Μέχρι τώρα του έχουν αποδοθεί κατηγορίες ότι προσπάθησε να υπονομεύσει μια επίσημη διαδικασία και να εξαπατήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες, ότι επιχείρησε ως μέλος μιας εγκληματικής οργάνωσης να αλλοιώσει το εκλογικό αποτέλεσμα σε μια Πολιτεία, ότι κατείχε παράνομα έγγραφα και ότι έκανε πλήθος ατασθαλιών για συγκαλύψει το γεγονός ότι προσπάθησε να εξαγοράσει τη σιωπή μιας πορνοστάρ.
Παρ’ όλα αυτά εξακολουθεί να είναι ο υποψήφιος που προηγείται κατά πολύ για να πάρει το χρίσμα του κόμματός του για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ τον Νοέμβριο του 2024. Και εάν πιστέψουμε τις δημοσκοπήσεις το ενδεχόμενο να καταφέρει να εκλεγεί ξανά πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτείων δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Το παράδοξο είναι ότι αυτό συμβαίνει σε μια χώρα όπου έχει μια ολόκληρη παράδοση – και μυθολογία που την αναπαράγει πολλαπλά και το Χόλυγουντ – σύμφωνα με την οποία πολιτικές καριέρες τελειώνουν σε μια νύχτα για ένα παράπτωμα.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι το ενδεχόμενο να γίνει ποτέ πρόεδρος ο χαρισματικός Έντουαρντ Κένεντι τελείωσε με ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα για το οποίο ευθυνόταν και είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο της συνεπιβάτιδός του. Ή τον τρόπο που στήθηκαν κατηγορίες κατά του Μπιλ Κλίντον για περιστατικά που όπως και εάν τα δει κανείς ήταν μάλλον ήσσονός σημασίας και όπου το βασικό πρόβλημα ήταν ότι δεν τα παραδέχτηκε έγκαιρα.
Κλιμακώνονται οι κατηγορίες εναντίον του Τραμπ
Είναι σαφές ότι οι κατηγορίες σε βάρος του τέως Αμερικανού προέδρου στην Πολιτεία της Τζόρτζια είναι από τις πιο σοβαρές που του έχουν ασκηθεί μέχρι τώρα.
Εάν η ομοσπονδιακή δίωξη και παραπομπή σε δίκη για τον ρόλο του ουσιαστικά στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου 2021 έχουν όλο τον συμβολισμό ότι κατηγορείται ότι προσπάθησε να εξαπατήσει τη χώρα του, να παρεμποδίσει μια επίσημη διαδικασία (την επικύρωση των αποτελεσμάτων) και ότι συνωμότησε για να στερήσει από άλλους το δικαίωμά τους να ψηφίσουν), τώρα έχουμε κατηγορίες που τον παρουσιάζουν να ηγείται ουσιαστικά μιας εγκληματικής οργάνωσης που προσπάθησε να αλλοιώσει το αποτέλεσμα των εκλογών σε μια Πολιτεία.
Και αυτό γιατί ουσιαστικά στην Τζόρτζια οι εισαγγελικές αρχές επέλεξαν να κάνουν χρήση της νομοθεσίας που έχουν οι ΗΠΑ για τις εγκληματικές οργανώσεις και πιο συγκεκριμένα τη νομοθεσία RICO της Πολιτείας της Τζόρτζια, που στηρίζεται στην αντίστοιχη ομοσπονδιακή, τη Racketeer Influenced and Corrupt Organizations (RICO) Act, που στην πραγματικότητα είναι τμήμα του νομοθετικού οπλοστασίου που έχουν οι ΗΠΑ για την αντιμετώπιση οργανώσεων τύπου Μαφίας.
Το ότι αυτό το κατηγορητήριο επικεντρώνει στη Τζόρτζια είναι γιατί όντως αυτή ήταν μία από τις Πολιτείες στις οποίες το επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ, με επικεφαλής τον Ρούντι Τζουλιάνι, πάλαι ποτέ δήμαρχο της Νέας Υόρκης, προσπάθησε αφενός να αποδείξει ότι υπήρξε εκτεταμένη αλλοίωση του αποτελέσματος, αφετέρου να εξασφαλίσει ότι «εκλέκτορες» θα υπέγραφαν ότι ψηφίζουν υπέρ του Τραμπ στο Κολέγιο των εκλεκτόρων, παρότι το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν σαφώς υπέρ του Μπάιντεν. Τόσο το ζήτημα της υποτιθέμενης αλλοίωσης των αποτελεσμάτων από τους Δημοκρατικούς όσο και η δυνατότητα εκλέκτορες να ψηφίσουν διαφορετικά από το εκλογικό αποτέλεσμα στην Πολιτεία αποτέλεσαν πραγματικές εμμονές του Τραμπ και του επιτελείου του και σημαντικοί πόροι διατέθηκαν σε αυτή την κατεύθυνση.
