Είναι το πεδίο της τοπικής αυτοδιοίκησης πιο προνομιακό αλλά και πιο «αναγνωριστικό» για πειράματα συγκλίσεων;
Το πρόσφατο νεύμα του Κώστα Ζαχαριάδη προς τον Χάρη Δούκα – και οι δύο είναι επίσημα οι υποψήφιοι του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ αντίστοιχα- δείχνει πως ναι και προετοιμάζει αναμφίβολα έναν διάδρομο μετά τα όσα πολιτικά παράχθηκαν με τις εθνικές εκλογές του Μάη- Ιούνη.
Το δε νεύμα – δια μέσω του Βήματος της Κυριακής και σε συνέντευξη στον Άρη Ραβανό ήλθε από τον Ζαχαριάδη προσεχτικά μα και διακριτά και σε ερώτηση για τον ενδεχόμενο δεύτερο γύρο για την Αθήνα. «Μπορείτε να συνεργαστείτε; Εάν υπάρξει δεύτερος γύρος, ποιος στηρίζει ποιον;», ήταν το ερώτημα. «Και μπορούμε και επιβάλλεται να υπάρξει, όχι μόνο στο δεύτερο γύρο των εκλογών, αλλά και στη νέα διοίκηση του δήμου στην τετραετία που έρχεται», ήταν η απάντηση του Ζαχαριάδη.
Γιατί όμως σημειώθηκε αυτό το βήμα – έστω μονομερώς- και γιατί κυρίως τώρα;
Δεδομένο πρώτο: Η ήττα για τον ΣΥΡΙΖΑ τον Μάη- Ιούνη ήταν συντριπτική, και αντίστροφα η νίκη Μητσοτάκη ηγεμονική. Αν ως τότε με άξονα την απλή αναλογική το βήμα της συμπόρευσης έμεινε μετέωρο – και εδώ οι ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ ήταν και στον τρόπο και στον χρόνο του προσκλητηρίου- σήμερα μπορεί να γίνει εκ νέου προσεχτικά και προς το παρόν μόνον στο πεδίο των δήμων και των περιφερειών.
Μπορεί στην Κουμουνδούρου να ακούς όλο και συχνότερα την ολίγον βιτριολική ατάκα «πράσινο ΚΚΕ» για το ΠΑΣΟΚ και με παραπομπή στην αγωνιώδη προσπάθεια της Χαριλάου Τρικούπη να διατηρήσει την δική της αυτοτέλεια και τον αυτόνομο βηματισμό, όμως την ίδια ώρα καταλαβαίνουν πως αν υπάρξουν δεύτεροι γύροι σε μια σειρά μεγάλων δήμων θα έχει αξία μια τακτική συμπόρευση έστω και με όρους αντιδεξιού μετώπου (όπου βέβαια η ΝΔ δεν βρει στο δεύτερο γύρο απέναντί της απλώς αντάρτες της δικής της παράταξης).
Από την άλλη υπάρχει κάτι ακόμη. Ακόμη και με την αποχώρηση του Αλέξη Τσίπρα για ένα μέρος της συριζαικής βάσης έμεινε ημιτελές ή και μετέωρο ένα άνοιγμα σε άλλες δυνάμεις του προοδευτικού τόξου. Για μια μερίδα στελεχών, το μετέωρο αυτό βήμα προστίθεται στις αιτίες – μια από τις πολλές – της ήττας.
Αντίστροφα, για μερίδα μιας πιο ταυτοτικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ, ακριβώς αυτό το άνοιγμα ήταν που κόστισε αφού συνδυάστηκε με ένα ασαφές άνοιγμα στο Κέντρο. Δύο τουλάχιστον εκ των υποψηφίων για την προεδρία του κόμματος, έχουν στην φαρέτρα τους την απεύθυνση και στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Ο Νίκος Παππάς και ο Στέφανος Τζουμάκας, ο καθένας προφανώς με άλλη αφετηρία ή και εκφώνηση, δεν είναι τυχαίο πως μιλάνε για «παράταξη».
Οι πιο στοχαστικοί, θεωρούν βέβαια πως κάθε κοινός βηματισμός θα δοκιμαστεί πιο δραστικά μετά τις Ευρωεκλογές. Θα πιέζει και αλλιώς ο χρόνος τότε.