Δύο μήνες μετά την διπλή εκλογική αναμέτρηση, η κοινοβουλευτική ομάδα των «Σπαρτιατών» βρίσκεται στο χείλος της διάλυσης. Ο Βασίλης Στίγκας, μόνος του στα έδρανα της Βουλής, είδε τους βουλευτές του κόμματός του να του γυρνούν την πλάτη μετά τις διαγραφές των Γιάννη Κόντη, Γιάννη Δημητροκάλη και Χάρη Κατσιβαρδά -της ομάδας που κατήγγειλε ως υποκινούμενη από «ξένα κέντρα», τα οποία παραπέμπουν σε «Greek Mafia και Δον Κορλεόνε».

Στην πραγματικότητα, η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές έχει να κάνει με τον έλεγχο του κόμματος: ο Στίγκας πίστεψε πως ο ίδιος, ως κοινοβουλευτικός αρχηγός και πρόεδρος, θα έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο εντός του μηχανισμού που κατάφερε να μπει στην Βουλή. Ξέχασε, όμως, πως όταν συμφωνείς να φτιάξεις το όχημα για την είσοδο ενός καταδικασμένου πρώην χρυσαυγίτη από την πίσω πόρτα στο Κοινοβούλιο, αργά ή γρήγορα θα υποστείς και τις συνέπειες -οι συμφωνίες με τους ακροδεξιούς «διαβόλους» κρύβουν πάντα παραθυράκια.

Πριν από έναν μήνα, οι διαρκείς αναφορές των βουλευτών από το βήμα στον Ηλία Κασιδιάρη σηματοδότησαν την πρώτη ενόχληση του Στίγκα -όμως ενόψει της αυγουστιάτικης ανάπαυλας καμία πλευρά δεν προχώρησε παραπάνω. Παράλληλα, στο παρασκήνιο, διεξαγόταν μια άλλη συζήτηση, καθόλου πολιτική, αλλά απολύτως οικονομική: οι βουλευτές που δηλώνουν πίστη στον έγκλειστο των φυλακών Δομοκού διαπίστωσαν πως το κόμμα τους είχε λάβει εκλογική ενίσχυση περίπου 40.000 ευρώ, για την οποία οι ίδιοι -διατείνονται- δεν είχαν ιδέα.

Συσχετισμοί

Οικονομική Επιτροπή στο κόμμα δεν υπάρχει, γιατί με βάση το καταστατικό ορίζεται από την Γενική Συνέλευση, δηλαδή από το συνέδριο. Με την σειρά του, ο Στίγκας είπε (ΑΝΤ1) πως οι βουλευτές του έστελναν χρήματα κάθε μήνα σε συγκεκριμένο λογαριασμό, προτρέποντας και τον ίδιο. Στην τελευταία συνάντηση του Στίγκα με εκπροσώπους των βουλευτών τότε, φέρεται να του ζητήθηκε η διεξαγωγή συνεδρίου.

Το συνέδριο, ωστόσο, έκρυβε μια παγίδα και για τον ίδιο: σύμφωνα με το καταστατικό, το συνέδριο είναι το όργανο που έχει την δικαιοδοσία να παύσει πρόωρα την θητεία του προέδρου «για έκτακτο λόγο». Η καταγγελλόμενη απόπειρα για μαζικές εγγραφές μελών έδειχνε πως η πλευρά του καταδικασμένου πρώην χρυσαυγίτη ήθελε, τουλάχιστον, να ελέγξει τους συσχετισμούς, τοποθετώντας δικούς της ανθρώπους σε όργανα που σήμερα είναι μονοπρόσωπα και ελέγχονται, έστω με δυσκολία, από τον Στίγκα.

Δεν ήταν λίγοι οι ακόλουθοι του έγκλειστου του Δομοκού, ωστόσο, που ζητούσαν ανοιχτά αλλαγή προέδρου -με στόχο, αν μη τι άλλο, να ασκήσουν την αρμόζουσα πίεση προς την πλευρά Στίγκα, ώστε να κάνει δεκτό το «μοίρασμα» της εξουσίας που θα έκανε τον έλεγχο της κρατικής επιχορήγησης να αλλάξει χέρια. Πέραν της αρχικής του άρνησης, ο Στίγκας έκανε μια κίνηση που έδειξε τις προθέσεις του: φέρεται να αντικατέστησε το (ελεγχόμενο από την πλευρά Κασιδιάρη) γραφείο τύπου.

Ο Κασιδιάρης «καύσιμο»

Υπενθυμίζεται πως οι διαφορές μεταξύ των δύο πλευρών, παρά τις διαβεβαιώσεις για το αντίθετο, δεν είναι βασικά πολιτικές: οι «Σπαρτιάτες» στελεχώθηκαν χωρίς αντίδραση από μέλη του μορφώματος των «Ελλήνων», ενώ αργότερα ο ίδιος ο Στίγκας χαρακτήρισε τον Κασιδιάρη «καύσιμο» της προσπάθειας και, μόλις λίγες μέρες νωρίτερα, ως ένδειξη καλής θέλησης (ή, όπως λέει ο ίδιος, «για να κλείσει τους λογαριασμούς») συνέταξε την στήριξη των «Σπαρτιατών» στην υποψηφιότητα Κασιδιάρη για τον δήμο της Αθήνας. Οι δύο πλευρές δεν τσακώθηκαν γιατί διαφωνούσαν ιδεολογικά, αλλά για λόγους εξουσίας. Και, όπως όλα δείχνουν, χρημάτων.

Από εδώ και πέρα, αναμένονται οι επόμενες κινήσεις Στίγκα, που προαναγγέλλει αποκαλύψεις για τις υπόγειες διαδρομές των βουλευτών με τα εξωκοινοβουλευτικά κέντρα που έχουν διεύθυνση στον Δομοκό, αλλά και την επόμενη μέρα για την πλευρά Κασιδιάρη -που φαίνεται πως θα προτιμούσε να πάρει τον έλεγχο των «Σπαρτιατών» για να έχει όλα τα (οικονομικά) οφέλη της σφραγίδας, αλλά ενδεχομένως αρκεστεί σε μια κοινοβουλευτική ομάδα διαγραμμένων βουλευτών, οι οποίοι αν είναι πάνω από 10 μπορούν με βάση τον κανονισμό να λειτουργούν ως τέτοια.

Χωρίς την επωνυμία «Σπαρτιάτες», όμως, επιχορήγηση δεν υπάρχει. Και βέβαια, αναμένονται οι επόμενες θεσμικές κινήσεις της Βουλής, καθώς ο Κυριάκος Μητσοτάκης μετά τα λεγόμενα Στίγκα μίλησε για «κοινοβουλευτικές επιπτώσεις».

Μια ιστορία περιθωριακού πολιτικού τσακωμού γίνεται θέμα, γιατί οι «Σπαρτιάτες» είναι κομμάτι του ελληνικού Κοινοβουλίου. Το ουσιαστικό ερώτημα που απομένει, άρα, είναι μόνο ένα: αν οι «Σπαρτιάτες» κατέρρευσαν σαν χάρτινος πύργος πριν περάσει καν το πρώτο τους καλοκαίρι στην Βουλή, αν ο ακροδεξιός ερασιτεχνισμός είναι εμφανής με γυμνό μάτι, πώς είναι δυνατόν να κατάφερε να ξεπεράσει τα θεσμικά εμπόδια που μπήκαν προεκλογικά;