Άλλωστε, αυτή η εμμονή ήταν κομβική για να μπορέσει ο Τραμπ να αρθρώσει και να διατηρήσει μέχρι τέλους το αφήγημα ότι «του έκλεψαν τις εκλογές» και άρα να μπορέσει να κινητοποιήσει τους οπαδούς, ένα σημαντικό μέρος των οποίων ζούσε και ζει στο ιδιότυπο «παράλληλο σύμπαν» των θεωριών συνωμοσίας και άρα ήταν έτοιμο να δεχτεί μια τέτοια τοποθέτηση.
Οι «συνωμοσίες» και μια διαιρεμένη κοινή γνώμη
Η σχέση των ΗΠΑ με τις συνωμοσίες και τις θεωρίες τους είναι αρκετά μακρά και σίγουρα σύνθετη. Ας μην ξεχνάμε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν το ίδιο το αμερικανικό κράτος που επένδυσε σε «θεωρίες συνωμοσίας», από τον «Κόκκινο Φόβο» (Red Scare) στην περίοδο μετά τη Ρωσική επανάσταση, έως τον μακαρθισμό στην κορύφωση του Ψυχρού Πολέμου και αργότερα το πώς δικαιολογήθηκε ο διαβόητος «Πόλεμος κατά της Τρομοκρατίας», με ενδιάμεσο σταθμό τη δράση του FBI με σκοπό αν σπιλωθεί και να διαβρωθεί το κίνημα για τη φυλετική ισότητα και το κίνημα κατά του πολέμου του Βιετνάμ.
Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ έφτασαν στο σημείο να δουν έναν πρόεδρο να παραιτείται όταν αποκαλύφθηκε μια τεράστια προσπάθεια συγκάλυψης παράνομων ενεργειών στο όνομά του.
Όμως, από ένα σημείο και μετά η κατηγορία ότι υπάρχει ένα «κατεστημένο» που συνωμοτεί κατά των απλών Αμερικανών έγινε και στοιχείο της ρητορικής της αμερικανικής Δεξιάς, κάτι που έγινε πολύ πιο έντονο στην περίοδο του Ντόναλντ Τραμπ, μια που ένα μέρος του ακροατηρίου ήταν ακριβώς αυτό το τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας που ήταν πιο επιρρεπές στις θεωρίες συνωμοσίας.
Και βέβαια μπορεί ο ίδιος ο Τραμπ να θεωρεί ότι δικαιούται να μιλάει για συνωμοσίες εφόσον ο ίδιος βρέθηκε αντιμέτωπος με την τεράστια προσπάθεια να παρουσιαστεί η εικόνα ότι εμπλέκεται σε ένα ρωσικό σχέδιο για να επηρεαστεί η εκλογή και άρα να εκλεγεί, όμως την ίδια στιγμή μια ματιά στα εκλογικά αποτελέσματα του 2020, με τη σαφή διαφορά υπέρ του Μπάιντεν σε απόλυτους αριθμούς ψήφων, δείχνει ότι δύσκολα μπορεί να μιλήσει κανείς για μια προσπάθεια να του «κλέψουν τις εκλογές»
Μια προεκλογική εκστρατεία υπό το βάρος βαριών διώξεων
Οι κατηγορίες σε βάρος του Αμερικανού προέδρου δεν είναι απαγορευτικές για να συμμετέχει στην εκλογική διαδικασία και ακόμη και να εκλεγεί.
Και αυτό γιατί με βάση την τρίτη ενότητα της 14ης Τροποποίησης του Αμερικανικού Συντάγματος θα υπήρχε ζήτημα αποκλεισμού του από την εκλογική διαδικασία μόνο εάν είχε προχωρήσει σε εξέγερση ή ανταρσία εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών ή εάν είχε βοηθήσει άλλους σε αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, μέχρι τώρα δεν έχουν υπάρξει εισαγγελικές αρχές, είτε σε ομοσπονδιακό επίπεδο, είτε σε Πολιτειακό που να έχουν θελήσει να ασκήσουν σχετική δίωξη στον Τραμπ, οπότε έχουν επικεντρώσει σε άλλες κατηγορίες που παρότι βαριές δεν είναι αυτόματα απαγορευτικές.
Αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι ΗΠΑ είναι αντιμέτωπες με την πρωτόγνωρη συνθήκη ενός υποψήφιου προέδρου με τόσο βαριές κατηγορίες. Και που γίνεται ακόμη πιο πρωτότυπη καθώς για ένα μεγάλο μέρος των υποστηρικτών του αυτές οι κατηγορίες απλώς δεν σημαίνουν τίποτα και αποτελούν συνέχεια των προηγούμενων σε βάρος του συνωμοσιών.
Και ίσως αυτό να είναι το πιο πραγματικά ανησυχητικό στοιχείο σε σχέση με αυτή την υπόθεση. Ότι, δηλαδή, ουσιαστικά η δημόσια σφαίρα είναι αρκετά διαιρεμένη ώστε ο αντίκτυπος τέτοιων γεγονότων κάθε άλλο παρά ενιαίος να είναι σε όλο το εκλογικό σώμα.