Με βάρος που μπορεί να ξεπεράσει τους 190 τόνους, η γαλάζια φάλαινα θεωρείται το βαρύτερο ζώο που έζησε ποτέ στη Γη.
Τώρα όμως κινδυνεύει να εκθρονιστεί μετά την ανακάλυψη οστών ενός προϊστορικού κήτους στην παράκτια έρημο του Περού, μια περιοχή που κάποτε βρισκόταν κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η ηλικία τους εκτιμάται στα 38 -40 εκατομμύρια χρόνια.
Το νέο είδος είχε βάρος από 85 έως 340 τόνους με πιθανότερη τιμή γύρω στους 180 τόνους, αναφέρει διεθνής ερευνητική ομάδα στο περιοδικό Nature.
Παρά το ασυνήθιστα χοντρό σώμα του, το κήτος εκτιμάται ότι δεν ξεπερνούσε τα 20 μέτρα, ήταν επομένως αρκετά πιο κοντό από τις γαλάζιες φάλαινες, οι οποίες ενίοτε ξεπερνούν τα 30 μέτρα.
Λόγω της τεράστιας μάζας της η φάλαινα βαφτίστηκε Perucetus colossus, που σημαίνει «κολοσσιαίο κήτος του Περού».
Συγκριτικά, ο μακρύλαιμος Αργεντινόσαυρος που έζησε πριν από 95 εκατομμύρια χρόνια είχε βάρος γύρω στους 76 τόνους, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε τον Μάιο.
Χρειάστηκαν 20 αποστολές στην έρημο για να ανασυρθούν τα οστά, 13 σπόνδυλοι, τέσσερα πλευρά και ένα οστό του ισχίου. Όλα τα κόκκαλα ήταν ασυνήθιστα ογκώδη, πυκνά και βαριά, ένα χαρακτηριστικό που απουσιάζει από τις σημερινές φάλαινες αλλά είναι συνηθισμένο στα σειρηνοειδή, γνωστά και ως θαλάσσιες αγελάδες, προκειμένου να διευκολύνει την παραμονή τους στον βυθό.
Κάθε σπόνδυλος ζύγιζε πάνω από 100 κιλά και το συνολικό βάρος του σκελετού εκτιμάται στους 5-8 τόνους, διπλάσιο σε σχέση με τον σκελετό της γαλάζιας φάλαινας.
«Λόγω του στιβαρού σκελετού του και του ογκώδους σώματός του, το ζώο αυτό ήταν σίγουρα αργός κολυμβητής. Από ό,τι γνωρίζουμε φαίνεται πως επρόκειτο για ήρεμο γίγαντα […] Πρέπει να ήταν πολύ εντυπωσιακό ζώο αλλά μάλλον όχι και τόσο τρομακτικό» δήλωσε ο Ολιβιέ Λάμπερτ του Βασιλικού Ινστιτούτου Επιστημών του Βελγίου, μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Δεδομένου ότι το κρανίο και τα δόντια δεν βρέθηκαν, παραμένει άγνωστο με τι τρεφόταν ο γίγαντας. Ίσως βοσκούσε στα ρηχά, όπως τα σημερινά σειρηνοειδή, ή να κυνηγούσε μικρά ασπόνδυλα στον βυθό.
Πιθανότατα πάντως δεν τρεφόταν φιλτράροντας το νερό με μπαλένες αντί για δόντια, όπως οι σημερινές φάλαινες.
Οι πρώτες φάλαινες εξελίχθηκαν πριν από περίπου 50 εκατομμύρια χρόνια από οπληφόρα ζώα της ξηράς σε μέγεθος σκύλου.
Το Perucetus φαίνεται ότι διατηρούσε κάποια πρωτόγονα χαρακτηριστικά, καθώς το οστό του ισχύου μαρτυρά την ύπαρξη υπολειμματικών πίσω άκρων, τα οποία στα σημερινά κητοειδή έχουν χαθεί.
Στην καλλιτεχνική απεικόνιση που παρουσίασαν οι ερευνητές, το γιγαντόσωμο θηλαστικό εμφανίζεται να έχει και κοντά μπροστινά άκρα με δάχτυλα, αντί για πτερύγια.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι, με βάση τα διαθέσιμα ευρήματα, δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί αν το Perucetus ήταν όντως το μεγαλύτερο ζώο που έζησε ποτέ. Λένε όμως ότι η γιγάντια φάλαινα είναι καλός υποψήφιος για τον τίτλο. Οριστική απάντηση ίσως υπάρξει αν οι παλαιοντολόγοι καταφέρουν να εντοπίσουν κι άλλα απολιθώματα.
Τα τεράστια οστά του Perucetus φυλάσσονται σήμερα στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Λίμας στο Περού.