Η κοινότοπη δυτική σκέψη τείνει να δαιμονοποιεί τη Ρωσία και να προωθεί ιστορίες που αποκαλύπτουν τις αποτυχίες, τα λάθη και τις απώλειες μάχης του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία (φωτογραφία, επάνω, από AP).
«Το καλό, το κακό και το άσχημο»
Πολύ συχνά αυτές οι ιστορίες είναι ακριβείς ως προς τα συγκεκριμένα στοιχεία τους. Αλλά όταν αφαιρείται το ευρύτερο πλαίσιο, υπάρχει πρόβλημα.
Αυτή η σύντομη σειρά αναλύσεων επιδιώκει ν’ αξιολογήσει αντικειμενικά τις στρατιωτικές επιδόσεις της Ρωσίας από τον Φεβρουάριο του 2022 και να προβάλει τις δυνατότητές της στο μέλλον.
Επιχειρεί να διορθώσει τα λάθη στην κύρια αφήγηση παρέχοντας μια ολοκληρωμένη βασική αξιολόγηση. Θα ρίξει μια ματιά «στο καλό, το κακό και το άσχημο» των επιδόσεων της Ρωσίας.
Σ’ αυτό το μέρος, θα εξετάσουμε τις επιτυχημένες πτυχές του στρατού του Πούτιν μέχρι σήμερα, γράφει για την ανάλυσή του ο Daniel Davis*.
(Μπορείτε να βρείτε όλα τα μέρη της σειράς εδώ)
Η ανάλυση που ακολουθεί θα περιγράψει λεπτομερώς τις αρχικές κινήσεις της Ρωσίας, οι οποίες περιλαμβάνουν «τα λάθη» που έχουμε δει από το στρατηγικό, επιχειρησιακό και τακτικό επίπεδο.
Ξεκινά μετά το πρώτο μεγάλο σφάλμα της Ρωσίας, τη διάσπαση των δυνάμεών της σε τέσσερις σχετικά μικρούς άξονες που επέτρεψαν στην Ουκρανία να επιβραδύνει και στη συνέχεια να σταματήσει και τις τέσσερις αυτές κινήσεις.
Μέχρι τα μέσα Μαρτίου 2022 ήταν σαφές ότι η Ρωσία είχε διεισδύσει στην Ουκρανία όσο μπορούσε — πολύ λιγότερο από τους αρχικούς στόχους της.
Επιτυχής αποχώρηση από το Κίεβο
Ο στρατός του Πούτιν εκείνη την εποχή είχε πάρει θέσεις στις τρεις πλευρές του Κιέβου και στα βόρεια του Σούμι και του Χαρκόβου, απλωμένος σε απόσταση σχεδόν 500 χιλιομέτρων.
(σ.σ Για την πιο ολοκληρωμένη θέαση των γεγονότων παρατίθεται και η άποψη του Πούτιν ότι ο ρωσικός στρατός υποχώρησε λόγω του προσυμφώνου που είχε συνταχθεί στην Κωνσταντινούπολη, στη διάρκεια των ειρηνευτικών συνομιλιών μεταξύ των αντιμαχόμενων πλευρών).
Κατεστραμμένα ρωσικά άρματα μάχης σε περιοχή του Κιέβου κατά την αρχική φάση της επίθεσης στην Ουκρανία (φωτογραφία Reuters/Gleb Garanic)
Οι ουκρανικές δυνάμεις συνήλθαν από το αρχικό τους σοκ και ανέπτυξαν μεγάλους σχηματισμούς που επιτέθηκαν στα ρωσικά τεθωρακισμένα με κατευθυνόμενους αντιαρματικούς πυραύλους από τα δυτικά, με εκπληκτικά αποτελέσματα. Εκείνη τη στιγμή η Μόσχα βρέθηκε αντιμέτωπη με μια σκληρή επιλογή.
Θα μπορούσε είτε να ενισχυθεί σημαντικά γύρω από τα τρία μεγάλα αστικά κέντρα στον βορρά, είτε ν’ αποσύρει τις δυνάμεις της από εκεί. Επέλεξε το δεύτερο και ήταν η πρώτη καλή κίνησή της.
Επιφανειακά, αυτό έμοιαζε με απεριόριστη αποτυχία. Εχοντας πληγωθεί από κάτι που η Ρωσία θεωρούσε κατώτερη δύναμη, πάνω από 40.000 ρώσοι στρατιώτες εγκατέλειψαν ολόκληρο το βόρειο μέτωπο. Από στρατηγικής άποψης, ωστόσο, η κίνηση είχε αξία για το Κρεμλίνο.
