«Δημιουργοί ηγετών, προσέξτε τι είδους ηγέτες παράγετε εδώ», ήταν μια από τις εμβληματικές ατάκες στην ταινία «Άρωμα γυναίκας» (1993), ενός απόστρατου αξιωματικού που κατήγγειλε τη διοίκηση ενός πρωτοκλασάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος, για την άδικη και αντεκπαιδευτική διαχείριση των σπουδαστών.
Τριάντα χρόνια μετά, εκείνη η ταινία είναι μια πραγματικότητα στις ΗΠΑ.
Τα αμερικανικά μίντια, έχουν κατακλυστεί από ειδησεογραφία σχετικά με τη παντοδυναμία του Ντόναλντ Τραμπ στους κόλπους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και το εντυπωσιακό του προβάδισμα ενόψει των προκριματικών.
Την ίδια στιγμή επίσης, ο άλλος αντίπαλος είναι ο Τζο Μπάιντεν, ο υποψήφιος των Δημοκρατικών.
Δεν έχει όμως τόσο σημασία ποιος θα κάτσει στην αναπαυτική καρέκλα του οβάλ γραφείου, καθώς αυτό που μένει απαράλλαχτο στη μεγάλη δημοκρατική χώρα, είναι η «ολιγαρχική» αντίληψη στην επιλογή ατόμων που καπαρώνουν ηγετικές θέσεις.
Αυτό επιβεβαιώνεται από την έρευνα Αμερικανών επιστημόνων στο Χάρβαρντ, «Diversifying Society’s Leaders? The Determinants and Causal Effects of Admission to Highly Selective Private Colleges», που αποκαλύπτει ότι ηγετικές θέσεις στις ΗΠΑ κατέχουν δυσανάλογα απόφοιτοι 12 επίλεκτων ιδιωτικών Πανεπιστημίων.
Σε αυτά, περιλαμβάνονται τα οκτώ κολλέγια της Ivy League, το Πανεπιστήμιο του Σικάγο, το Duke, το MIT και το Στάνφορντ. Εν συντομία, μιλάμε για την Ivy-Plus.
Μπορεί λιγότερο από το 1% των Αμερικανών σπουδαστών να φοιτούν σε αυτά τα 12 ιδρύματα, αλλά οι σπουδαστές της Ivy-Plus αντιπροσωπεύουν το 15% αυτών που ανήκουν στο κορυφαίο 0,1% της κατανομής εισοδήματος, το 1/4 των Γερουσιαστών των ΗΠΑ, το ήμισυ όλων των υπότροφων Ρόουντς και τα 3/4 των διορισμένων δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον τελευταίο μισό αιώνα!
Είναι πλούσιοι οι γονείς σου υποψήφιε;
Πέραν όμως της δυνατότητας που έχουν οι απόφοιτοι αυτών των ιδρυμάτων να κατακτήσουν τόσο υψηλές θέσεις, αυτό που εντυπωσιάζει ακόμα περισσότερο, είναι ότι τα ιδρύματα που παράγουν αυτούς τους ηγέτες, λειτουργούν με ελάχιστα αξιοκρατικά κριτήρια στην εισδοχή μαθητών.
Οι μαθητές που φοιτούν στα Ivy-Plus προέρχονται από οικογένειες με υψηλό εισόδημα: μόλις το 10% των μαθητών που παίρνουν άριστα στις εισαγωγικές εξετάσεις (για να πάνε από το Λύκειο στα Πανεπιστήμια) και προέρχονται μεσαία οικονομική τάξη φοιτούν σε ένα από τα παραπάνω κολλέγια.
Η εικόνα είναι πολύ διαφορετική για τα παιδιά Αμερικανών που βρίσκονται στο 1% των πλουσιότερων της χώρας, καθώς είναι πολύ πολύ πιο πιθανό να γίνουν δεκτοί. Το ποσοστό εκτοξεύεται στο 40% των μαθητών που φοιτούν στα πρωτοκλασάτα ιδρύματα.
Αυτά τα πρωτοκλασάτα κολλέγια έχουν περισσότερες από διπλάσιες πιθανότητες να δεχθούν έναν φοιτητή από οικογένεια υψηλού εισοδήματος σε σύγκριση με οικογένειες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος, ενώ έχουν τις ίδιες βαθμολογίες στις εισαγωγικές εξετάσεις.
Η υπερεκπροσώπηση των φοιτητών από οικογένειες υψηλού εισοδήματος στα κολέγια Ivy-Plus οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις διαφορές στα ποσοστά εισδοχής, παρά στις διαφορές στην αίτηση ή την εγγραφή μεταξύ εκείνων που γίνονται δεκτοί.
Την ίδια στιγμή, αντίθετα, τα δημόσια εμβληματικά πανεπιστήμια -πχ τα πολιτειακά, όπως του Μιζούρι, Καλιφρόνια, κτλ- δεν βασίζονται στο εισόδημα των γονιών για να αξιολογήσουν την εισδοχή ενός μαθητή στο ίδρυμα.
Πρώτα η παράδοση και μετά οι βαθμολογίες
Τα υψηλότερα ποσοστά εισδοχής για φοιτητές από οικογένειες υψηλού εισοδήματος μπορούν να αποδοθούν σε τρεις παράγοντες σύμφωνα με την έρευνα: στις προτιμήσεις από τις διοικήσεις των ιδιωτικών σε παιδιά παλαιότερων αποφοίτων, ωσάν να είναι κληρονομικό δικαίωμα, στις υψηλότερες «μη ακαδημαϊκές» βαθμολογίες και τις αθλητικές τους ασχολίες.
