«Η Πράγα είναι μόνη» έγραφε ο Λούτσιo Μάγκρι το 1969 στο il manifesto, σε ένα κλασικό κείμενό του, καθώς κανένας πια δεν ασχολιόταν με την κατάσταση στην Τσεχοσλοβακία. Τα δυτικά ΚΚ είχαν βγάλει την υποχρέωση με τυπικές καταδίκες για να δείξουν ότι δεν ταυτίζονταν με το ΚΚΣΕ, οι σοβιετικοί αποτιμούσαν ότι είχε επέλθει η «σταθεροποίηση», οι Κινέζοι ασχολούνταν με τις εκρηκτικές αντιφάσεις της Πολιτιστικής Επανάστασης και η εξεγερμένη νεολαία αναζητούσε την έμπνευσή της στο Βιετνάμ, στη μνήμη του Τσε, και στους κινέζους ερυθροφρουρούς κι όχι στην «Άνοιξη της Πράγας».
Άνοιξη της Πράγας – Η εισβολή του Συμφώνου της Βαρσοβίας στην Τσεχοσλοβακία
Και έτσι έμεινε και η Πράγα μόνη, γιατί δεν χώραγε εύκολα σε στερεότυπα. Ήταν η απόπειρα να ξεφύγει η χώρα με το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κίνημα της Κεντρικής Ευρώπης από το σοβιετικό μοντέλο όχι προς τον αντικομμουνισμό αλλά προς ένα σοσιαλισμό με δημοκρατία και ελευθερία.
Ήταν η απόπειρα να συνεχίζει να παίξει το κομμουνιστικό κόμμα αυτό τον πρωτοπόρο ρόλο (ποιος θυμάται το 14ο συνέδριό του Κομμουνιστικού Κόμματος Τσεχοσλοβακίας που έγινε 22 Αυγούστου 1968 εν μέσω της εισβολής;). Ήταν απόπειρα να διασωθεί το όνειρο.
Μια απόπειρα αντιφατική αλλά και μετέωρη αλλά ακόμη αναζητούσε την έμπνευση στον Οκτώβρη: «Λένιν ξύπνα, o Μπρέζνιεφ τρελάθηκε», ήταν ένα από τα συνθήματα των ημερών.
Γι’ αυτό και δεν ήταν εύκολο να μπει σε ένα στερεότυπο αφήγημα όπου οι εξεγέρσεις στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού» θα αποσκοπούσαν κυρίως στην επιστροφή στον καπιταλισμό και στην υποτιθέμενη «ελευθερία της αγοράς».
Και σήμερα;
Σήμερα η Πράγα σχεδόν ξεχασμένη και η ιδιαιτερότητα της Άνοιξης της Πράγας χάνεται μέσα σε έναν γενικό αφορισμό που αφορά το ότι οι λαοί δεν ήθελαν τον «ολοκληρωτισμό».
Ακόμη χειρότερα, ακόμη και στο ευρωπαϊκό επίπεδο η τάση είναι η ολέθρια και ανιστορική ταύτιση κομμουνισμού και ναζισμού, παραβλέποντας το χάσμα που χωρίζει τα δύο ιστορικά ρεύματα και αποσιωπώντας ακριβώς ότι το ’68 δεν ήταν ένα ανεστραμμένο ’89.
Για τους ιδεολόγους του «Τέλους της Ιστορίας» και όλων των παραλλαγών της άποψης ότι ο σοσιαλισμός ήταν μια ιστορική παρένθεση είναι σαφές ότι το ενδιαφέρον για ένα εγχείρημα ανανέωσης του σοσιαλισμού είναι μικρό.
Για τους νεοσταλινικούς, παλαιάς και νέας κοπής, όλα αυτά ήταν «δάκτυλος του ιμπεριαλισμού» και τα προσπερνούν, επιμένοντας σε μια φαντασιακή εικόνα του «σοσιαλιστικού στρατοπέδου» όπου δεν υπάρχει χώρος για τις μεγάλες τραγωδίες.
Για όσους σπεύδουν να προσθέσουν το πρόθεμα μετα- σε οτιδήποτε, όλα αυτά αφορούν απλώς την εποχή των «μεγάλων αφηγήσεων» του 20ου αιώνα.
Και όμως η Πράγα είναι ακόμη ένα τραύμα, μια κηλίδα στο ιστορικό τοπίο, μια μνήμη που δεν μπορούμε να προσπεράσουμε.
Πολύ πριν τον Γκορμπατσόφ (αλλά και τους αφελείς κρετίνους του πραξικοπήματος του 1991) ήταν η τελευταία και ίσως η μόνη πραγματική απόπειρα ριζοσπαστικής αυτομεταρρύθμισης του σοβιετικού μοντέλου στο ευρωπαϊκό έδαφος.
Και η εισβολή των στρατιωτικών δυνάμεων του Συμφώνου της Βαρσοβίας, τη νύχτα από τις 20 στις 21 Αυγούστου 1968 είναι στην πραγματικότητα το οριστικό τέλος του ονείρου.
Πολύ πριν το 1989…