Η υπερήφανη αντίδραση – και πολλοί στρατοί πέφτουν θύματα αποφάσεων που βασίζονται στην υπερηφάνεια – ήταν να παραμείνουν και να ενισχύσουν τις θέσεις τους, τηρώντας το αρχικό σχέδιο για την κατάληψη μιας ή περισσότερων από τις πόλεις.
Μία καλή κίνηση
Αυτό θα είχε σχεδόν αποτύχει. Η Ρωσία δεν διέθετε πουθενά τον αριθμό των στρατευμάτων που απαιτούνται για τον έλεγχο οποιασδήποτε πόλης άνω του 1 εκατομμυρίου κατοίκων.
Αντίθετα, ο Πούτιν εισέπραξε και την κατακραυγή των πολιτών τους και διέταξε ολόκληρη τη βόρεια δύναμή του ν’ αποσυρθεί και να ενωθεί με τους άξονες που είχαν επιτεθεί στο Ντονμπάς.
Αυτή είναι η μία καλή κίνηση που έκανε η Μόσχα τους πρώτους εννέα μήνες του πολέμου. Η προσθήκη τόσου ανθρώπινου δυναμικού στον πρωταρχικό στόχο της για την «απελευθέρωση» του ρωσόφωνου πληθυσμού του Ντονμπάς είχε λογική.
Αν και δεν πέτυχε κάποια σημαντική πρόοδο, ακόμη και με τα πρόσθετα στρατεύματα, μπόρεσε, το καλοκαίρι και στις αρχές του φθινοπώρου, να καταλάβει μια σειρά από αρκετά σημαντικές πόλεις, όπως τη Μαριούπολη, την Ποπάσνα, το Σεβεροντονέτσκ και τη Λισιτσάνσκ. Η επόμενη θετική κίνησή της έγινε και πάλι μπροστά σε μια τακτική ήττα.
Αποχώρηση από Χερσώνα και Χάρκοβο
Οπως θα περιγράψω με περισσότερες λεπτομέρειες σε επόμενη ανάλυση, η Ουκρανία εξαπέλυσε μια επίθεση στα τέλη του καλοκαιριού του 2022 από δύο κατευθύνσεις, η πρώτη στην Περιφέρεια της Χερσώνας και η δεύτερη στην Περιφέρεια του Χαρκόβου.
Οι Ρώσοι γνώριζαν τη σχεδιαζόμενη επίθεση στη Χερσώνα και ήταν προετοιμασμένοι γι’ αυτήν. Αρχικά, τα στρατεύματά τους αντιμετώπισαν την ουκρανική επίθεση και προκάλεσαν σημαντικές απώλειες ενώ παραχώρησαν πολύ λίγο έδαφος. Αλλά τότε οι ουκρανοί ηγέτες εξαπέλυσαν μια μεγάλη επίθεση στη ρωσική βόρεια πλευρά για την οποία οι Ρώσοι ήταν εντελώς απροετοίμαστοι.
Η Ουκρανία τους έδιωξε από την περιοχή του Χαρκόβου τόσο πολύ πίσω, τόσο γρήγορα, που τους ανάγκασε να παραδώσουν ένα συγκλονιστικό έδαφος 6.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, πιεζόμενοι να στείλουν εσπευσμένα μαζικές ενισχύσεις από αλλού στην για να σταματήσουν την αιμορραγία. Αυτό έθεσε τη θέση τους στην πόλη της Χερσώνας σε μεγάλο κίνδυνο.
Η Ρωσία θα μπορούσε να επιλέξει να μείνει και να πολεμήσει εκεί, καθώς είχαν περάσει πολλούς μήνες οχυρώνοντας την πόλη, αλλά η ανώτατη διοίκηση προτίμησε να την παραδώσει χωρίς μάχη, αποσύροντας ολόκληρη τη δύναμή της από άλλους 40.000 στρατιώτες στη νότια πλευρά του ποταμού Ντνίπρο.
Κατά την υποχώρηση, ανατίναξαν τις τέσσερις γέφυρες του ποταμού που εκτείνονται σ’ εκείνη την περιοχή, αποκλείοντας ουσιαστικά ολόκληρο το νότιο μέτωπο από οποιαδήποτε συνεχιζόμενη ουκρανική επίθεση.