Σύμφωνα με την έρευνα, ο μεγαλύτερος παράγοντας που συμβάλει στην άδικη υπερ-εκπροσώπηση γόνων πλουσίων στα ελιτίστικα αμφιθέατρα είναι ο θεσμός της… παράδοσης. Δηλαδή έχουν πολύ περισσότερες ελπίδες να γίνουν δεκτά τα τέκνα προηγούμενων αποφοίτων αυτών των κολλεγίων.
Έχουν 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να γίνουν δεκτοί σε ένα από τα 12 κολλέγια από συνομηλίκους με συγκρίσιμα διαπιστευτήρια των οποίων οι γονείς, όμως, δεν ευτύχησαν να σπουδάσουν στο ίδιο ίδρυμα.
Κριτήρια τα… «προσωπικά γνωρίσματα»
Ο επόμενος μεγαλύτερος -σκανδαλώδης;- παράγοντας που συμβάλλει στο πλεονέκτημα εισδοχής υψηλού εισοδήματος, είναι πως στις αξιολογήσεις βαρύνουσα σημασία δεν έχουν οι ακαδημαϊκές αξιολογήσειςμ αλλά οι εξωσχολικές δραστηριότητες, η ηγετική ικανότητα και τα προσωπικά γνωρίσματα!
Είναι εντυπωσιακό ότι τα παιδιά πλουσίων τείνουν να λαμβάνουν σημαντικά υψηλότερες μη ακαδημαϊκές «αξιολογήσεις» από τις επιτροπές εισαγωγής. Αυτές οι διαφορές στις μη ακαδημαϊκές βαθμολογίες προκύπτουν κυρίως από διαφορές μεταξύ των λυκείων: μεταξύ των μαθητών με παρόμοιες βαθμολογίες στις εισαγωγικές εξετάσεις, όσοι φοιτούν σε ιδιωτικά λύκεια τείνουν να λαμβάνουν πολύ υψηλότερες μη ακαδημαϊκές βαθμολογίες (αλλά παρόμοιες ακαδημαϊκές αξιολογήσεις) από τους μαθητές που φοιτούν στο δημόσιο γυμνάσιο σχολεία.
Επειδή τα παιδιά από οικογένειες υψηλού εισοδήματος είναι πιο πιθανό να φοιτήσουν σε ιδιωτικά λύκεια, αυτές οι διαφορές σε μη ακαδημαϊκούς παράγοντες μεταξύ των λυκείων (που μπορεί να προκύψουν από διαφορές στην πρόσβαση σε πόρους όπως εξωσχολικές δραστηριότητες και σύμβουλοι καθοδήγησης) οδηγούν σε πλεονέκτημα εισδοχής σε παιδιά οικογενειών με υψηλό εισόδημα.
Βρίσκουν πιο εύκολα εργασία
Φυσικά, η φοίτηση σε ένα από αυτά τα ιδρύματα ανοίγει διάπλατα τις πόρτες στην αγορά εργασίας σε γνωστές εταιρείες, έναντι ενός σπουδαστή που θα φοιτήσει σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο. Οι πιθανότητες είναι τριπλάσιες! Έτσι, τα παιδιά από το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών θα βρει πιο εύκολα εργασία από εκείνους που το έχουν περισσότερη ανάγκη.
Η αποδοχή από τη λίστα αναμονής συχνά καθοδηγείται από τυχαίους παράγοντες -όπως εάν παίζει κάποιο μουσικό όργανο ώστε να καλυφθεί καμια θέση στην πανεπιστημιακή ορχήστρα- και όχι από συστηματικά χαρακτηριστικά των μαθητών που προβλέπουν την επιτυχία στη μετέπειτα ζωή.
Η εισαγωγή από τη λίστα αναμονής σε ένα κολέγιο Ivy-Plus αυξάνει σημαντικά τις πιθανότητες επιτυχίας ενός μαθητή μετά το κολέγιο. Σε σύγκριση με τη φοίτηση σε εξαιρετικά επιλεκτικά εμβληματικά δημόσια πανεπιστήμια, οι μαθητές που φοιτούν στα Ivy-Plus έχουν 60% περισσότερες πιθανότητες να κερδίσουν στο 1% των κορυφαίων πολουσιότερων, δύο φορές περισσότερες πιθανότητες να παρακολουθήσουν μεταπτυχιακό πρόγραμμα που κατατάσσεται στο top 10 και τρεις φορές περισσότερες πιθανότητες να εργαστούν σε μεγάλους εργοδότες στην ιατρική, την έρευνα, τη νομοθεσία, τα οικονομικά και άλλους τομείς.
Το να σπουδάσει κανείς σε ένα κολέγιο Ivy-Plus αλλάζει δραματικά την τροχιά στη ζωή ενός παιδιού, δίνοντάς πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να φτάσουν σε ηγετικές θέσεις.
Αυτές οι μεγάλες επιπτώσεις υπογραμμίζουν τον μεγάλο ρόλο που έχουν τα κολέγια Ivy-Plus στη διαμόρφωση των ηγετών της κοινωνίας, οι οποίοι μπορούν στη συνέχεια να έχουν μεγάλη επιρροή στις ζωές πολλών άλλων, τονίζουν –με ανησυχία- οι ερευνητές, ζητώντας από τα ιδιωτικά αυτά ιδρύματα να αλλάξουν ρότα ώστε να προσφέρουν στην κοινωνικοοικονομική ποικιλομορφία των ηγετών των ΗΠΑ.