Αλέξη Τσίπρα