Ερείπια από τους βομβαρδισμούς στο Μπαχμούτ (φωτογραφία AP)
Η κίνηση έσωσε ολόκληρη τη ρωσική αμυντική δύναμη σ’ εκείνη τη μάχη, σφράγισε τη νότια πλευρά της και επέτρεψε ν’ αναδιατάξει τις δυνάμεις της σ’ άλλα ευάλωτα μέτωπα.
Η Ρωσία απέφυγε μια παρατεταμένη αστική μάχη που μπορεί να μην ήταν σε θέση να κερδίσει και ενίσχυσε τους σχηματισμούς της σ’ όλο το υπόλοιπο μέτωπο. Ως αποτέλεσμα, από τη στιγμή που αποσύρθηκε από την πόλη της Χερσώνας, η Ουκρανία δεν έχει σημειώσει αξιόλογα κέρδη πουθενά στο θέατρο των μαχών.
Πολύπλευρη κινητοποίηση
Η δίδυμη ντροπή της απώλειας τόσων εδαφών κοντά στο Χάρκοβο και η απόσυρση από την πόλη της Χερσώνας ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για το Κρεμλίνο.
Ο Πούτιν αναγνώρισε καθυστερημένα ότι τα επίπεδα στρατευμάτων με τα οποία η Ρωσία ξεκίνησε τον πόλεμο ήταν εντελώς ανεπαρκή και διέταξε μερική κινητοποίηση 300.000 στρατιωτών.
Ισως πιο σημαντική από την ενίσχυση του στρατού ήταν η κινητοποίηση της στρατιωτικής βιομηχανίας. Ο ρώσος πρόεδρος ζήτησε από τα εργοστάσια που κατασκευάζουν στρατιωτικό εξοπλισμό, οχήματα και πυρομαχικά να ξεκινήσουν σχεδόν πλήρη παραγωγή. Πολλοί από τους εργαζόμενους σ’ αυτά δούλευαν σε πολλές βάρδιες, έξι ή επτά ημέρες την εβδομάδα.
Αυτές οι κινήσεις, ωστόσο, απαιτούσαν χρόνο για ν’ αποδώσουν – και η Ρωσία δεν είχε την πολυτέλειά του, καθώς οι Ουκρανικές Ενοπλες Δυνάμεις εξακολουθούσαν ν’ ασκούν πίεση προς τ’ ανατολικά στις γραμμές της Μόσχας κοντά στο Σβάτοβε και την Κρεμίνα.
Επιπλέον, το ρωσικό υπουργείο Αμυνας δεν ήταν προετοιμασμένο για μια ξαφνική πλημμύρα νεοσυλλέκτων. Δεν υπήρχαν αρκετές εγκαταστάσεις, εκπαιδευτές, φαγητό και το πιο κρίσιμο, στρατιωτικό ρουχισμό.
Μερικοί από τους πρώτους νεοσύλλεκτους προωθήθηκαν μ’ ό,τι ρουχισμό μπόρεσε να βρεθεί, τους άφησαν να δοκιμάσουν μερικές βολές σ’ ένα βεληνεκές όπλων και τους έριξαν στη μάχη για ν’ αποτρέψουν περαιτέρω προέλαση της Ουκρανίας. Πήρε μέχρι τις αρχές του 2023 για να μπορέσει το σύστημα να υποδεχτεί, να στεγάσει, να εξοπλίσει και να εκπαιδεύσει επαρκώς τα νέα στρατεύματα.
Αύξηση παραγωγής
Η βιομηχανία, στο μεταξύ, είχε τα δικά της προβλήματα. Είναι εξαιρετικά δύσκολο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες ν’ αυξηθεί ξαφνικά η παραγωγή για οτιδήποτε.
(Οι αμερικανικές και δυτικές εταιρείες αγωνίζονται παρομοίως ν’ αυξήσουν γρήγορα την παραγωγή βασικών όπλων.)
Πρέπει να εξασφαλιστούν πρόσθετες πρώτες ύλες και να παραδοθούν στα εργοστάσια. Οι εγκαταστάσεις για την παραγωγή όπλων πρέπει ν’ αγοραστούν ή να κατασκευαστούν από την αρχή.
Χρειάζεται να βρεθεί, να προσληφθεί και να εκπαιδευτεί εξειδικευμένο προσωπικό. Μόνο τους τελευταίους μήνες η ρωσική στρατιωτική βιομηχανία άρχισε να βλέπει σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγή από τις γραμμές συναρμολόγησης.
