Δεν το συζητάμε όσο πρέπει. Ίσως γιατί μας τρομάζει η σκέψη τι θα γίνει εάν συνεχιστεί.
Ο λόγος για το ιδιότυπο κύμα παραιτήσεων που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στο ΕΣΥ.
Παραιτήσεων γιατρών που έχουν ένα κοινό «μοτίβο».
Ουσιαστικά, επικαλούνται ότι δεν αντέχουν να δουλέψουν άλλο κάτω από συνθήκες τέτοιας πίεσης.
Μην βιαστείτε να πείτε ότι πρόκειται για «μεμονωμένα» περιστατικά, γιατί όταν αθροίζονται αρκετά μεμονωμένα περιστατικά τότε έχουμε ένα κοινωνικό φαινόμενο.
Ούτε χρειάζεται να μου υπενθυμίσετε ότι στην περίπτωση των γιατρών έχουμε να κάνουμε με ένα επάγγελμα όπου κάποιος μπορεί να φύγει από το δημόσιο και να βρει δουλειά στον ιδιωτικό τομέα ή να ανοίξει δικό του ιατρείο ή ακόμη και να πάει σε χώρες που υπάρχει αυξημένη ζήτηση γιατρών.
Γιατί το ερώτημα ως προς το τι γίνεται με το ΕΣΥ παραμένει.
Εάν κανείς κοιτάξει τις ανακοινώσεις των συνδικαλιστικών ενώσεων των γιατρών, ή παρατηρήσει σχετικά δημοσιεύματα, ιδίως στον επαρχιακό Τύπο, η εικόνα που προκύπτει είναι γιατρών που καλούνται να αναλάβουν έναν τεράστιο όγκο δουλειάς, να καλύψουν σοβαρά κενά, ιδίως το καλοκαίρι, να δεχτούν επιπλέον ώρες εργασίας και επιπλέον καθήκοντα.
Αυτή είναι μια συνθήκη εξαντλητική. Όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά.
Ιδίως όταν συνειδητοποιούν οι γιατροί ότι η κατάσταση αυτή κάθε άλλο παρά προσωρινή είναι.
Και όλα αυτά έρχονται λίγο μετά από την εποχή που βγαίναμε στα μπαλκόνια και χειροκροτούσαμε τους γιατρούς και τους νοσηλευτές γιατί ήταν στην πρώτη γραμμή της μάχης κατά του covid-19.
Τότε υποτίθεται ότι αναγνωρίσαμε τη σημασία και την προσφορά τους.
Αντιμέτωποι με μια επικίνδυνη πανδημία συνειδητοποιήσαμε ότι η αυξημένη δαπάνη για την υγεία, για την πρόσληψη επιπλέον ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού δεν είναι «σπατάλη», αλλά επένδυση στην υγεία της κοινωνίας.
Το μάθημα που πήραμε τότε δεν μπορούμε να το ξεχνάμε σήμερα.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας οφείλει εδώ και τώρα να πάρει όλα τα μέτρα που απαιτούνται.
Να κάνει περισσότερες προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών, να βελτιώσει τις αποδοχές, να εξασφαλίσει ότι ειδικά στην επαρχία δεν θα διαμορφώνεται μια συνθήκη όπου οι γιατροί θα καλούνται να είναι υπεράνθρωποι.
Όταν μιλάμε για ζωές, τα δημοσιονομικά ζητήματα δεν μπορούν παρά να μπαίνουν στην άκρη.