Οσο περισσότερο συνεχίζεται όμως ο πόλεμος, τόσο μεγαλύτερη είναι η ζήτηση. Η Ρωσία φέρεται να βλέπει ήδη σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγή και την επισκευή τεθωρακισμένων οχημάτων όλων των τύπων — νέων μαχητικών αεροσκαφών, πυραύλων, βομβών, βλημάτων πυροβολικού και σφαιρών όλων των διαμετρημάτων.
Αλλα όπλα, ειδικά διάφοροι τύποι drones, παράγονται ήδη σε αυξημένους όγκους, αλλά δεν αναμένεται να κορυφωθούν μέχρι το 2024.
Το αμυντικό σύστημα
Ταυτόχρονα, προσπαθεί να επεκτείνει το εργατικό δυναμικό πλήρους απασχόλησης κατά μισό εκατομμύριο τα επόμενα χρόνια. Ακόμη και όταν ξεκίνησε τη διαδικασία συγκέντρωσης του ανθρώπινου δυναμικού και του εξοπλισμού της, έπρεπε ν’ αντιμετωπίσει την τρέχουσα μάχη και να προετοιμαστεί για μια μεγάλη ουκρανική επίθεση.
Η ανάλυση των ρωσικών τακτικών ενεργειών από τον Δεκέμβριο του 2022 και μετά δείχνει ότι η ανώτατη διοίκηση επέλεξε να ξοδευτεί το μεγαλύτερο μέρος της προσπάθειας και των πόρων για την οικοδόμηση ενός περίτεχνου αμυντικού συστήματος σ’ όλο το ανατολικό μέτωπο.
Τμήμα ρωσικών αμυντικών οχυρώσεων στην Ουκρανία (δορυφορική φωτογραφία Maxar Technologies/via AP)
Το μεγαλύτερο μάθημα της αποτυχίας της Ρωσίας να σταματήσει την επίθεση της Ουκρανίας στο Χάρκοβο το περασμένο φθινόπωρο ήταν η σχεδόν πλήρης απουσία αμυντικών οχυρώσεων στο έδαφος που κατείχε.
Για να διασφαλίσει ότι το φιάσκο δεν θα επαναληφθεί, το Κρεμλίνο εστίασε όλες τις προσπάθειές του στην κατασκευή πολλαπλών ζωνών άμυνας, των πιο εξελιγμένων και αποτελεσματικών οχυρώσεων του κόσμου. Τέτοιες εργασίες απαιτούν χρόνο.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τη Ρωσία θα ήταν μια πρώιμη ουκρανική επίθεση πριν ολοκληρωθούν οι αμυντικές οχυρώσεις.
Σε μια προσπάθεια ν’ αποτρέψει ένα τέτοιο γεγονός, οι ρώσοι διοικητές ξεκίνησαν μια σειρά από επιχειρήσεις χαμηλού επιπέδου σ’ όλη τη γραμμή επαφής των 1.000 χιλιομέτρων.
Αντιπερισπασμός με Σολεντάρ και Μπαχμούτ
Χρησιμοποίησαν αρκετές επιδρομές μικρών μονάδων και επιθέσεις πυροβολικού για να κρατήσουν τη γραμμή των κατεχόμενων ουκρανικών εδαφών στη δική τους πλευρά, αποτρέποντας οποιαδήποτε εστιασμένη, μεγάλης κλίμακας αντεπίθεση ενάντια σε ελλιπείς ρωσικές άμυνες.
Οι πιο πασίγνωστες ενέργειες, ωστόσο, περιλάμβαναν μια μεγάλη ώθηση στο κέντρο του μετώπου από την ιδιωτική στρατιωτική εταιρεία του Ομίλου Wagner, με τους διπλούς στόχους του Σολεντάρ και του Μπαχμούτ.
Η πλειονότητα των ρωσικών πόρων – και κυρίως μια μεγάλη εκστρατεία των μέσων ενημέρωσης – παραχωρήθηκε στη Βάγκνερ και τον θορυβώδη ηγέτη της, Γεβγκένι Πριγκόζιν.
Η πόλη Μπαχμούτ εξελίχθηκε σ’ έναν ζωτικό στρατηγικό στόχο, χωρίς από μόνη της να ήταν ιδιαίτερα σημαντική. Η Ρωσία την κατέστησε κρίσιμη καταβάλλοντας τόση προσπάθεια για να την καταλάβει, με τον Πριγκόζιν να χλευάζει προσωπικά τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι σε περισσότερες από μία περιπτώσεις.
Η Ουκρανία αποδέχτηκε την πρόκληση και αντί ν’ αποσυρθεί από την πόλη σε πιο αμυντικές θέσεις, τον Δεκέμβριο του 2022 ή τον Ιανουάριο του 2023, επέλεξε να πολεμήσει κυριολεκτικά για κάθε κτίριο.
Υπήρχαν προετοιμασμένες αμυντικές θέσεις σε πολλαπλές ζώνες στα δυτικά, στις οποίες οι ουκρανικές δυνάμεις θα μπορούσαν να είχαν αποσυρθεί ανά πάσα στιγμή, και οι περισσότερες απ’ αυτές τις θέσεις προσέφεραν σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι των Ρώσων.
Η παραμονή στο Μπαχμούτ μείωσε τα αμυντικά πλεονεκτήματα και διευκόλυνε τη Ρωσία να μεταφέρει άνδρες και εξοπλισμό μέχρι τις ουκρανικές γραμμές, στις οποίες συχνά προσέγγιζαν απαρατήρητοι στο εύρος κενού σημείου των πυροβόλων.
Το παιχνίδι της Ρωσίας λειτούργησε
Η συνετή (αν και συναισθηματικά προσβλητική) στρατιωτική σκοπιμότητα απαιτούσε από την ουκρανική πλευρά να προβεί σε απόσυρση στις επόμενες γραμμές, έτσι ώστε τα ρωσικά στρατεύματα να πρέπει να προχωρήσουν σε ανοιχτό έδαφος ή σε ανηφόρα, εκτιθέμενα σε καταστροφικά πυρά πριν καν πλησιάσουν τις ουκρανικές γραμμές.
Αντίθετα, το Κίεβο επέλεξε να παραμείνει, στέλνοντας τη μία ταξιαρχία μετά την άλλη για ενίσχυση επί πολλούς μήνες, προκειμένου να σταματήσει την επίθεση της Βάγκνερ.
Οπως αποδείχθηκε, το παιχνίδι της Ρωσίας λειτούργησε. Η Βάγκνερ χρειάστηκε μέχρι τα τέλη Μαΐου για να ολοκληρώσει τελικά την κατάληψη του Μπαχμούτ, επιτρέποντας στο μεγαλύτερο μέρος του ρωσικού στρατού να χτίζει για περισσότερο από μισό χρόνο, ανενόχλητα, ένα σύστημα οχυρώσεων.
Ο λόγος που η καλοκαιρινή επίθεση της Ουκρανίας είναι τόσο ανεπιτυχής μέχρι σήμερα οφείλεται στο γεγονός ότι η Ρωσία είχε το χρονικό περιθώριο να κατασκευάσει κάθε φράγμα και ισχυρό αμυντικό σύστημα με ιδανικά πρότυπα.
Η στρατηγική της να κρατήσει τους Ουκρανούς επικεντρωμένους στο Μπαχμούτ όχι μόνο της εξασφάλισε χρόνο για να προετοιμάσει αξεπέραστες αμυντικές γραμμές, αλλά απασχόλησε επίσης την ουκρανική επιθετική δύναμη κρούσης, λόγω της απόσπασης πολλών ταξιαρχιών για να κρατηθεί κάθε κτίριο εντός του Μπαχμούτ.
Συνέπειες για τον πόλεμο
Η Ρωσία ξεκίνησε τον πόλεμο τον Φεβρουάριο του 2022 μ’ ένα κακώς οργανωμένο, κακώς εκτελεσμένο σχέδιο που σχεδόν της κόστισε τον πόλεμο. Εκανε πρόσθετες γκάφες τους επόμενους εννέα μήνες (τις οποίες θα παρουσιάσω στο επόμενο τμήμα της ανάλυσής μου). Αλλά τελικά άρχισε να μαθαίνει από τα πολλά λάθη της και τώρα έχει πετύχει σημαντική βελτίωση στις θέσεις της.
Διαλυμένα γερμανικά άρματα μάχης Leopard από ρωσικούς βομβαρδισμούς κατά την ουκρανική αντεπίθεση (φωτογραφία από υπουργείο Αμυνας της Ρωσίας)
Οι ρωσικές ενέργειες αγόρασαν χρόνο από τον Νοέμβριο του 2022 έως τον Ιούνιο του 2023 για να σταματήσουν μια ουκρανική επίθεση και να καθυστερήσουν τη δεύτερη έως ότου η Ρωσία μπορέσει να επεκτείνει τον στρατό της, να κινητοποιήσει τη βιομηχανία της εν καιρώ πολέμου και να κατασκευάσει ένα περίτεχνο αμυντικό σύστημα.
Αυτό που παραμένει άγνωστο, ωστόσο, είναι τι θα επιδιώξει να κάνει στη συνέχεια και σε ποιο βαθμό έχει αποκτήσει επιθετική ικανότητα.
Το σοβιετικό αμυντικό δόγμα, το οποίο ακολουθεί προσεκτικά από τα τέλη του περασμένου έτους, έχει σχεδιαστεί συγκεκριμένα για να αμβλύνει μια εχθρική επίθεση, να την αποδυναμώσει σε κάποιο προκαθορισμένο βαθμό ώστε στη συνέχεια να εξαπολυθεί, το συντομότερο δυνατό, μια αντεπίθεση.
Σ’ αυτό το σημείο είναι αδύνατο να γνωρίζουμε εάν η Ρωσία έχτιζε ένα επιθετικό δυναμικό στο ρωσικό έδαφος την ίδια στιγμή που οργάνωνε τις άμυνές της, και, αν το έκανε, πόσο αποτελεσματικό θα ήταν. Το να ειδικεύεσαι στην άμυνα δεν συνεπάγεται αυτόματα και αποτελεσματικότητα στην επίθεση.
Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση, η Ουκρανία πρόκειται να εισέλθει σε μια περίοδο αυξημένου κινδύνου. Ως αποτέλεσμα των υψηλών απωλειών που υπέστη στην άμυνα του Μπαχμούτ – και αυτών από τον Ιούνιο κατά την επίθεσή της – έχει απομείνει με περιορισμένη και φθίνουσα δύναμη κρούσης.
Αγνωστος ο στρατηγικός κίνδυνος
Εάν επιμείνει στις επιθετικές επιχειρήσεις της, οι επιπλέον απώλειες ενδέχεται να μειώσουν τις δυνατότητές της σε τέτοιο σημείο που να μην μπορεί να συνεχίσει τη μάχη, και να υποχρεωθεί σε αμυντικό ρόλο.
Εάν η Ρωσία όντως ακολούθησε το σοβιετικό δόγμα και έχει συγκροτήσει μια αξιόπιστη επιθετική δύναμη, είναι αβέβαιο εάν η Ουκρανία θα διαθέτει επαρκή δύναμη για ν’ αποτρέψει μια ρωσική αντεπίθεση.
Ωστόσο, ακόμα κι αν έχει συγκροτηθεί μια τέτοια δύναμη, δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίζουμε πόσο αποτελεσματική μπορεί να είναι. Οι ρωσικές τακτικές επιδόσεις κατά την αρχική φάση τον Φεβρουάριο του 2022 ήταν, σε πολλές κατηγορίες, απερίγραπτες.
Δεν έχουμε τα στοιχεία για να εκτιμήσουμε εάν ο ρωσικός στρατός πήρε κρίσιμα μαθήματα από αυτές τις αποτυχίες, έχει επαρκώς εκπαιδευμένες μονάδες στις κατάλληλες τακτικές και έχει τους απαραίτητους πόρους για να πετύχει. Ως εκ τούτου, το επίπεδο του στρατηγικού κινδύνου που αντιμετωπίζει η Ουκρανία είναι άγνωστο.
Παρά τα πολλά λάθη της σ’ αυτόν τον πόλεμο, η Ρωσία έχει κάνει αρκετά πράγματα σωστά.
Είναι πολύ σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η αντικειμενική αναγνώριση πως οι δυνάμεις του Πούτιν έχουν πετύχει σε ορισμένες στρατιωτικές ενέργειες, σε καμία περίπτωση δεν τους προσδίδει ηθική ή ορθότητα.
Αλλά το ν’ αγνοούμε τις αποτελεσματικές κινήσεις ενός αντιπάλου δεν μας βοηθάει καθόλου. Προκειμένου να καταστρωθεί σχέδιο για την αποτροπή ενός εχθρού, είναι απαραίτητο να έχει κατανοηθεί το γενικό πλαίσιο – «το καλό, το κακό και το άσχημο».
Στην επόμενη ανάλυσή μας, θα εξετάσουμε το πολύ πιο ευχάριστο συναισθηματικά θέμα: την άσχημη απόδοση της Ρωσίας.
* Ο Daniel Davis είναι ανώτερος συνεργάτης για Αμυντικές Προτεραιότητες και πρώην αντισυνταγματάρχης στον Στρατό των ΗΠΑ, ο οποίος αναπτύχθηκε σε ζώνες μάχης τέσσερις φορές. Συνέγραψε το βιβλίο «The Eleventh Hour in 2020 America»